Category Archives: Ομιλίες

Ομιλία στην εκδήλωση με τίτλο: Από το ατομικό στο συλλογικό για μια νέα πολιτική

1. Ζούμε σε μια έντονα μεταβατική περίοδο όπου ευρύτερα ερωτήματα όπως η σχέση ατομικού και συλλογικού αναδύονται και απασχολούν ανθρώπους που δραστηριοποιούνται σε πάρα πολλούς τομείς της κοινωνικής και οικονονομικής δραστηριότητας σήμερα. Συνεπώς, δεν είναι ένα ζήτημα το οποίο οι δυνάμεις της χειραφέτησης πρέπει να προσεγγίζουν με ένα αίσθημα μειονεξίας. Αντιθέτως, συζητώντας και εξετάζοντας ένα τέτοιο θέμα μας τοποθετεί στην προμετωπίδα της προσπάθειας των ανθρώπων παγκοσμίως να πραγματευτούν θεμελιώδεις σχέσεις στο σύγχρονο περιβάλλον έντονων ανακατατάξεων και αλλαγών.

Η σύγχρονη ζωή αποδιαρθρώνει προηγούμενες ταυτότητες και διαμορφώνει πολλαπλές εντάξεις, ενώ οι τεχνολογικές εξελίξεις και η ταχύτητα των αλλαγών “τσιτώνουν” τις κοινωνίες διαλύοντας κοινωνικούς δεσμούς και το αίσθημα του ανήκειν. Τμήματα της κοινωνίας που δεν έχουν πρόσβαση στη γνώση και την πλρηοφορία μένουν πίσω, ενώ τα υπόλοιπα αναπτύσσουν διαρκώς δεσμούς σε πλανητική κλίμακα. Συνεπώς, παραδοσιακές διαστάσεις συλλογικής ζωής καταστρέφονται και νέες διαστάσεις αναδύονται. Το ερώτημα για εμάς είναι η διατήρηση των δεσμών και η αγωνιστική αναδόμηση των σχέσεων μεταξύ τμημάτων του πληθυσμού που διαρκώς απομακρύνονται και τα οποία είναι απαραίτητα να ενώσουν τις δυνάμεις τους για την αντιμετώπιση των σύγχρονων αδιεξόδων και της επίθεσης που δέχονται οι κοινωνίες από τις ελίτ.

2. Η διάσταση μεταξύ ατομικής και συλλογικής διάστασης της ανθρώπινης ύπαρξης είναι ειδοποιό μας χαρακτηριστικό και ποτέ δεν μπορεί να αρθεί πλήρως. Αντί να θεωρούμε ότι αποτελεί ένα πρόβλημα προς επίλυση οφείλουμε να το προσεγγίσουμε με άλλο μάτι, να αναγνωρίσουμε τη δυναμική και το θετικό της περιεχόμενο και να επιδιώξουμε μια κωδικοποίησή της που απελευθερώνει πραγματικά τις δυνάμεις των ανθρώπων, οι οποίοι ειναι ουσιωδώς και αναπόδραστα συλλογικά όντα. Η συμπερίληψη πολλών οπτικών επηρεάζει καθοριστικά την ποιότητα των αποφάσεων που λαμβάνονται.

3. Προσωπικά με ενδιαφέρει ο εντοπισμός και η ανάλυση διαστάσεων της σχέσης ατομικού και συλλογικού σε ένα επίπεδο αφαίρεσης που είναι κοντά στο τι κάνουν οι άνθρωποι και ειδικότερα οι συλλογικότητες που αγωνίζονται για τη χειραφέτηση των ανθρώπων, την απελευθέρωση και τη διαμόρφωση συλλογικών προτύπων ισότητας και ελευθερίας. Σε αυτό το πλαίσιο οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι εμφανίζονται επίμονες αδυναμίες συλλογικής λειτουργίας των δυνάμεων που μάχονται για έναν καλύτερο κόσμο. Ενδεικτικά:

– Αναποτελεσματική ομαδική δουλειά: 10 άνθρωποι ενώ θα έπρεπε να είναι πολύ πιο αποτελεσματικοί δουλεύοντας μαζί, συνεργαζόμενοι και αλληλουποστηριζόμενοι, καταλήγουν τις περισσότερες φορές να είναι λιγότερο παραγωγικοί από ότι αν δούλευαν σε απομόνωση.

– Οι δημοκρατικές διαδικασίες τείνουν να είναι χρονοβόρες, δυσλειτουργικές, κουραστικές και αναποτελεσματικές.

– Διαπροσωπικές εντάσεις τείνουν να αποδιαρθρώνουν συλλογικές διαδικασίες και οργανώσεις.

– Συλλογικά εγχειρήματα και πρωτοβουλίες τείνουν να στηρίζονται και να διατηρούνται στον χρόνο από την υπερπροσπάθεια και την εξάντληση ενός πυρήνα ανθρώπων και συνήθως σβήνουν όταν οι άνθρωποι ξεπεράσουν τα όρια αντοχής τους.

– Η ένταξη σε μια συλλογικότητα δεν επιτρέπει πολλούς βαθμούς άρθρωσης του ατομικού και συλλογικού με αποτέλεσμα να καλλιεργούνται δύο ασταθείς καταστάσεις: της πλήρους ένταξης και αφοσίωσης και της σταδιακής απόρριψης από τη συλλογικότητα και τελικά την μη ένταξη.

Η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ ανέδειξε το πρόβλημα σε αυτό το επίπεδο με πολύ μεγάλη ευκρίνεια. Ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι το πρόβλημα δεν είναι ότι οι άνθρωποι δεν έχουν διάθεση να ασχοληθούν και να εμπλακούν σε συλλογικές διαδικασίες, ιδιαίτερα σε περιόδους όπως αυτή που διανύουμε. Αντιθέτως, το πρόβλημα έγκειται στο ότι το παραδοδιακό μοντέλο συλλογικής οργάνωσης και κινητοποίησης δεν μπόρεσε να διαχειριστεί, να αξιοποιήσει και να ενσωματώσει λειτουργικά μια τεράστια λαϊκή διαθεσιμότητα σε συλλογικές διαδικασίες που είναι αποτελεσματικές, απελευθερώνουν τις δυνατότητες των ανθρώπων και τροποποιούν τις σχέσεις μεταξύ τους. Συνεπώς, υπάρχει κάποιο δομικό πρόβλημα που οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε σε αυτό το επίπεδο, σε μια περίοδο που η παραδοσιακή κινηματική και κομματική λειτουργία δεν είναι αρκετές για την ανάσχεση της επίθεσης που δέχονται οι κοινωνίες.

4. Η σχέση ατομικού και συλλογικού συναρτάται και με τα συστήματα αποφάσεων και συλλογικής οργάνωσης. Ζητήματα όπως οριζόντια/κάθετη οργάνωση, αμεσοδημοκρατικές και αντιπροσωπευτικές δομές, ομοφωνία ή ιεραρχία κοκ αναδεικνύουν πτυχές της εν λόγω σχέσης και οφείλουμε να σκεφτούμε και να δοκιμάσουμε νέες κωδικοποιήσεις και αρθρώσεις που θα καθιστούν δημιουργικές τέτοιες εντάσεις χωρίς να τις καταργούν.

5. Μερικά ενδεικτικά στοιχεία που μπορεί να μας είναι χρήσιμα σε μια τέτοια προοπτική:

– ο ρόλος της πράξης είναι καθοριστικός για την εξομάλυνση των σχέσεων ατομικού/συλλογικού και εναρμόνισή τους προς μια ευσταθή και λειτουργική κατεύθυνση. Όταν έχουμε κάτι συγκεκριμένο να κάνουμε τότε η αντίσταση της πραγματικότητας και η δυσκολία της δημιουργίας/παραγωγής δημιουργεί ένα ψυχοσυναισθηματικό πλαίσιο όπου η διάσταση ατομικό/συλλογικό αποκτά πιο ρευστή και λειτουργική διάσταση.

– από την παρεμβολή της πράξης στη σχέση ατομικού/συλλογικού αλλά και από την καλλιέργεια άλλων ποιοτήτων προκύπτει ότι ο βαθύς, υπαρξιακός αλληλοσεβασμός (αναγνώριση της ατομικής περατότητας και της σημασίας του άλλου), το αίσθημα της κοινής μοίρας και το αίσθημα της ατομικής ευθύνης συνιστούν πτυχές που επίσης βελτιώνουν τη διάδραση, συνύπαρξη και συνεργασία μεταξύ των ανθρώπων.

6. Ο ρόλος της πολιτικής οργάνωσης – αν τον σκεφτούμε σε ένα επίπεδο αφαίρεσης που υπερβαίνει τις συγκεκριμένες μορφές, πρακτικές, οργανωσιακές και μεθοδολογικές έξεις κοκ – συνίσταται σε τρεις θεμελιώδεις λειτουργίες:

– παραγωγή λαϊκής ισχύος (οργανωτής στο κοινωνικό πεδίο των ανθρώπων χωρίς οικονομική ισχύ)

– παραγωγή πολιτικής ισχύος η οποία συνιστά συμπύκνωση και πολλαπλασιασμό της λαϊκής ισχύος.

– παράγοντας θεσμικού και κοινωνικού μετασχηματισμού.

Η παραγωγή λαϊκής ισχύος προϋποθέτει δύο βασικές διαστάσεις:

– αυτονομία αναφορικά με τις βασικές κοινωνικές λειτουργίες που έχουν ανάγκη οι άνθρωποι χωρίς οικονομική ισχύ (υλική δύναμη επιβίωσης). Χωρίς μια διαρκή δραστηριότητα και ενίσχυση της αυτονομίας των λαϊκών τάξεων από τον έλεγχο των ελίτ η αντιπαράθεση μαζί τους καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής αν όχι αδύνατη. Αυτή η δραστηριότητα σήμερα μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν συμβάλουμε στην απόκτηση της συλλογικής ικανότητας συντονισμού και συνεργασίας σε σύνθετα, αποκεντρωμένα και πολυκεντρικά συστήματα οργάνωσης και παραγωγικής κινητοποίησης των λαϊκών τάξεων.

– παραγωγή νοήματος και συναισθηματικής πλήρωσης. Οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται μόνο για την επιβίωση ακόμη και όταν αυτή καθίσταται απολύτως επισφαλής. Οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη ενός ευρύτερου πλαισίου αξιών και ποιοτήτων που δίνουν νόημα στην ύπαρξή τους. Το αγωνιστικό φρόνημα δεν μπορεί να είναι μόνο προϊόν συνδιαλλαγής ή στρατηγικών υπολογισμών.

Αν υποθέσουμε ότι από τις τρεις θεμελιώδεις λειτουργίες μιας πολιτικής οργάνωσης η παραγωγή λαϊκής ισχύος είναι η πιο ατροφική σήμερα και η πιο απαραίτητη για να ανταπεξέλθουμε στην επίθεση που δεχόμαστε και αν θεωρήσουμε ότι αυτές οι δύο διαστάσεις είναι όντως πολύ βασικές τότε αντιλαμβανόμαστε τη σπουδαιότητα της σχέσης ατομικού /συλλογικού για την ανάδυση ενός νέου είδους πολιτικής οργάνωσης συμβατού με τις απαιτήσεις του κοινωνικού και πολιτικόυ ανταγωνισμού αλλά και τις απειλές και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Τόσο η συλλογική οργάνωση σε επίπεδο επιτέλεσης βασικών κοινωνικών λειτουργιών όσο και η παραγωγή συλλογικού νοήματος εξαρτώνται από την ικανότητά μας να επεκτείνουμε και να διευρύνουμε τις δυνατές κωδικοποιήσεις αυτής της σχέσης, ιδιαίτερα στη μεταβατική περίοδο που μας έλαχε να δώσουμε τους δικούς μας αγώνες.

*Ομιλία στην εκδήλωση με τίτλο: «Εγώ, εμείς και ο κανένας..Από το ατομικό στο συλλογικό για μια νέα πολιτική»

Χρειαζόμαστε μια νοοτροπία ευθύνης

1.  Δεν υπάρχει μεσαίο έδαφος ανάμεσα στη νεοφιλελεύθερη στρατηγική ριζικής αναδόμησης των κοινωνιών και της αντίστασης σε αυτή. Η 4η μνημονιακή κυβέρνηση όχι μόνο δεν τροποποιεί την πορεία που έχει δρομολογήσει ο μνημονιακός σχεδιασμός, αλλά έχει αναλάβει ένα από τα βασικότερα στάδιά του: τη θεσμοποίηση της νεοφιλελεύθερης αναδόμησης και την παγίωσή της σε επίπεδο κοινωνικών νοοτροπιών/συμπεριφορών.

Ο περίφημος αυτόματος «κόφτης» δαπανών στο δημόσιο τομέα -δηλαδή η αυτόματη διασύνδεσή τους με την κερδοφορία- παράγει σοβαρά αποτελέσματα, ανεξάρτητα από το αν ενεργοποιηθεί ή όχι. Ακόμη και αν ποτέ δεν ενεργοποιηθεί, η ύπαρξή του παράγει αποτελέσματα στις συμπεριφορές και τη νοοτροπία που εμπεδώνεται στο κοινωνικό σώμα: οι πολίτες μαθαίνουν να πειθαρχούν στους θεσμοποιημένους κανόνες της αγοράς και να οργανώνουν τη συμπεριφορά τους λαμβάνοντας πλέον υπ’ όψιν ότι οποιαδήποτε λαϊκή ή άλλη κινητοποίηση που θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιδράσεις στην κερδοφορία -ανεξάρτητα του δίκαιου των αιτημάτων- θα έχει άμεσα αρνητικές επιπτώσεις στην καθημερινότητά τους. Το εν λόγω επίτευγμα εμπεδώνει με ισχυρό τρόπο στις συνειδήσεις των ανθρώπων τον πυρήνα της λογικής που μέχρι σήμερα επιβαλλόταν εξωτερικά. Αυτή είναι η μεγάλη συμβολή της σημερινής κυβέρνησης στο μνημονιακό σχεδιασμό: η διαδικασία θεσμοποίησης πάει πολύ βαθύτερα τον επιχειρούμενο μετασχηματισμό από ό,τι τα εκάστοτε νέα μέτρα.

2. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο μετάβασης. Οι αναταράξεις είναι πλέον μεγάλης κλίμακας και λαμβάνουν χώρα σχεδόν παντού: Ελλάδα, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Ισπανία, Ιταλία για να αναφερθώ μόνο στην Ευρώπη και μόνο την περίοδο 2015-2016. Είναι σαφές ότι τα εργαλεία και οι μέθοδοι κινητοποίησης και αγώνα πρέπει να τύχουν συστηματικής επανεπεξεργασίας ώστε να εναρμονιστούν με τις νέες απαιτήσεις που γεννά η μεταβατική φύση της περιόδου που διανύουμε.

3. Ένα άλλο χαρακτηριστικό της περιόδου το οποίο αναδείχθηκε με έντονο τρόπο και στο βρετανικό δημοψήφισμα είναι ένα σχίσμα που διαρκώς διευρύνεται στις κοινωνίες και αφορά ιδιαίτερα εκείνα τα τμήματα που πλήττονται. Η ταχύτητα των εξελίξεων σε διάφορους τομείς «τσιτώνουν» τις κοινωνίες, με αποτέλεσμα να διευρύνεται η απόσταση μεταξύ εκτεταμένων τμημάτων που αποκλείονται πολλαπλώς και έχουν μικρή ως ελάχιστη πρόσβαση στη γνώση και την πληροφορία και εκείνων των στρωμάτων που επίσης καταπιέζονται και ασφυκτιούν αλλά διατηρούν κάποια πρόσβαση στην εργασία, τη γνώση και την πληροφορία. Μπορούμε να πούμε ότι διευρύνεται το σχίσμα ανάμεσα στους αποκλεισμένους και τους εγκλωβισμένους. Το εν λόγω σχίσμα πρέπει οπωσδήποτε να αναιρεθεί, καθώς μόνο μια σύνθετη πολιτική στρατηγική που θα ενοποιήσει αυτές τις «φυλές» των προς εξόντωση πληθυσμών θα μπορέσει να αποκτήσει την ισχύ ώστε: α) να αντιπαρατεθεί με τις ελίτ αποτελεσματικά, για να αναχαιτίσει τη σημερινή πορεία των πραγμάτων, β) να αναπτύξει μια στρατηγική επιβίωσης για εκτεταμένα τμήματα του πληθυσμού που αφήνονται στη μοίρα τους και γ) να αναπτύξει μια στρατηγική χειραφέτησης ικανή να αντιμετωπίσει τα εκρηκτικά σημερινά αδιέξοδα των σύγχρονων κοινωνιών και της ανθρωπότητας στο σύνολό της.

4. Ένα άλλο χαρακτηριστικό που είναι σαφές σήμερα είναι ότι και οι δυνάμεις που αγωνίζονται εναντίον της σημερινής εξέλιξης των πραγμάτων διέπονται από μια νωθρότητα που έχει να κάνει με την προηγούμενη φάση, την περίοδο του «τέλους της Ιστορίας». Το έλλειμμα διάθεσης και τόλμης για διερεύνηση νέων μορφών και τρόπων οργάνωσης και κινητοποίησης κρύβει μια βαθιά εμπεδωμένη πεποίθηση ότι, εντέλει, υπεύθυνοι για την πορεία της κοινωνίας είναι οι ελίτ και αυτό δεν μπορεί να αλλάξει. Οι λαϊκές τάξεις μπορούν μόνο να εκφράζουν τις ανάγκες τους και να πιέζουν αυτές να ληφθούν υπ’ όψιν. Ωστόσο, σήμερα οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας: βρισκόμαστε μπροστά σε μια στυγνή διαδικασία εξόντωσης των αδύναμων και των φτωχών, σε μια πορεία βαθειάς παρακμής και οπισθοδρόμησης που αν δεν ανακοπεί θα οδηγήσει την ανθρωπότητα στο πιο βαθύ σκοτάδι. Οι ελίτ δεν μπορούν να κάνουν κάτι για να σταματήσει αυτή η πορεία όσο και να πιεστούν από τις λαϊκές τάξεις. Αν θέλουμε να αποτρέψουμε αυτή την πορεία, πρέπει να αναλάβουμε την ευθύνη να σκεφτούμε και να δράσουμε διαφορετικά αποβάλλοντας τη νωθρότητα της προηγούμενης περιόδου.

5. Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι μια νοοτροπία ευθύνης. Πρέπει να ενστερνιστούμε βαθειά την ανάγκη να αναλάβουμε τη συνολική ευθύνη για αυτό που συμβαίνει γύρω μας, να πάψουμε να σκεφτόμαστε ως εάν κάποιοι άλλοι να έχουν την ευθύνη και στους οποίους απευθυνόμαστε ή τους οποίους αντιπαλεύουμε. Πρέπει να καταφέρουμε να υπερβούμε τις μερικότητές μας και να σκεφτούμε και να δράσουμε για το κοινό καλό. Επίσης, χρειαζόμαστε μια πολιτική στρατηγική που εκβάλει σε ένα επιχειρησιακό και οργανωσιακό DNA που μπορεί να πολλαπλασιαστεί -με τις απαραίτητες τροποποιήσεις ανάλογα με το εκάστοτε περιβάλλον- σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της ανθρώπινης δραστηριότητας το οποίο επιτελεί βασικές λειτουργίες με ένα διαφορετικό τρόπο. Αλλά χρειαζόμαστε και μια «ραχοκοκαλιά» που να συνδέει, συντονίζει, ενισχύει, αναβαθμίζει και ενδυναμώνει τις δραστηριότητες των ανθρώπων σε πολλά πεδία υπερβαίνοντας με έναν καινοτόμο τρόπο τη σχάση ανάμεσα σε επιμέρους εγχειρήματα που τείνουν στην περιθωριοποίηση και την ενασχόληση με τη γενική πολιτική που τείνει στη φλυαρία και τη λεκτική εκτόνωση.

6. Η Ιστορία δεν μας οφείλει τη θέση του πρωταγωνιστή. Οφείλουμε να κοπιάσουμε και να υπερβούμε τους εαυτούς μας αν θέλουμε οι δυνάμεις της χειραφέτησης να έχουν καθοριστική παρουσία στις εξελίξεις στο δυσοίωνο περιβάλλον που έχουμε εισέλθει για τα καλά πια. Χρειαζόμαστε μια στρατηγική επιβίωσης των αποκλεισμένων και των εγκλωβισμένων παντός καιρού γιατί οι εξελίξεις τρέχουν και κανείς δεν μπορεί να θεωρεί πλέον τίποτα δεδομένο. Το ζήτημα του χρόνου είναι κρίσιμο. Όμως χρειάζεται ψυχραιμία, καθαρό μυαλό και επινοητικότητα. Χρειαζόμαστε μια θεμελιώδη αλλαγή, μια νέα άγωνιστική μορφή ζωής. Η βιαστική επανάληψη αυτών που ξέραμε είναι προϊόν της νωθρότητας και όχι της επίγνωσης της κρισιμότητας των στιγμών.

*Ομιλία στο Resistance Festival, 2016

Ομιλία στη βιβλιοπαρουσίαση: Κοινά, Κοινότητες, Κοινοκτημοσύνη, Κομμουνισμός

Ο συγγραφέας εκδιπλώνει στο βιβλίο του μια συνολική θεώρηση για την πολιτική στρατηγική που απαιτείται στην περίοδο που διανύουμε, την οποία αναπτύσσει γύρω από την έννοια των κοινών. Η εν λόγω θεώρηση πολιτικής στρατηγικής διαφοροποιείται από την παραδοσιακή πολιτική μεθοδολογία (εκλογικοί αγώνες, κινήματα διεκδίκησης κοκ) η οποία αρθρώνεται γύρω από την αστική αντιπροσωπευτική δημοκρατία, δηλαδή το μεταπολεμικό θεσμικό πλαίσιο για τις δυτικές κοινωνίες, το οποίο όμως δεν ισχύει πια. Επίσης διαφοροποιείται από τη συμμετρική μεθοδολογία επικέντρωσης σε “πρωτοπόρα”, “εναλλακτικά” εγχειρήματα και πρωτοβουλίες που απέχουν από το κοινωνικό-πολιτικό-ιστορικό γίγνεσθαι αναγορεύοντας την αδυναμία και την περιθωριοποίηση σε στρατηγική επιλογή.

Ο Λιερός επιχειρεί να διαβεί έναν δύσκολο δρόμο συνάρθρωσης στοιχείων από αυτές τις συμμετρικά αντιθετικές επιλογές ώστε να προκύψει μια πολιτική στρατηγική σχετική με την περίοδο, η οποία επιχειρεί να απαντήσει στα επίδικα της εποχής από τη σκοπιά μιας ανταγωνιστικής λογικής και πλέγματος αξιών στην κυριαρχία των νόμων της αγοράς (της οικονομίας κατά τον ίδιο).

Το βιβλίο σταθμίζει και αξιολογεί τη χρήση της έννοιας των κοινών σήμερα σε διάφορα διανοητικά εγχειρήματα και πραγματικά κινήματα. Επίσης παρουσιάζει μια αντίληψη για την εν πολλοίς ασαφή και συγκεχυμένη έννοια των κοινών η οποία συνάδει με την ανάγκη διαμόρφωσης μιας ολοκληρωμένης, πραγματικά ανταγωνιστικής – με την έννοια της ανθεκτικότητας, της βιωσιμότητας και της αξίωσης ουσιαστικής παρέμβασης στα τεκταινόμενα – πολιτικής στρατηγικής. Αυτή η επιλογή σκοπιάς τόσο κατανόησης των σημερινών εξελίξεων όσο και προσέγγιση της έννοιας των κοινών με φέρνει κοντά στον συγγραφέα, καθιστά το βιβλίο πολλαπλά χρήσιμο σε εμένα και ως εκ τούτου το συστήνω ανεπιφύλακτα.

Κατά τον Λιερό – μέσα από τα δικά μου μάτια αναγκαστικά – ζούμε σε μια εποχή μεγάλων αλλαγών. Οι ελίτ εξαπολύουν μια επίθεση για την οριστική εξάλειψη της χειραφετητικής διάστασης της νεωτερικότητας. Επιχειρείται ο ακρωτηριασμός της πεποίθησης ότι μια νέα εποχή για την ανθρωπότητα ξεκίνησε με την ορμητική είσοδο των λαών στο ιστορικό προσκήνιο μετά τη Γαλλική επανάσταση και η επανεγγραφή αυτής της περιόδου ως μιας “στιγμής” εντός ενός μεσαίωνα που ποτέ δεν τελείωσε. Το χειραφετητικό άλμα στη νεωτερικότητα επιχειρείται να συρρικνωθεί σε μια ακόμη “εξέγερση των χωρικών” που κράτησε απαράδεκτα πολύ.

Ταυτόχρονα, μακροχρόνιες τάσεις φτάνουν στα όριά τους: περιβαλλοντική αποσταθεροποίηση, εξάντληση φυσικών πόρων, διατροφική κρίση, κατάρρευση εθνικών και περιφερειακών συστημάτων διοίκησης και επιτέλεσης βασικών λειτουργιών κοκ. Επιπρόσθετα, ένα νέο κύμα τεχνολογικών εξελίξεων (αυτοματοποίηση, ψηφιακές τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνίας, μαζικά δεδομένα κοκ) αναμένεται να σαρώσει τις ήδη αποδιαρθρωμένες υφιστάμενες θεσμίσεις και κοινωνικές νόρμες φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με νέες προκλήσεις και την απειλή ενός πολύ πιο εξελιγμένου ολοκληρωτισμού.

Ένας κόσμος λοιπόν σε ένα καθοδικό σπιράλ, με απροσδόκητα νέα δεδομένα, ένας κόσμος σε μια περιδίνηση που κονιορτοποιεί τους υφιστάμενους γνωσιακούς χάρτες και τις καθιερωμένες μεθοδολογίες για τη διαχείριση των κοινωνικών ζητημάτων και τη διασφάλιση των βασικών λειτουργιών. Και στο “τιμόνι” αυτού του κόσμου οι πλέον ακατάλληλοι. Σύμπτωμα αλλά και καταλύτης της επιδεινούμενης κατάστασης οι ελίτ. Οι ελίτ που σταδιακά αποδεσμεύονται από τις κοινωνίες μας, διαμορφώνουν τους δικούς τους υπερτοπικούς βιόκοσμους και αναπτύσσουν μια κυνική και αρπακτική νοοτροπία απέναντι στις κοινωνίες μας.

Όταν αυτοί που κρατούν στα χέρια τους τα μέσα διαβίωσης και αναπαραγωγής μιας κοινωνίας αποκόπτονται από αυτή τότε οι πληθυσμοί βρίσκονται αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες απειλές. Όταν η βασική μέριμνα των ελίτ δεν είναι η εύρυθμη λειτουργία προς όφελός τους των βασικών λειτουργιών μιας κοινωνίας, ούτε καν η ευσταθής λειτουργία του δικού τους συστήματος εκμετάλλευσης, αλλά η υπερσυγκέντρωση ισχύος, η υφαρπαγή του πλούτου και η περίφραξη και έλεγχος των πόρων (γη, ενέργεια, υποδομές, νερό κλπ) τότε οι κοινωνίες βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο βαθειάς αποσύνθεσης. Όταν ο νεωτερικός καπιταλιστικός κόσμος μετατρέπεται ραγδαία σε μια παγκόσμια βιοπολιτικά εξελιγμένη απολυταρχία μιας τυφλής ολιγαρχίας τότε οι βασικές λειτουργίες της κοινωνίας καταρρέουν, η πλειοψηφία των πληθυσμών αποκλείεται πολλαπλώς, η έννοια του πολίτη σταδιακά υποχωρεί και η αξιοπρεπής διαβίωση και πρόσβαση σε βασικά αγαθά γίνεται αντικείμενο αγώνων. Σε αυτό το σημείο η έννοια των κοινών – ιδιαίτερα μέσα από το ολοκληρωμένο πρίσμα με το οποίο την προσεγγίζει ο Λιερός – μπορεί να καταστεί πολλαπλά χρήσιμη και γιατί όχι να αποτελέσει το κέντρο γύρω από το οποίο μπορεί να υφανθεί μια αντίπαλη στρατηγική.

Ποιες είναι όμως οι δυνατότητες που έχουμε, ποια είναι η βάση μιας τέτοιας στρατηγικής; Έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο μεγάλης διακινδύνευσης αλλά και τεράστιων δυνατοτήτων που δεν είχαμε ποτέ άλλοτε. Ποτέ άλλοτε στην εξελικτική μας πορεία οι πληθυσμοί δεν είχαν τέτοια πρόσβαση στην πληροφορία και τη γνώση, ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο κατανεμημένη η δυνατότητα επιτέλεσης των βασικών και όχι μόνο κοινωνικών λειτουργιών, ποτέ άλλοτε δεν είχαμε ταυτόχρονη πρόσβαση σε αξιακά κοιτάσματα από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα που γέννησε η μακραίωνη πορεία απομονωμένων μεταξύ τους τμημάτων της ανθρωπότητας.

Έχουμε στη διάθεσή μας απίστευτα “κοιτάσματα” δυνατοτήτων και αξιών τα οποία βεβαίως θα παραμένουν αναξιοποίητα όσο δεν βρίσκουμε τους τρόπους να τα αρθρώσουμε δημιουργικά για την ανάδυση μιας αποφασισμένης “μορφής ζωής”. Μια “μορφή ζωής” αποφασισμένη να αναμετρηθεί με σοβαρό τρόπο με τις καινοφανείς προκλήσεις και κινδύνους που έχουμε μπροστά μας.

Μπροστά στα αχαρτογράφητα νερά της περιόδου που έτυχε να ζούμε, μπροστά στους καθολικούς κινδύνους και τις τεράστιες δυνατότητες που υπάρχουν γύρω μας αλλά δεν ξέρουμε πώς να τις θέσουμε σε κίνηση, μπροστά στον ίλιγγο που προκαλεί η ανεπάρκεια των καθιερωμένων τρόπων σκέψης και δράσης, ο Λιερός επιχειρεί να τιθασεύσει διανοητικά τον παγκόσμιο αναβρασμό με τρόπο που να είναι χρήσιμος σε όσους και όσες αγωνίζονται εναντίον της σύγχρονης απολυταρχίας που αναδύεται γοργά, αλλά και σε όσους και όσες νιώθουν την υποχρέωση να αναμετρηθούν με τις πρωτόγνωρες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα στο σύνολό της.

Στο βιβλίο θα βρείτε κεφάλαια που ανασυγκροτούν απόψεις και θεωρητικά σχήματα που σχετίζονται με την έννοια των κοινών στα οποία ασκείται κριτική αλλά και αναδεικνύονται τα γόνιμα στοιχεία τους. Και η κριτική και η ανάδειξη της γονιμότητας εκκινούν – αν καταλαβαίνω ορθά – από την πεποίθηση ότι ζουμε σε μια περίοδο κατά την οποία γρήγορες, εύκολες και εφησυχαστικες θεωρήσεις και προσεγγίσεις στερούνται νοήματος και αποτυγχάνουν να πιάσουν επαφή με τα αδιέξοδα, τους κινδύνους και τις δυνατότητες που σήμερα αναδύονται και θα σφραγίσουν την πορεία της ανθρωπότητας αύριο.

Στο βιβλίο επιχειρεί να αναμετρηθεί και με το κεντρικό ερώτημα για την χειραφετητική πολιτική: ποιες είναι οι προϋποθέσεις για να αποτελέσει η λογική των κοινών, της συνεργασίας και της δημοκρατίας ένα διαφορετικό παράδειγμα οργάνωσης των ανθρώπινων κοινωνιών στη μεγακλίμακα που απαιτούν οι περιστάσεις ώστε να μπορέσει η ανθρωπότητα να αντιμετωπίσει τους υπαρξιακούς κινδύνους. Με άλλα λόγια ποιες είναι οι συνθήκες δυνατότητας ώστε να αναπτυχθεί ένα αποτελεσματικότερο και λειτουργικότερο πλέγμα κοινωνικών σχέσεων και θεσμίσεων ικανό να αναλάβει τον ρόλο του γενικού κοινωνικού μεσολαβητή στη θέση του κεφαλαίου. Γιατί ας μην γελιόμαστε. Αν δεν αναμετρηθούμε πραγματικά και αποτελεσματικά σήμερα με αυτό το ερώτημα η ανθρωπότητα θα εισέλθει με βεβαιότητα – αν δεν έχει ήδη περάσει το χρονικό κατώφλι που καθιστά αδύνατη την αναχαίτιση αυτής της πορείας – σε μια βαθειά οπισθοδρόμηση.

Ο συγγραφέας όμως δεν προσεγγίζει αυτό το κρίσιμο ερώτημα απλοϊκά, εύκολα. Πολύ ορθά θέτει στο επίκεντρο αυτού του προβληματισμού το κορυφαίο ζήτημα της ιδιαιτερότητας του ανθρώπινου είδους: επιζητεί τη σκιαγράφηση μιας στρατηγικής κοινωνικής απελευθέρωσης γύρω από την έννοια των κοινών η οποία προϋπολογίζει την ανάγκη διευθέτησης με αρμονικό τρόπο του γεγονότος ότι τα ανθρώπινα όντα διαθέτουν δύο υπαρξιακές διαστάσεις: τη μερική, ατομική, υλική διάσταση και την καθολική, συλλογική, υπερβατική διάσταση. Δεν έχω τον χρόνο να επεκταθώ σε αυτό το σημείο αλλά για να αποδώσω το μέγεθος της σημασίας της επιλογής του συγγραφέα θα τολμούσα να πω ότι η σπαρασσόμενη και ταραχώδης ιστορία της νεωτερικότητας – η οποία τελικά μοιάζει με ένα ασταθές και όχι στιβαρό βήμα για την ανθρωπότητα – μπορεί να διαβαστεί ως ένα σύνολο αποτυχημένων απόπειρων κοινωνικής θέσμισης που υποτιμούν(;)/δεν συμφιλιώνονται(;)/ δεν αναγνωρίζουν τον πλούτο και τη σημασία(;)/αρνούνται, φοβούνται και πολεμούν(;) την υπαρξιακού χαρακτήρα, εντελώς γήινη και καθόλου μαγική, υπερβατική διάσταση του ανθρώπινου όντος.

Θα ήθελα να επισημάνω ότι πολλές φορές εστιάζουμε υπέρβολικά και απορροφούμαστε από τη σύγκρουση με τις ελίτ και τους εκφραστές τους. Φαίνεται να λειτουργούμε ως εαν η δική τους ήττα να σημαίνει αυτόματα επίλυση των αδιεξόδων και την εξαφάνιση των σύγχρονων προκλήσεων. Και δεν δίνουμε ένα σημαντικό ποσό της ενέργειας και του χρόνου μας να σκεφτούμε πώς θα επιτελούνταν διαφορετικά οι βασικές κοινωνικές λειτουργίες με τις υφιστάμενες ενσωματωμένες δυνατότητες, πώς θα διευθετούσαμε κρίσιμα ζητήματα και τι είδους μεθοδολογίες και κοινωνικές πρωτοβουλίες θα μπορούσαν να πραγματευθούν τις σύγχρονες προκλήσεις έτσι ώστε να δώσουν πραγματικές απαντήσεις σε δύσκολα ερωτήματα. Και τις περισσότερες φορές η επιλογή αυτή κρύβει από πίσω της νωθρότητα και μια άρρητη παραδοχή ότι τελικά οι ελίτ είναι οι αρμόδιες για τις τύχες αυτού του πλανήτη. Όμως πια δεν έχουμε αυτή την πολυτέλεια, γιατί περί πολυτέλειας πρόκειται. Πρέπει να αναμετρηθούμε με όλα, εμείς, τώρα. Η ανάληψη της ευθύνης θέλει σθένος και αυτή είναι μια ποιότητα που φαίνεται να διαθέτει ο συγγραφέας.

Αν αρχίσουμε να θεωρούμε τα προβλήματα, τα αδιέξοδα και τις προκλήσεις που αντιμετώπιζει η ανθρωπότητα ως άμεσα δική μας υπόθεση – όχι έμμεσα δια της πάλης εναντίον αυτού που τα προκαλεί – και αν διευρύνουμε το πεδίο των λύσεων ώστε να συμπεριλάβει την ανθρώπινη δραστηριότητα στους πιο απίθανους τομείς, τότε θα αρχίσουμε να διαμορφώνουμε μια νέα “μορφή ζωής” και ένα νέο πλαίσιο οργανωσιακών αρχών, μεθόδων και νοητικών εικόνων, που θα μπορεί πραγματικά να σηκώσει – όχι μόνο την σύγκρουση εναντίον των ελίτ – αλλά το “βάρος” της λειτουργίας των κοινωνιών μας που ασφυκτιούν και κλυδωνίζονται.

Αν αρχίσουμε να αρθρώνουμε με κατάλληλο τρόπο τις υφιστάμενες δυνατότητες που έχει γεννήσει τόσο η σύγχρονη ανθρωπίνη δραστηριότητα όσο και η μακραίωνη παράδοση τότε θα αποκτήσουμε την αυτοπεποίθηση ότι είναι δυνατό να θέσουμε την ανθρωπότητα σε μια διαφορετική πορεία. Και πραγματικά πιστεύω ότι αν πιστέψουμε συλλογικά ότι είμαστε σε θέση να πετύχουμε κάτι τέτοιο τότε θα έχουμε κάνει ίσως το αποφασιστικότερο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.

*Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Λιερού «Κοινά, Κοινότητες, Κοινοκτημοσύνη, Κομμουνισμός»

Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου «Για τα κοινά της ελευθερίας»

Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου «Για τα κοινά της ελευθερίας» του Αλέξανδρου Κιουπκιολή, εκδόσεις Εξάρχεια στις 21 Ιανουαρίου 2016 στο Polis Art Cafe.

Αγγίζει πλέον τα όρια της κοινοτοπίας ο ισχυρισμός ότι έχουμε εισέλθει σε μια πολύ περίεργη περίοδο για την πορεία της ανθρωπότητας. Θα αναφερθώ σε ορισμένες μόνο πτυχές αυτής της περίεργης περιόδου οι οποίες διαμορφώνουν το φόντο της δικής μου πρόσληψης του βιβλίου για το οποίο έχουμε τη χαρά να συζητάμε απόψε.

Για πρώτη φορά στην εξελικτική μας ιστορία η ανθρωπότητα στο σύνολό της έχει κοινή ιστορία, κοινή μοίρα. Μέχρι χθες – σε ιστορικό χρόνο – οι ανθρώπινοι πολιτισμοί είχαν ο καθένας τη δική του ιδιαίτερη ιστορία, τα δικά του κρίσιμα σταυροδρόμια, τις δικές του περιόδους ακμής και παρακμής, βαρβαρότητας και χειραφέτησης. Σήμερα, η ανθρωπότητα βρίσκεται αντιμέτωπη με κοινούς κινδύνους, κοινά υπαρξιακά ερωτήματα, και κοινές προκλήσεις.

Επιπρόσθετα, για πρώτη φορά εν συνόλω βρισκόμαστε εντός των ορίων ενός πεπερασμένου κόσμου. Είναι ελάχιστα πλέον τα μέρη του πλανήτη που κείνται εκτός των ορίων της ανθρώπινης εμβέλειας: οι πυθμένες των ωκεανών, η Ανταρκτική και διάσπαρτα τμήματα δυσπρόσιτων ορεινών όγκων και δασικών εκτάσεων συνεχίζουν να αποτελούν ένα “έξω”, αλλά όχι ένα αχανές “έξω”. Δεν υπάρχει πλέον ένα “έξω” που μπορεί να γεννήσει την παράτολμη ελπίδα, αλλά πάντως ελπίδα, κάποιας “νέας αρχής”, ενός “νέου κόσμου” μακριά από αυτόν που υποτροπιάζει με γρήγορο ρυθμό και δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες για το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των πληθυσμών του.

Είμαστε εγκλωβισμένοι/ες λοιπόν σε έναν κόσμο ο οποίος κάθε μέρα που περνάει εμφανίζει δείγματα παρακμής και αποδιάρθρωσης. Μακροχρόνιες τάσεις φθάνουν στο ασύμπτωτο όριό τους: περιβαλλοντική ανισορροπία, διατροφική αποσταθεροποίηση, εξάντληση φυσικών πόρων. Μεσοπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες τάσεις κορυφώνονται βαθμιαία αλλά με γρήγορο ρυθμό: οικονομική και παραγωγική δυσπραγία, συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου που τροποποιούν σε παγκόσμια κλίμακα τη μεταπολεμική συνδεσμολογία ισχύος, πολύπλευρη παρακμή των ανθρώπινων κοινωνιών, εξοικείωση με τη βαρβαρότητα, γεωπολιτικές ανισορροπίες, πολεμικές αναφλέξεις, μετακινήσεις πληθυσμών κοκ.

Η περίοδος περιλαμβάνει και καινοφανείς προκλήσεις. Θα αναφερθώ σε μια από αυτές. Για πρώτη φορά πάλι στην εξελικτική μας ιστορία έχουμε την τεχνολογική δυνατότητα καταγραφής τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων τόσο για τον κόσμο γύρω μας και μέσα μας όσο και για την ίδια μας την δραστηριότητα. Αυτή η εξέλιξη ενδέχεται να προκαλέσει κατακλυσμιαίες αλλαγές όχι μόνο στη μεθοδολογία των επιστημών μας, αλλά και στην ίδια τη σχέση μας με τον κόσμο, τον εαυτό μας αλλά και τους γύρω μας. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε δεν είναι εύκολο να αποτιμήσουμε τις επιδράσεις αυτές ούτε τις συνέπειές τους.

Ένας κόσμος λοιπόν σε ένα καθοδικό σπιράλ, με απροσδόκητα νέα δεδομένα, ένας κόσμος σε μια περιδίνηση που κονιορτοποιεί τους υφιστάμενους γνωσιακούς χάρτες και τις καθιερωμένες μεθοδολογίες για τη διαχείριση των κοινωνικών ζητημάτων και τη διασφάλιση των βασικών λειτουργιών. Και στο “τιμόνι” αυτού του κόσμου οι πλέον ακατάλληλοι. Σύμπτωμα αλλά και καταλύτης της επιδεινούμενης κατάστασης οι ελίτ. Οι ελίτ που σταδιακά αποδεσμεύονται από τις κοινωνίες μας, διαμορφώνουν τους δικούς τους υπερτοπικούς βιόκοσμους και αναπτύσσουν μια κυνική και αρπακτική νοοτροπία απέναντι στις κοινωνίες μας.

Όταν αυτοί που κρατούν στα χέρια τους τα μέσα διαβίωσης και αναπαραγωγής μιας κοινωνίας αποκόπτονται από αυτή τότε οι πληθυσμοί βρίσκονται αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες απειλές. Όταν η βασική μέριμνα των ελίτ δεν είναι η εύρυθμη λειτουργία προς όφελός τους των βασικών λειτουργιών μιας κοινωνίας, ούτε καν η ευσταθής λειτουργία του δικού τους συστήματος εκμετάλλευσης, αλλά η υπερσυγκέντρωση ισχύος, η υφαρπαγή του πλούτου και η περίφραξη και έλεγχος των πόρων (γη, ενέργεια, υποδομές, νερό κλπ) τότε οι κοινωνίες βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο βαθειάς αποσύνθεσης. Όταν ο νεωτερικός καπιταλιστικός κόσμος μετατρέπεται ραγδαία σε μια μεσαιωνική παγκόσμια απολυταρχία μιας τυφλής ολιγαρχίας τότε οι βασικές λειτουργίες της κοινωνίας καταρρέουν, η πλειοψηφία των πληθυσμών αποκλείεται πολλαπλώς, η έννοια του πολίτη σταδιακά υποχωρεί και η αξιοπρεπής διαβίωση και πρόσβαση σε βασικά αγαθά γίνεται αντικείμενο αγώνων.

Έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο μεγάλης διακινδύνευσης, αλλά και τεράστιων δυνατοτήτων που δεν είχαμε ποτέ άλλοτε. Ποτέ άλλοτε στην εξελικτική μας πορεία οι πληθυσμοί δεν είχαν τέτοια πρόσβαση στην πληροφορία και τη γνώση, ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο κατανεμημένη η δυνατότητα επιτέλεσης των βασικών και όχι μόνο κοινωνικών λειτουργιών, ποτέ άλλοτε δεν είχαμε ταυτόχρονη πρόσβαση σε αξιακά κοιτάσματα από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα που γέννησε η μακραίωνη πορεία απομονωμένων μεταξύ τους τμημάτων της ανθρωπότητας. Έχουμε στη διάθεσή μας απίστευτα “κοιτάσματα” δυνατοτήτων και αξιών το οποίο βεβαίως θα παραμένουν αναξιοποίητα όσο δεν βρίσκουμε τους τρόπους να τα αξιοποιήσουμε δημιουργικά για την ανάδυση μιας αποφασισμένης “μορφής ζωής”. Μια “μορφή ζωής” αποφασισμένη να αναμετρηθεί με σοβαρό τρόπο με τις καινοφανείς προκλήσεις και κινδύνους που έχουμε μπροστά μας.

Γιατί όμως όλη αυτή η εκτενής εισαγωγή στην βιβλιοπαρουσίαση του βιβλίου του Κιουπκιολή; Γιατί μπροστά στα αχαρτογράφητα νερά της περιόδου που έτυχε να ζούμε, μπροστά στους καθολικούς κινδύνους και τις τεράστιες δυνατότητες που υπάρχουν γύρω μας αλλά δεν ξέρουμε πώς να τις θέσουμε σε κίνηση, μπροστά στον ίλιγγο που προκαλεί η ανεπάρκεια των καθιερωμένων τρόπων σκέψης και δράσης, ο Κιουπκιολής έχει το σθένος να ασκήσει με αυστηρότητα και πειθαρχία τις διανοητικές του δυνάμεις με τρόπο που να είναι χρήσιμος σε όσους και όσες αγωνίζονται εναντίον της σύγχρονης απολυταρχίας που αναδύεται γοργά, αλλά και σε όσους και όσες νιώθουν την υποχρέωση να αναμετρηθούν με τις πρωτόγνωρες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα στο σύνολό της. Ο Κιουπκιολής γράφει για να δράσουμε καλύτερα, πιο αποτελεσματικά. Ενώ σέβεται την πειθαρχία της ακαδημαϊκής αυστηρότητας δεν γράφει αποστειρωμένα.

Στο βιβλίο επιχειρεί να αναμετρηθεί με το κεντρικό ερώτημα της χειραφετητικής πολιτικής: πώς διαφορετικοί άνθρωποι, με διαφορετικές οπτικές και βιώματα, με διαφορετικές προτεραιότητες και θέσεις σε μια σύνθετη κοινωνία, με διακριτό χρονισμό ως προς τις εμπειρίες και την πληροφορία που διαθέτουν μπορούν να συγκλίνουν αγωνιστικά, αλλά και δημιουργικά σε μια νέα “μορφή ζωής” διατηρώντας όμως τον πλουραλισμό και την ποικιλότητα. Πώς μπορούμε να διευθετήσουμε με αρμονικό τρόπο το γεγονός ότι τα ανθρώπινα όντα διαθέτουν δύο υπαρξιακές διαστάσεις: τη μερική, ατομική διάσταση και την καθολική, συλλογική.

Στο βιβλίο θα βρείτε κεφάλαια που προσπαθούν να φωτίσουν το παραπάνω ερώτημα μέσα από την οξυδερκή εξέταση σύγχρονων κινημάτων αντίστασης (αγανακτισμένοι, occupy, indignados, αραβική άνοιξη κοκ) αλλά και πειραματισμών στο επίπεδο της αυτο-οργάνωσης της ανθρώπινης δραστηριότητας (συνεταιρισμοί, διαχείριση των κοινων κοκ). Σε άλλα κεφάλαια παρουσιάζει πτυχές αυτού του ζητήματος αξιοποιώντας τη συζήτηση μεταξύ των Laclau και Negri και Hardt – μεταξύ άλλων – αναφορικά με τις δύο λογικές, αυτή του σμήνους και αυτή της ηγεμονίας.

Μην ξεγελαστείτε όμως. Η ανασυγκρότηση των απόψεων και της συζήτησης μεταξύ αυτών των θεωρητικών – αλλά και άλλων που θα συναντήσετε στις σελίδες του βιβλίου – είναι το μέσο για την εκδίπλωση του δικού του στοχασμού που τολμά να πατάει σε λεπτό πάγο, αναλαμβάνοντας την ευθύνη να πάει πέρα από τις γνώριμες και ασφαλείς αυτοαναφορικές επιβεβαιώσεις θεωρητικών και κινηματικών παραδόσεων. Γιατί; γιατί ακριβώς ζούμε σε μια περίοδο κατά την οποία τέτοιες γρήγορες και εφησυχαστικες επιβεβαιώσεις στερούνται νοήματος και αποτυγχάνουν να πιάσουν επαφή με τα αδιέξοδα, τους κινδύνους και τις δυνατότητες που σήμερα αναδύονται και θα σφραγίσουν την πορεία της ανθρωπότητας αύριο.

Στον χρόνο που απομένει θα ήθελα να αναφερθώ επιγραμματικά σε μερικές σκέψεις που ανέκυψαν διαβάζοντας το βιβλίο αναφορικά με αυτό το κεφαλαιώδες ερώτημα. Κανονικά θα έπρεπε να μιλάω πέντε έξι εφτά ώρες καθώς διαβάζοντας το βιβλίο κάθε λίγο σταματούσα σε κάποιο σημείο, έπιανα ένα νήμα της σκέψης του Κιουπκιολή και έμπαινα στη διεγερτική είναι η αλήθεια αλλά άκρως χρονοβόρα διαδικασία να υφάνω μια ολόκληρη σειρά συλλογισμών περικυκλώνοντας πτυχές του βασικού ερωτήματος ακολουθώντας την κρυστάλλινη προτροπή του Κιουπκιολή: να μην φοβηθούμε να σκεφτούμε παράτολμα, πέρα από το δίχτυ ασφαλείας των καθιερωμένων σχημάτων.

Ο Κιουπκιολής υποστηρίζει ότι η στρατηγική νοημοσύνη επιτάσει τη διαζευκτική σύζευξη της αγωνιστικής ηγεμονίας, του συγκεντρωτικού συντονισμού και της αντιπροσωπευτικής λειτουργίας με την αποκεντρωμένη, δικτυακή λογική. Μας καλεί να αποδεχθούμε την ανειρήνευτη ένταση μεταξύ των δύο αυτών λογικών και να φερθούμε έξυπνα: να αποκωδικοποιούμε σε κάθε συγκυρία τον κατάλληλο απαιτούμενο συνδυασμό τους και να εντοπίζουμε την ανάγκη ενδεχόμενης στροφής προς τη μια ή την άλλη πλευρά ώστε να αντισταθμιστούν μετατοπίσεις που επιφέρει η ένταση του αγώνα.

Ένα άλλο παρεμφερές αλλά διαφορετικό ερώτημα που φαίνεται να ταλανίζει όσους και όσες επιχειρούν να δώσουν υπόσταση σε ένα διαφορετικό παράδειγμα χειραφετητικού αγώνα είναι ότι οι ιεραρχίες και οι εξουσιαστικές νοοτροπίες φαίνεται να επιμένουν παρά τη βούληση υπέρβασής τους. Ο Κιουπκιολής μας καλεί σε διαρκή εγρήγορση και τονίζει την ανάγκη επινόησης ρυθμίσεων και μοντέλων συνύπαρξης που δυσχεραίνουν ή περιορίζουν αυτή την παραμένουσα τάση.

Προσπαθώντας να συμβάλλω σε αυτή την προτροπή θα πρότεινα να σκεφτούμε την ένταση μεταξύ οριζόντιων και ιεραρχικών οργανωσιακών αρχών και την επίμονη ανάδυση εξουσιαστικών νοοτροπιών σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κατανόησης της ανθρώπινης κατάστασης σήμερα. Αν είναι όρθο ότι οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν περιέλθει σε μια μεταιχμιακή κατάσταση στην οποία βρίσκονται αντιμέτωπες με βαθύτερα αδιέξοδα τότε δεν βρισκόμαστε μπροστά σε ερωτήματα και δυσκολίες που ανακύπτουν μόνο στο πλαίσιο της χειραφετητικής στρατηγικής.

Από τον χώρο των δημόσιων και κοινωνικών δομών, από τον χώρο των επιχειρήσεων που αποτελούν τις παραγωγικές μονάδες της εποχής μας, από την κυρίαρχη όψη της καθημερινής ζωής και ατομικής αυτοεικόνας, από παντού, φαίνεται να αναδύονται παραπλήσια ερωτήματα και ένα αίσθημα αδιεξόδου και ασφυξίας. Αν ισχύει κάτι τέτοιο τότε ίσως το ζήτημα της σύζευξης οριζόντιων και ιεραρχικών οργανωσιακών αρχών να μην είναι μια “κατάρα” της χειραφετητικής στρατηγικής αλλά ένα ερώτημα που σχετίζεται με τον πυρήνα ενός νέου τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας και της παραγωγής ο οποίος αναδύεται σε πολλαπλά σημεία σήμερα.

Η ανθρώπινη διανοητική και πρακτική δραστηριότητα σε πολλούς τομείς αναμετριέται με αυτό και παρόμοια ερωτήματα καθημερινά, μέθοδοι και τεχνικές ανιχνεύονται και δοκιμάζονται, ενώ πολλές διαφορετικού επιπέδου διαγνώσεις προσπαθούν να εντοπίσουν τους λόγους της αναδυσης εξουσιαστικών νοοτροπιών. Ίσως να είμαστε πιο δυνατοί/ες από όσο φανταζόμαστε για την επίλυση ζητημάτων που μπλοκάρουν τη δημιουργικότητα και την αποτελεσματικότητα των συλλογικών μας προσπαθειών για χειραφέτηση αν συλλαβουμε τις εξελίξεις έξω από τον “τόπο” του αγώνα ως σχετικές με αυτόν, αν αναπλαισιώσουμε σε ένα ευρύτερο ορίζοντα αυτό που είμαστε και κάνουμε. Να σκεφτούμε και να δράσουμε ως εάν ο ορίζοντάς μας να είναι η τολμηρή και αποφασιστική αναμέτρηση με βαθειά υπαρξιακά ζητήματα που αφορούν τη φυσιογνωμία των κοινωνιών μας.

Μπορούμε επίσης να προσεγγίσουμε αυτά για τα οποία παλεύουμε με άλλο μάτι. Θέλουμε οι άνθρωποι να είναι ελεύθεροι και ίσοι. Τι πλεονέκτημα γεννά μια τέτοια αντίληψη για τη συλλογική ζωή και για την οργάνωση και επιτέλεση των κοινωνικών μας λειτουργιών; Θέλουμε οι άνθρωποι να έχουν λόγο για αυτά που τους αφορούν. Αυτό γεννά μόνο δυσκολίες και φαίνεται πρακτικά ανεφάρμοστο ή έχει λειτουργικές και μεθοδολογικές αρετές στις οποίες δεν δίνουμε την απαιτούμενη έμφαση;

Αναγνωρίζουμε τις ιεραρχικές δομές ως “αναγκαίο κακό” για τις ανάγκες του αγώνα γιατί γεννούν εξουσιαστικές νοοτροπίες. Μήπως όμως υπάρχουν καταστάσεις και πρακτικές όπου η ιεραρχία αντί να γεννά εξουσιαστικές νοοτροπίες διαμορφώνει έξεις αλληλοσεβασμού και αμοιβαίας αναγνώρισης που αποδυναμώνουν την παγίωση και αναπαραγωγή της ως καταπιεστικού μηχανισμού; Μήπως, αν είμαστε πιο διεισδυτικοί/ες είμαστε σε θέση να εξετάσουμε την υπόθεση ότι η καταπίεση δεν αναδύεται από την ιεραρχία αλλά από άλλες ποιότητες του τρόπου με τον οποίο σκεφτόμαστε και οργανώνουμε την ανθρώπινη συνεργασία και συλλογική δραστηριότητα;

Μήπως αντί μόνο να προσπαθούμε να ισορροπήσουμε ανάμεσα στην ιεραρχία και τη δικτύωση, αξίζει να σκεφτούμε ότι υπάρχουν κακές και καλές εκδοχές τόσο της δικτύωσης όσο και της ιεραρχίας; Μήπως αξίζει τον κόπο να επιδοθούμε σε μια συστηματική εξέταση της υπόθεσης ότι η ιεραρχία και η δικτύωση μπορούν να αποτελούν διαφορετικές όψεις μια “μορφής ζωής” που είναι ρυθμισμένη έτσι ώστε να διευρύνει τις καλές εκδοχές και των δύο και να λειτουργεί τοξικά για τις κακές εκδοχές τους;

Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ότι πολλές φορές εστιάζουμε υπέρβολικά και απορροφούμαστε από τη σύγκρουση με τις ελίτ και τους εκφραστές τους. Φαίνεται να λειτουργούμε ως εαν η δική τους ήττα να σημαίνει αυτόματα επίλυση των αδιεξόδων και την εξαφάνιση των σύγχρονων προκλήσεων. Και δεν δίνουμε ένα σημαντικό ποσό της ενέργειας και του χρόνου μας να σκεφτούμε πώς θα επιτελούνταν διαφορετικά οι βασικές κοινωνικές λειτουργίες με τις υφιστάμενες ενσωματωμένες δυνατότητες, πώς θα διευθετούσαμε κρίσιμα ζητήματα και τι είδους μεθοδολογίες και κοινωνικές πρωτοβουλίες θα μπορούσαν να πραγματευθούν τις σύγχρονες προκλήσεις έτσι ώστε να δώσουν πραγματικές απαντήσεις σε δύσκολα ερωτήματα.

Αν αρχίσουμε να θεωρούμε τα προβλήματα, τα αδιέξοδα και τις προκλήσεις που αντιμετώπιζει η ανθρωπότητα ως άμεσα δική μας υπόθεση – όχι έμμεσα δια της πάλης εναντίον αυτού που τα προκαλεί – και αν διευρύνουμε το πεδίο των λύσεων ώστε να συμπεριλάβει την ανθρώπινη δραστηριότητα στους πιο απίθανους τομείς, τότε θα αρχίσουμε να διαμορφώνουμε μια νέα “μορφή ζωής”, ένα νέο πλαίσιο οργανωσιακών αρχών, μεθόδων και νοητικών εικόνων, που θα μπορεί πραγματικά να σηκώσει – όχι μόνο την σύγκρουση εναντίον των ελίτ υπερβαίνοντας κινηματικές “κατάρες” – αλλά το “βάρος” της λειτουργίας των κοινωνιών μας που φαίνεται να ασφυκτιούν.

Αν αρχίσουμε να αρθρώνουμε με κατάλληλο τρόπο τις υφιστάμενες δυνατότητες που έχει γεννήσει η ανθρωπίνη δραστηριότητα τότε θα αποκτήσουμε την αυτοπεποίθηση ότι είναι δυνατό να θέσουμε την ανθρωπότητα σε μια διαφορετική πορεία. Και πραγματικά πιστεύω ότι αν πιστέψουμε ότι είμαστε σε θέση να πετύχουμε κάτι τέτοιο τότε η ήττα του νεοφιλελευθερισμού και η δύση της παντοδυναμίας των ελίτ θα είναι πια θέμα χρόνου.

Ομιλία στην παρουσίαση του φιλοσοφικού τόμου «Διατομικότητα» (video)

Oμιλία στην παρουσίαση του φιλοσοφικού τόμου «Διατομικότητα, Κείμενα για μια οντολογία της σχέσης» (Balibar, Chiesa, Culioli, Deleuze, Del Lucchese, Goldman, Habermas, Hegel, Kojιve, Lacan, Lecercle, Marx, Morfino, Normand, Simmel, Simondon, Spinoza, Freud, Virno, Weber) σε επιμέλεια Μιχάλη Μπαρτσίδη την Παρασκευή 13 Νοεμβρίου στο Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων.

Στρατηγική ήττα της δημοκρατίας (video)

Το κείμενο που ακολουθεί βασίζεται σε παρέμβαση στην εκδήλωση του «Δρόμου της Αριστεράς» με θέμα Καθεστώς Δανεισμού και Πολιτικός Αγώνας για να μην σβήσει η χώρα. Η εκδήλωση που διοργάνωσε ο Δρόμος της Αριστεράς, πραγματοποιήθηκε στις 09/11/2015 στην ΑΣΟΕΕ .

Δεν διαλέγουμε την εποχή στην οποία γεννιόμαστε -αν θα είναι φωτεινή ή σκοτεινή. Αυτό όμως που επιλέγουμε, που περνάει από το χέρι μας, είναι η στάση που θα έχουμε απέναντί της. Και σ’ αυτές τις εποχές τις δύσκολες, στις οποίες μπαίνουμε ολοταχώς τα τελευταία χρόνια, φάνηκε από τις εξελίξεις και την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς τον τελευταίο χρόνο, ότι αν δεν έχουμε το φρόνημα και το ανάστημα να παραδεχτούμε –προσωπικά ο καθένας– το καθήκον που έλαχε σε μας, όσο δύσκολο και να φαίνεται, τότε όχι μόνο δεν θα είμαστε χρήσιμοι στον λαό μας αλλά θα γίνουμε αργά ή γρήγορα εξάρτημα της μηχανής που επιχειρεί να ισοπεδώσει κοινωνίες, δικαιώματα, κατακτήσεις.

Αυτό δεν αφορά μόνο την Αριστερά αλλά αφορά και την Αριστερά. Πολλοί και πολλές που αποκόπηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν το κάναν για να μείνουν πιστοί στις ιδέες τους, διότι σε περιόδους όπως αυτή που ζούμε, ολικής απειλής της κοινωνίας, δεν έχουμε το δικαίωμα να αγωνιζόμαστε για να υπερασπιστούμε ή για να προωθήσουμε τις ιδέες μας, αλλά έχουμε την υποχρέωση να αγωνιζόμαστε για την επιβίωση του λαού μας, με όπλο τις ιδέες μας. Κι αν κάτι σήμερα φαντάζει στα δικά μου μάτια τρομακτικό, δεν είναι οι νέες περικοπές μόνο, δεν είναι το ξεπούλημα που συνεχίζεται, αλλά η έλλειψη ελπίδας. Διότι μια κοινωνία που πιέζεται πολύ αλλά έχει έναν αγωνιστικό προσανατολισμό, έχει μια διάθεση μαχητικότητας, μπορεί να αντέξει πάρα πολλά χωρίς να διαλυθεί. Μια κοινωνία παραιτημένη, χωρίς ελπίδα, είναι μια κοινωνία που αργά ή γρήγορα θα αναπτύξει όλες τις παθογένειες, που δυστυχώς βλέπουμε και σ’ άλλες κοινωνίες, και αργά ή γρήγορα θα αρχίσει να αλληλοφαγώνεται. Γιατί αυτό που ζήσαμε αυτόν τον χρόνο, ο οποίος δεν έχει τελειώσει ακόμα, είναι μια στρατηγική ήττα όχι της Αριστεράς, αυτό θα ήταν λίγο και πιο εύκολα αντιμετωπίσιμο, αλλά μια στρατηγική ήττα της δημοκρατίας. Μια στρατηγική ήττα της δημοκρατίας που έρχεται σαν συνέχεια του γεγονότος ότι οι λαοί έχουν ξεχάσει τι σημαίνει δημοκρατία.

Δημοκρατία είναι η δυνατότητα εκείνων που δεν έχουν οικονομική ισχύ να έχουν λόγο γι’ αυτά που τους αφορούν ή πρόσβαση –κάποιου τύπου επιρροή– σ’ αυτά που τους αφορούν. Είχαμε την τύχη ως κοινωνία, γιατί πολλές κοινωνίες, τεράστιες περιοχές του πλανήτη δεν είχαν αυτή την τύχη, να ζήσουμε σε μια περίοδο που είχαμε κάποια στοιχειώδη πρόσβαση στις αποφάσεις. Δεν θέλω, λόγω του χρόνου, να επεκταθώ.

Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Έκλεισε με τον πιο καθαρό τρόπο, χωρίς υπεκφυγές. Το μήνυμα που πήραμε, και πρέπει να το κατανοήσουμε βαθιά, είναι ότι δεν έχουμε την απαραίτητη ισχύ ως λαός, ως κοινωνία, και εμείς και άλλες κοινωνίες, για να επιβάλουμε τη συμμετοχή μας σε κρίσιμες αποφάσεις για τη ζωή τη δική μας και των παιδιών μας. Άρα το ερώτημα, στο δικό μου το μυαλό, είναι πώς αποκτάμε εκ νέου εκείνη την ισχύ που θα αναγκάσει τις ελίτ να αποδεχτούν ότι στον σχεδιασμό του μέλλοντος των κοινωνιών μας, θα λαμβάνονται υπ’ όψιν και οι δικές μας απόψεις και οι δικές μας ανάγκες. Και πώς θα παραχθεί αυτή η νέα ισχύς; Αυτό είναι ένα ερώτημα που πρέπει να μας απασχολήσει.

Πρέπει να είμαστε επινοητικοί, τολμηροί, διατεθειμένοι να επανεκπαιδευτούμε, να αλλάξουμε πολλά απ’ αυτά που εμείς νομίζουμε ότι είναι οι βασικοί κανόνες, οι βασικές γραμμές στις οποίες πρέπει να κινείται η δράση μας και η σκέψη μας – διότι κι εμείς γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε σε μια περίοδο που τέλειωσε. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε όλες τις σύγχρονες δυνατότητες, να είμαστε σοβαροί, συστηματικοί και να θέλουμε να είναι πολυπρόσωπη η προσπάθειά μας, διότι απέναντί μας έχουμε έναν καλά οργανωμένο στρατό. Η εικόνα του αντιπάλου με τον οποίο θα πρέπει να αναμετρηθούμε, είναι οι στρατιές των γραφειοκρατών, των καλά διαταγμένων, των καλά καταρτισμένων, των καλά οργανωμένων και καλής επικοινωνίας μεταξύ τους και διάταξης και αξιοποίησης όλων των δυνατοτήτων τους: του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Απέναντι σε τέτοιους στρατούς θέλει μια άλλου τύπου σοβαρότητα και οργάνωση.

Αν δεν το κάνουμε εμείς, επειδή η κοινωνία μας καταρρέει, αν δεν βρούμε εμείς τρόπο, οι πολίτες αυτής της χώρας, ο ελληνικός λαός, να αποκτήσει την ισχύ, να έχει το δικαίωμα, να έχει την αυτονομία να μπορεί να συμμετέχει κανονικά στις κρίσιμες αποφάσεις και να επηρεάζει τις εξελίξεις, αν δεν το κάνουμε αυτό, θα έρθουν οι εθνικιστές, οι φασίστες, με τον δικό τους στρατιωτικοποιημένο τρόπο, να περιμαζώσουν μια κοινωνία που καταρρέει και να ολοκληρώσουν την παρακμή της. Πυξίδα σε αυτή την προσπάθεια θα μπορούσε να είναι η δράση της Αριστεράς σε παρόμοιες περιπτώσεις, σε παρόμοιες περιόδους, αφού το μάτι της Αριστεράς θα πρέπει να πάει πίσω αρκετά, πριν από την περίοδο που αρχίσαν κάποιες κοινωνίες στη Δυτική Ευρώπη να έχουν κάποιου τύπου δημοκρατία.

Να κλείσω με μία φράση: Η εικόνα αυτού που προσπαθώ τόση ώρα να πω, του περιορισμού δηλαδή του δικαιώματός μας να έχουμε λόγο σ’ αυτά που μας αφορούν, είναι οι κυβερνήσεις τις οποίες καλούμαστε να ψηφίσουμε τα τελευταία χρόνια. Είναι οι κυβερνήσεις που παίρνουν εντολή από τον ελληνικό λαό, οι οποίες αποτελούν τον μικρό εταίρο σε μια μεγαλύτερη κυβέρνηση που έχει μέσα την ΕΚΤ και τους δανειστές, οι οποίοι είναι και αρμόδιοι για τις κρίσιμες αποφάσεις. Και αν αυτός ο μικρός εταίρος δεν έχει σχέδιο, με την κινητοποίηση του κόσμου, να ασκήσει παίρνοντας πάνω του ο ελληνικός λαός (να τον οργανώσει ώστε να πάρει πάνω του) τις βασικές λειτουργίες της κοινωνίας μας, τότε όποτε τολμήσει ο μικρός εταίρος να αμφισβητήσει τους μεγάλους, η κοινωνία θα απειλείται με απόλυτη καταστροφή, με χρεοκοπία. Άρα τμήμα της δυνατότητάς μας να ανακτήσουμε τη δημοκρατία και την αυτονομία μας, είναι η ικανότητά μας, από ’δω και πέρα, να οργανώσουμε με τέτοιο τρόπο τις δικές μας δυνατότητες ώστε να ασκήσουμε κάποιου τύπου έλεγχο πάνω στις βασικές λειτουργίες. Στη διατροφή, το φάρμακο, την ενέργεια, τις υπόλοιπες υποδομές. Όσο ξένο και να μας φαίνεται αυτό στην παραδοσιακή πολιτική, άλλο τόσο πολλή δουλειά χρειάζεται να κάνουμε για να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε ότι στη νέα περίοδο στην οποία έχουμε μπει, οι πολιτικές δυνάμεις που θα παίξουν ρόλο, θα είναι ανθεκτικές και πραγματικά θα είναι χρήσιμες στον ελληνικό λαό, θα είναι αυτές που θα ξέρουν να κάνουν αυτή τη δουλειά.

 

*Δημοσιεύθηκε στον Δρόμο της Αριστεράς στις 17/11/2015

Αποσπάσματα ομιλιών προεκλογικής περιόδου

9805_936580113033077_1468745137949318467_n

*Εκδήλωση στη Νέα Σμύρνη

Βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας μεγάλης, μιας ιστορικής πολιτικής αλλαγής. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει το απολύτως εύλογο και νηφάλιο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας να σταματήσει ένα πρόγραμμα που εφαρμόστηκε πέντε χρόνια με καταστροφικά αποτελέσματα και κανένα αποτέλεσμα στη διαχείριση του χρέους. Δεν είμαστε στο 2010, δεν πρόκειται για εκτιμήσεις και προβλέψεις, πρόκειται για μια σκληρή πραγματικότητα που τη ζήσαμε στο πετσί μας.

Είναι στοιχείο αυτοσεβασμού για μια κοινωνία να διεκδικήσει μια εναλλακτική στρατηγική. Είναι στοιχείο αυτοσεβασμού να σταματήσει ένα κυνικό πρόγραμμα παρακμής και εξαθλίωσης που συνιστά προσωπική προσβολή για κάθε πολίτη αυτής της χώρας.

Είναι όμως και ζήτημα επιβίωσης. Η λιτότητα και η περιστολή δαπανών για τις λαϊκές ανάγκες είναι μόνιμη στρατηγική. Η ταύτιση της ανταγωνιστικότητας με τη μείωση του εργατικού κόστους διαμορφώνει ένα μόνιμο καθοδικό σπιράλ για όλους τους λαούς.

Έχουμε την εμπειρία της Ανατολικής Ευρώπης και άλλων περιοχών του πλανήτη όπου δεν αναχαιτίστηκε αυτή η πολιτική. Σε αυτές τις κοινωνίες οδήγησε σε μείωση του προσδόκιμου ζωής, του μορφωτικού επιπέδου, στην κυνική πιβολή του δίκαιου του ισχυρού, σε πολυδιάστατη παρακμή και εξαθλίωση ως κανονικότητα. Δεν μας επιτρέπεται να επιτρέψουμε ένα τέτοιο μέλλον για τα παιδιά μας και τις μελλοντικές γενιές.

1658343_936579419699813_3447926544638908460_o

Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτοντας σε προτεραιότητα την αξιοπρέπεια των Ελλήνων πολιτών κατέθεσε το γνωστό πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Στο πρόγραμμα ασκήθηκε κριτική με τη γνωστή ρητορική ότι “αυτά δεν γίνονται”. Όμως, κανένα άλλο κόμμα δεν ένιωσε την ανάγκη για ένα πρόγραμμα άμεσης αντιμετώπισης των εξευτελιστικών συνθηκών διαβίωσης των συμπατριωτών μας. Η έγνοια για την αξιοπρέπεια των συμπατριωτών μας έχει καταντήσει να θεωρείται “ιδιοτροπία” του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ θα έπρεπε να είναι κοινός τόπος όλων των κομμάτων. Πρόκειται για δείγμα πολιτικής κατάντιας της μνημονιακής παράταξης.

Τα ίδια ακούμε και για τον ΕΝΦΙΑ, το γνωστό τροπάρι, “αυτά δεν γίνονται”. Ότιδήποτε αφορά τις ανάγκες των φτωχών και των μεσαίων στρωμάτων μας λένε ότι “δεν γίνεται”. Αυτός ο κυνισμός ότι η κοινωνία δεν μπορεί να κάνει τίποτα για τη διάχυτη αγριότητα, η επιβολή της αδιαφορίας για τους γύρω μας είναι ο σύγχρονος ολοκληρωτισμός που αποτελεί τη σοβαρότερη απειλή για την κοινωνία μας.

Γιατί το βιοτικό επίπεδο μπορεί να πέσει και από μια φυσική καταστρογή. Όμως αν η κοινωνία δεν έχει χάσει τους δεσμούς αλληλεγγύης, την αίσθηση της κοινής μοίρας και τη βούληση για ένα συλλογικό σχέδιο είναι σε θέση να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες. Όμως αν επιβληθεί ο κυνισμός στο σώμα της κοινωνίας τότε αυτή δεν έχει καμιά τύχη, η παρακμή είναι το μέλλον της.

10919052_937725819585173_3881874352958617867_n

*Εκδήλωση στο Περιστέρι

Στο ζήτημα της διαπραγμάτευσης ο ΣΥΡΙΖΑ πρεσβεύει μια τομή με την μνημονιακή περίοδο γιατί για πρώτη φορά η αξιοπρέπεια των Ελλήνων και η προοπτική της κοινωνίας μας θα αποτελέσουν κριτήριο που πρέπει να ικανοποιεί οποιαδήποτε λύση τεθεί στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Λιτότητα ή άλλες πολιτικές που μας προσβάλλουν και μας καταδικάζουν δεν θα ξαναμπούν στο τραπέζι.

Λέγονται πολλά για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ένα είναι το “λάθος” του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν συναινεί στον κυνισμό του δίκιου του ισχυρού, στην σύγχρονη απολυταρχία και επιμένει με παιδική αθωότητα να θέτει ως προτεραιότητα τις ανάγκες των πολιτών και τις προσδοκίες τους για μια ζωή με νόημα, με περιεχόμενο, με αξιοπρέπεια.

10429856_830709006994370_4423155713510665270_n

*Εκδήλωση στη Μεταμόρφωση

Ακούμε πολλά περί πατριωτισμού. Πατριωτισμός όμως δεν είναι να τρομοκρατείς εκείνους που έχουν ακόμη κάτι να χάσουν και να τους καλεί να γυρίσουν την πλάτη τους στους συμπατριώτες τους που εξαθλιώνονται. Δεν είναι η αδιαφορία και ο κυνισμός, ούτε η αποδυνάμωση της χώρας όταν έχουμε έντονες γεωπολιτικές αναταράξεις, ούτε να μην έχει λόγο η κοινωνία για τίποτα, υποδομές, έδαφος, υπέδαφος κτλ

Πατριωτισμός είναι το αίσθημα της κοινής μοίρας, η ευθύνη για τις επόμενες γενιές. Στις εθνικές γιορτές δεν τιμάμε εκείνους που κρύφτηκαν ιδιοτελώς σε μια δύσκολη στιγμή αλλά εκείνους που έκαναν προσωπική τους υπόθεση την υπεράσπιση της κοινωνίας τους.

Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει την ευκαιρία για μια αλλαγή νοοτροπίας στην διοίκηση αλλά και γενικότερα στην κοινωνία. Δεν είναι μοίρα αυτού του λαού η αυθαιρεσία της εγχώριας ολιγαρχίας, η θρασύτατη περιφρόνηση νόμων και κανόνων, η αδιαφορία αυτών που έχουν τον πλούτο για το μέλλον της χώρας. Δεν είναι η μοίρα μας η “Ελλάδα” της αρπαχτής και των αεριτζήδων, η νοοτροπία των κολλητών και των πελατειακών σχέσεων.

Καιρός είναι να έρθει στο προσκήνιο η άλλη “Ελλάδα”, μια “Ελλάδα” ικανή, δημιουργική, σεμνή, με διάθεση προσφοράς, που εμπνέεται από τη μεθοδικότητα, τον σχεδιασμό, τη μέριμνα για το κοινό καλό, τον σεβασμό στο δημόσιο συμφέρον, την δημοκρατία, την δυνατότητα να έχουμε λόγο για αυτά που μας αφορούν.

10929224_938187232872365_851706491751139044_n

*Εκδήλωση στο Καματερό

Με τα ψέματα δεν θα βγούμε από μια κρίση που δεν είναι στενά οικονομική, αλλά είναι και κρίση φυσιογνωμίας, προσανατολισμού και αξιών. Αυτή ίσως να είναι η σπουδαιότερη και δυσκολότερη μάχη που έχουμε να δώσουμε αλλά και η μεγαλύτερη υπηρεσία στην κοινωνία μας.

Με αισιοδοξία να απευθυνθούμε σε όλους, να είμαστε απαιτητικοί από τους εαυτούς μας και τους γύρω μας. Με ευθύνη, σοβαρότητα και αποφασιστικότητα να σκεφτούμε με κριτήριο τις ζωές μας και το μέλλον της κοινωνίας μας. Με αποφασιστικότητα και αυτοπεποίθηση να στηρίξουμε τον ΣΥΡΙΖΑ να πάει όσο ψηλότερα γίνεται.

Για να ανακτήσουμε τον αυτοσεβασμό μας, γιατί μόνο μια κοινωνία που σέβεται η ίδια πρώτα και κύρια τον εαυτό της είναι σε θέση να αξιώσει σεβασμό από τους πιστωτές και τους ντόπιους ολιγάρχες.

Για να μην περάσει ο κυνισμός.

Για να νικήσει η ελπίδα. Για να ξαναγυρίσουν τα χαμόγελα.

Για να ζεστάνουμε τις καρδιές των Ελλήνων, ώστε να απελευθερώσουμε τα μυαλά τους. Γιατί χρειαζόμαστε όλοι και όλες την επόμενη μέρα για να χτίσουμε την ζωή και την κοινωνία που μας αξίζει.

10917846_936579899699765_3262830792077032765_n

*Ευχαριστώ τη Θάλεια Τζανετάκη, τον Βασίλη Θεοδώρου και τη Χριστίνα Σκανδαλάρη για τις φωτογραφίες

Στιβαρή κοινωνία σε επικίνδυνους καιρούς

Εκτεταμένη εκδοχή ομιλίας στη Συνάντηση Εργασίας – Workshop με θέμα ΕΛΛΑΔΑ: «ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ» που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα την Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014 από το Ίδρυμα Μεσογειακών Μελετών. Μίλησα ως εκπρόσωπος του Ινστιτούτου Ν. Πουλαντζάς στην τρίτη θεματική ενότητα με τίτλο «Για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο».

1. Ο όρος κοινωνικό συμβόλαιο συνήθως παραπέμπει σε μια κοινωνία η οποία αναζητά τους όρους διευθέτησης εσωτερικών κοινωνικών συγκρούσεων και ικανοποίησης αντιτιθέμενων ταξικών συμφερόντων με στόχο τη διαμόρφωση ενός ομαλού κοινωνικού περιβάλλοντος. Οι λαϊκές τάξεις διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο στον παραγόμενο πλούτο στη βάση της κοινωνικής δικαιοσύνης αφού αυτές είναι που κατά βάση τον παράγουν και οι οικονομικές ελίτ διεκδικούν το ίδιο στη βάση του ότι αυτές αποτελούν τον κινητήριο μοχλό της οικονομίας από τη στιγμή που ελέγχουν τις κρίσιμες αποφάσεις στην οικονομία και την παραγωγή. Η συζήτηση περί κοινωνικού συμβολαίου επικεντρώνει συνήθως τον προβληματισμό στην αντιμετώπιση εσωτερικών ζητημάτων ως εάν η κοινωνία να μην αντιμετωπίζει θεμελιακούς κινδύνους και με στόχο την ευημερία και την πρόοδο ως εάν να μην διακυβεύεται η ύπαρξή της.

Η υπόθεση της δικής μου παρέμβασης είναι ότι σήμερα η ελληνική κοινωνία – όπως και άλλες κοινωνίες – βρίσκονται αντιμέτωπες με πρωτοφανείς και τεράστιες προκλήσεις αναφορικά με την ύπαρξη και τη φυσιογνωμία τους. Σε αυτό το πλαίσιο υποστηρίζω ότι το όποιο κοινωνικό συμβόλαιο και γενικότερα οποιαδήποτε προσπάθεια ρύθμισης εσωτερικών διενέξεων οφείλουν να ισχυροποιούν τη στιβαρότητα της κοινωνίας ώστε να μπορεί να αντιμετώπισει τις εν λόγω προκλήσεις. Η αριστερή διευθέτηση του κοινωνικού ζητήματος, ο ριζικός αναπροσανατολισμός της παραγωγής και της οικονομίας και η πραγματική δημοκρατία δεν αποτελούν σήμερα μόνο αιτήματα κοινωνικής δικαιοσύνης και ευημερίας – όπως έχουμε συνηθίσει να τα σκεφτόμαστε – αλλά κρίσιμες παράμετροι ώστε να μπορέσει η ελληνική κοινωνία να αντιμετωπίσει τους τεράστιους κινδύνους που την απειλούν. Αυτά τα αιτήματα δεν είναι “πολυτέλειες” περασμένων εποχών “παχιών αγελάδων” που δεν μπορούν να γίνουν ανεκτά στο σημερινό σκληρό παγκόσμιο περιβάλλον όπως ακούμε, αλλά αντιθέτως αποτελούν τους όρους για την επιβίωση της ελληνικής κοινωνίας σε αυτό το περιβάλλον. Μια ριζική ανακατανομή ισχύος από τις οικονομικές ελίτ προς τους πολίτες – με την έννοια του λόγου επί των κρίσιμων αποφάσεων – αποτελεί το έδαφος ενός κοινωνικού συμβολαίου ώστε η ελληνική κοινωνία να αποκτήσει τη στιβαρότητα που απαιτούν οι σημερινοί επικίνδυνοι καιροί.

2. Αναφέρω εν συντομία δύο κινδύνους για την ύπαρξη και τη φυσιογνωμία των σύγχρονων κοινωνιών που οφείλουν να διαμορφώνουν τον ορίζοντα των εναλλακτικών πολιτικών και κοινωνικών σχεδίων που έχει νόημα να εξετάζουμε αναζητώντας ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο σε αυτές τις συνθήκες.

Ο πρώτος είναι αυτό που ονομάζω απολυταρχία των αγορών. Μια σειρά από πολιτικές επιλογές και η εκδίπλωση οικονομικών τάσεων στις οποίες δεν θα αναφερθώ διαμορφώνουν σήμερα μια παγκόσμια πραγματικότητα σύμφωνα με την οποία οι κοινωνίες στερούνται της πρόσβασης σε κρίσιμες αποφάσεις. Ποικίλες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου και όχι μόνο που εν κρυπτώ προωθούνται σήμερα, η αρχιτεκτονική της ΕΕ, πάσης φύσεως μνημονιακές πολιτικές κοκ καταργούν τις ούτως ή άλλως ισχνές δημοκρατικές διαδικασίες αποκλείοντας τους λαούς από κάθε λόγο επί αποφάσεων που καθορίζουν με δραματικό τρόπο την πορεία των κοινωνιών τους.

Η νεοφιλελεύθερη ευρωπαϊκή στρατηγική συνιστά μονομερή αθέτηση βασικών καταστατικών μεταπολεμικών (μεταπολιτευτικών για τη χώρα μας) δεσμεύσεων μεταξύ των ελίτ και των λαϊκών τάξεων με ορίζοντα την πλήρη ακύρωση της δημοκρατικής “ανωμαλίας”, δηλαδή της βαθμιαίας εισόδου των λαϊκών τάξεων στην πολιτική, της αξίωσης λόγου και επιρροής επί των κρίσιμων αποφάσεων. Αυτό που διακυβεύεται είναι η φυσιογνωμία της κοινωνίας και έννοιες όπως ελευθερία, δημοκρατία, λαϊκή κυριαρχία, αξιοπρέπεια. Πρόκειται για μια γιγαντιαία επιχείρηση απόρριψης τεράστιων τμημάτων πληθυσμού εκτός κοινωνίας με την έννοια της συμμετοχής στην παραγωγή και πρόσβασης σε κρίσιμες αποφάσεις, βασικά αγαθά και ελευθερίες. Η αποσύνθεση των κοινωνιών και η μετατροπή των πολιτών σε πλήθη χωρίς δικαιώματα και λόγο αποτελεί τον ορίζοντα της απολυταρχίας των αγορών.

Πιο συγκεκριμένα, στην Ελλάδα η πολιτική της λιτότητας τα τελευταία χρόνια έχει κλονίσει επικίνδυνα τη διοικητική δομή της χώρας υπονομεύοντας κρίσιμες επιχειρησιακές ικανότητες αναγκαίες για την υπόσταση του κράτους, τη διασφάλιση της λαϊκής κυριαρχίας και τη δυνατότητα αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων. Στην Ελλάδα σήμερα είμαστε αντιμέτωποι με μια κοινωνία σε αποσύνθεση, μια καταρρέουσα οικονομία, μια πληγωμένη δημοκρατία και ένα αποδιοργανωμένο κράτος.

Το πρόβλημα δεν είναι όμως μόνο η αποστέρηση και ο αποκλεισμός, η κοινωνική παρακμή και η οπισθοδρόμηση. Το πρόβλημα είναι ότι κρισιμότατες αποφάσεις για το μέλλον των κοινωνιών αλλά και του πλανήτη ακόμη αποτελούν αποκλειστική αρμοδιότητα των αγορών, δηλαδή κάποιων οικονομικών ελίτ τα κριτήρια των οποίων και η στόχευση δεν συνάδουν με τη διατηρησιμότητα πόσο μάλλον με τη βελτίωση των ανθρώπινων κοινωνιών. Υποβάθμιση υποδομών και παραγωγικών δομών, διαταραχές στη διατροφική αλυσίδα, περιβαλλοντική ανισορροπία, εξάντληση φυσικών πόρων, πτώση βιοτικού, μορφωτικού και αξιακού επιπέδου, νέες τεχνολογικές προκλήσεις κοκ διαμορφώνουν έναν απαιτητικό καμβά τη συνθετότητα και τη σπουδαιότητα του οποίου δεν μπορούν καν να αντιληφθούν οι οικονομικές ελίτ λόγω του κοντόθωρου προσανατολισμού στο γρήγορο κέρδος και την επικράτηση στον ανταγωνισμό. Βρισκόμαστε στην εξαιρετικά δυσχερή θέση οι κοινωνίες να οδηγούνται σε τρομακτικά αδιέξοδα με αυτούς που τα προκαλούν και έχουν τα “ινία” των κοινωνιών να ανήκουν σε μια αποξενωμένη από τις κοινωνίες κάστα, ο ορίζοντας της οποίας δεν επιτρέπει καν να τεθούν ζητήματα μακροπρόθεσμων επιπτώσεων, σχεδιασμού, σύνθετης προσέγγισης και σοβαρής αντιμετώπισης.

Ο δεύτερος κίνδυνος είναι οι έντονες γεωπολιτικές αναταράξεις και οι αυξανόμενες πολεμικές εμπλοκές. Η αλλαγή συνόρων στην Ουκρανία, επί ευρωπαϊκού εδάφους, με τις κυρίαρχες δυνάμεις στην Ήπειρο να πρωταγωνιστούν αρνητικά με τον πιο επίσημο τρόπο σε αυτή την εξέλιξη σηματοδοτεί την αθέτηση της καταστατικής μεταπολεμικής δέσμευσης για τη μη αλλαγή συνόρων στην Ευρώπη (η περίπτωση του Κοσσόβου μπορεί να θεωρηθεί ως πρόδρομο φαινόμενο). Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει κατώφλι στο πού μπορεί να οδηγηθούν τα πράγματα και συνεπώς το αίτημα για σοβαρό σχεδιασμό και στιβαρότητα από τη μεριά της ελληνικής κοινωνίας γίνεται ακόμη πιο επιτακτικό.

3. Τι σημαίνει όμως στιβαρή κοινωνία; Ένα πρώτο χαρακτηριστικό είναι η ικανότητά της να ελέγχει κρίσιμες αποφάσεις που αφορούν την πορεία της. Δηλαδή, στιβαρή κοινωνία είναι μια ελεύθερη κοινωνία ή τουλάχιστον μια κοινωνία που επιχειρεί με επιδεξιότητα, σοβαρότητα και συντεταγμένο τρόπο να ανακτήσει τον έλεγχο στρατηγικών τομέων που της δίνουν τη δυνατότητα να σχεδιάσει την πορεία της. Αυτός ο δρόμος είναι ένας δρόμος σύγκρουσης με τις υπερεθνικές ελίτ και δομές που σφετερίζονται σήμερα τις κρίσιμες αποφάσεις, αλλά και με μέρος των εγχώριων ελίτ που έχουν συνηθίσει σε ένα καθεστώς αυθαιρεσίας και σε ένα σχεδιασμό που δεν αφορά το μέλλον της κοινωνίας αλλά τα στενά συμφέροντά τους.

Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η θεσμική και όχι μόνο οργάνωση της κοινωνίας ώστε να διαμορφωθούν οι δημόσιες δομές όπου θα λαμβάνει χώρα α) η απαραίτητη μελέτη των εξελίξεων και των νέων δεδομένων και β) θα σχεδιάζονται οι επιμέρους στρατηγικές. Επιπρόσθετα, απαιτούνται δομές δημόσιας πολιτικής οι οποίες θα συντονίζουν και θα ελέγχουν τις κοινωνικές δυνάμεις που υλοποιούν τις σχετικές πολιτικές. Αναφέρομαι σε ινστιτούτα μελετών ποικίλων ζητημάτων (υποδομές, διατροφή, κλαδική πολιτική, παραγωγικά πρότυπα, ενεργειακός σχεδιασμός, γεωπολιτική, Βαλκάνια, Μεσόγειος κοκ), δημόσιους φορείς, οργανισμούς και τοπικούς θεσμούς που σχεδιάζουν και συντονίζουν με γνώμονα τη στιβαρότητα της χώρας μπροστά στις σημερινές προκλήσεις. Αυτές οι θεσμίσεις θα αποτελέσουν τα μάτια, το μυαλό και τα χέρια μιας κοινωνίας που θέλει να ορίζει την τύχη της.

Ένα τρίτο χαρακτηριστικό είναι η ριζική αλλαγή νοοτροπίας με την οποία ασκείται η δημόσια πολιτική σε αυτή τη χώρα με την ευρεία έννοια. Σήμερα από τη μια έχουμε τη νοοτροπία των “αεριτζήδων” και των “κολλητών” που παρασιτούν χωρίς να προσφέρουν καμιά σοβαρή υπηρεσία στην κοινωνία και από την άλλη έχουμε τη νεοφιλελεύθερη εμμονή στο βραχυπρόθεσμο κέρδος και το επιμέρους συμφέρον αδιαφορώντας για τις μακροπρόθεσμες και ευρύτερες κοινωνικές και όχι μόνο συνέπειες. Απέναντι σε αυτές τις ανώριμες και ασόβαρες νοοτροπίες – ιδιαίτερα αν τις δει κανείς κάτω από το πρίσμα της καταστροφής που έχουν προκαλέσει και την πλήρη ακαταλληλότητά τους μπροστά στις δυσκολίες που έχουμε σήμερα – οφείλουμε να καλλιεργήσουμε μια νοοτροπία υπευθυνότητας, σεβασμού του δημόσιου συμφέροντος, εργατικότητας, αφοσίωσης και προπαντώς σοβαρότητας και συντεταγμένου μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Η εγκαθίδρυση μιας τέτοιας προσέγγισης για τη διαχείριση πάρα πολύ κρίσιμων θεμάτων για το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας απαιτεί σφοδρή και καθολική σύγκρουση με τις κατεστημένες νοοτροπίες, τα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα και την κοντόθωρη λογική των οικονομικών ελίτ, μια σύγκρουση που δεν περιγράφεται εύκολα στα προγράμματα και αφορά όχι μόνο το περιεχόμενο της πολιτικης αλλά και τον τρόπο άσκησής της.

4. Άφησα για το τέλος το πιο κρίσιμο χαρακτηριστικό μιας στιβαρής κοινωνίας. Συνηθίζουμε να λέμε ότι η Ελλάδα είναι μια αδύναμη χώρα ή όταν αναφερόμαστε στις δυνατότητές της σκεφτόμαστε τη γεωπολιτική της θέση, τον φυσικό της πλούτο κοκ. Όμως, το ισχυρότερο όπλο για τη στιβαρότητα της Ελλάδας – και παρομοίως όλης της Ευρωπής – είναι μια πολιτική λογική που έχει στο επίκεντρό της τη μεγαλύτερη πλουτοπαραγωγική πηγή της: το ανθρώπινο δυναμικό της. Για μια σειρά ιστορικούς και πολιτισμικούς λόγους στους οποίους δεν θα αναφερθώ, στην ελληνική κοινωνία – αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές – τεράστιοι πόροι έχουν επενδυθεί στην ανάπτυξη (μορφωτική, πολιτισμική, πολιτική κ.ο.κ.) των πολιτών. Οι Έλληνες πολίτες φέρουν τεράστιο απόθεμα δυνατοτήτων –παρά τη λυσσαλέα επιχείρηση υποβάθμισής τους σε όλα τα επίπεδα τις τελευταίες δεκαετίες–, το οποίο αποτελεί το πιο πολύτιμο γεωπολιτικό πλεονέκτημα της χώρας. Για όποιον και όποια δεν έχει τυφλωθεί από τη λογική του κέρδους και του ανταγωνισμού, είναι εντελώς προφανές ότι η νεοφιλελεύθερη στρατηγική όχι μόνο δεν μπορεί να συλλάβει καν αυτό το τεράστιο ιστορικό και πολιτισμικό κοίτασμα δυνατοτήτων ως το κομβικό πλεονέκτημα για την ελληνική κοινωνία, αλλά αντιθέτως επιστρατεύει όλες τις δυνάμεις της στην ολοσχερή καταστροφή του.

Αντιθέτως, μια πολιτική λογική που βασίζεται στη συνεργασία και τη δημοκρατία, είναι σε θέση να ξεκλειδώσει τις τεράστιες δυνατότητες που διαθέτει ο λαός μας. Η φυσιογνωμία μιας περιοχής που φαίνεται να υποβαθμίζεται με βάση τα συμβατικά γεωπολιτικά μεγέθη αλλάζει εντελώς αν συμπεριλάβουμε το στοιχείο των δυνατοτήτων των πολιτών ως αυτόνομων υποκείμενων με δυνατότητες απόφασης και όχι απλώς ως εργατικών υποζυγίων υπό τις εντολές τρίτων. Μεταφέροντας τις αποφάσεις στους πολίτες, εμπεδώνοντας δομές δημόσιας πολιτικής όπου τον πρώτο ρόλο θα τον έχουν οι ίδιοι και οι δυνατότητές τους και συντονίζοντας τη δική τους δραστηριότητα, η Ελλάδα θα είναι σε θέση να αξιοποιήσει στο μάξιμουμ αυτές τις ενσωματωμένες στους ανθρώπους δεξιότητες και ικανότητες. Μια ώριμη και συντεταγμένη κοινωνική οργάνωση βασισμένη στη λογική της συνεργασίας και της δημοκρατίας μπορεί να αντιμετωπίσει τις μεγάλες προκλήσεις

5. Στο έδαφος των παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι ένα κοινωνικό συμβόλαιο που σκοπό έχει να ενισχύσει τη στιβαρότητα της κοινωνίας απέναντι στις επικίνδυνες προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας, δεν είναι μια απλή συμφωνία ανάμεσα σε κοινωνικούς εταίρους. Το μέλλον της Ελλάδας περνάει μέσα από τη ριζική μετατόπιση ισχύος από τις οικονομικές ελίτ προς τους πολίτες. Όμως, τι είδους κοινωνικό συμβόλαιο είναι αυτό αν οι οικονομικές ελίτ δεν συναινέσουν να απωλέσουν μέρος της ισχύος και του πλούτου τους; Η απάντηση είναι ότι το κοινωνικό συμβόλαιο που περιέγραψα συνιστά αναγκαία συνθήκη για να έχει η ελληνική κοινωνία κάποια ελπίδα, και απέναντι στους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε τίθεται ένα κομβικό ερώτημα: έχουν οι οικονομικές ελίτ την οποιαδήποτε αίσθηση κοινής μοίρας με τον ελληνικό λαό ή όχι; αν έχουν τότε δεν θα είναι εύκολο για τους οικονομικά ισχυρούς αυτού του τόπου να αποφύγουν να αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες σε μια τόσο κρίσιμη ιστορική στιγμή. Αν από την άλλη δεν έχουν την αίσθηση της κοινής μοίρας με τον λαό μας και αδιαφορούν για την τύχη του τότε αυτοαποκλείονται από πιθανό συμβαλλόμενο μέρος ενός τέτοιου κοινωνικού συμβολαίου και πλέον αυτό αφορά όλους τους υπόλοιπους, την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας των οποίων η μοίρα μας είναι κοινή.

Ισχυρίζομαι ότι υπάρχουν τεράστια περιθώρια για τη διαμόρφωση μιας πλατιάς συμμαχίας για την προώθηση αυτού του είδους της πολιτικής λογικής: το σύνολο των λαϊκών τάξεων που σήμερα καταδικάζονται σε μια ζωή χωρίς αξιοπρέπεια, πολίτες που θέλουν μια ώριμη και ορθολογική Ελλάδα, πολίτες που πιστεύουν σε αξίες και αρετές όπως η δημοκρατία και η λαϊκή κυριαρχία, η εργατικότητα, η δημιουργικότητα, η συνεργασία, πολίτες που πιστεύουν σε μια κοινωνία πραγματική κοινότητα με δεσμούς αλληλεγγύης και συντροφικότητας ως προϋπόθεση της ατομικής ευτυχίας. Υπάρχουν σήμερα όλες οι προϋποθέσεις ώστε μια μεγάλη συμμαχία των πολιτών να αποκτήσει την απαραίτητη πολιτική και κοινωνική ισχύ προκειμένου να αναχαιτίσει τις νεοφιλελεύθερες οικονομικές και πολιτικές ελίτ και το σχέδιό τους, το οποίο πέρα από όλα τα άλλα πλήττει ευθέως την χειραφετητική κληρονομιά και τις δημοκρατικές παραδόσεις του λαού μας καταδικάζοντάς τον σε βαθιά παρακμή. Η νεοφιλελεύθερη στρατηγική συνιστά προσωπική προσβολή για κάθε πολίτη αυτής της χώρας. Αυτή η προσβολή και πρέπει και μπορεί να τελειώσει.

Αστυνομία και κράτος στον σύγχρονο καπιταλισμό

Oμιλία στο Διεθνές Συνέδριο «O Εκδημοκρατισμός της Αστυνομίας στην Ευρώπη» που διοργάνωσαν το Δίκτυο transform ! europe, το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ και το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, 21-22-23/11/2014 στην Αθήνα

Η σημερινή σύντομη παρέμβασή μου βασίζεται στην υπόθεση ότι οι σύγχρονες κοινωνίες βρίσκονται μπροστά σε μια βαθειά κρίση φυσιογνωμίας και συνακόλουθα μπροστά σε μια διαδικασία ριζικής αναδόμησης και μετασχηματισμού. Σύμφωνα με αυτή την υπόθεση οι σύγχρονες κοινωνίες δεν αποτελούν πλέον συνεκτικά σύνολα θεσμών και πρακτικών που αναπαράγονται με σχετική σταθερότητα στον χρόνο. Σε μια τέτοια προσέγγιση όπου δίδεται έμφαση στα συνεκτικά χαρακτηριστικά των καπιταλιστικών κοινωνίων – τυπικής μαρξικής προέλευσης – το κράτος και η αστυνομία παίζουν κρίσιμο ρόλο στην αναπαραγωγή της κυριαρχίας των οικονομικών ελίτ και των νόμων του κεφαλαίου συμβάλοντας στη σχετική σταθερότητα της κοινωνικής πραγματικότητας.

Πολλοί λόγοι συνηγορούν στο ότι είναι γόνιμη μια οπτική που – χωρίς να αντιπαρατίθεται στην παραπάνω τυπική μαρξική προσέγγιση – δίνει έμφαση στα δυναμικά μετασχηματιστικά χαρακτηριστικά της περιόδου που έχουμε εισέλθει αναφορικά με τη φυσιογνωμία της σύγχρονης κοινωνίας. Με άλλα λόγια, το ερώτημα δεν είναι πώς το κράτος και η αστυνομία συμβάλουν στη διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης αλλά το τι ρόλο παίζουν στη ριζική αναδόμησή της.

Σύμφωνα με αυτή την υπόθεση λοιπόν οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν εισέλθει σε μια περίοδο βαθειάς αναδόμησης της φυσιογνωμίας τους. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αναφερθούμε σε αυτή τη διαδικασία σε εξέλιξη. Ένας τρόπος είναι η επικέντρωση στη ριζική διάσταση και συγκρουσιακή σχέση της δημοκρατίας και της λογικής του κεφαλαίου, του ίδιου του καπιταλισμού ως τρόπου οργάνωσης των θεσμών και των κοινωνικών πρακτικών. Πράγματι σήμερα, ολοένα και περισσότεροι/ες με διαφορετικές θεωρητικές αφετηρίες και ιδεολογικές καταγωγές διαπιστώνουν ότι η νεοφιλελεύθερη στρατηγική δεν είναι μια οικονομική πολιτική.

Η στρατηγική των ελίτ είναι πολύ πιο φιλόδοξη και συνολική. Επιχειρεί να αλλάξει ριζικά τη φυσιογνωμία των σύγχρονων κοινωνιών ακυρώνοντας στοιχειώδεις δημοκρατικές λειτουργίες, αλλοιώνοντας το κράτος δικαίου και εμπεδώνοντας την αναξιοπρεπή ζωή ως κανονικότητα. Πρόκειται για μια γιγαντιαία επιχείρηση απόρριψης / αποκλεισμού της πλειοψηφίας της κοινωνίας με την έννοια της συμμετοχής στην παραγωγή, του λόγου σε κρίσιμες αποφάσεις και της πρόσβασης σε βασικά αγαθά και ελευθερίες.

Η νεοφιλελεύθερη στρατηγική επομένως συνιστά μια ιστορικής εμβέλειας επιχείρηση υπέρβασης της επισφαλούς μεταπολεμικής συνύπαρξης δημοκρατικών διαδικασιών και της λογικής του κεφαλαίου, του ανταγωνισμού και του κέρδους. Είναι προφανές ότι το κράτος αποτελεί έναν νευραλγικό τόπο ριζικών μετασχηματισμών στην κατεύθυνση εμπέδωσης μιας νέας φυσιογνωμίας για τις σύγχρονες κοινωνίες. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν επιδιώκει την απόσυρση του κράτους για την επέκταση των χώρων καπιταλιστικής συσσώρευσης, αλλά τον μετασχηματισμό των κρατικών ενεργειών καθιστώντας το κράτος το ίδιο μια σφαίρα δραστηριοτήτων η οποία διέπεται από τους κανόνες του ανταγωνισμού και υπόκειται σε παρόμοια κριτήρια αποτελεσματικότητας όπως αυτά των ιδιωτικών επιχειρήσεωνi.

Το κράτος δεν θα κρίνεται πλέον από την ικανότητά του να διασφαλίζει την κυριαρχία σε μια περιοχή, σύμφωνα με την καθιερωμένη δυτική αντίληψη περί εθνικής καπιταλιστικής κυριαρχίας, αλλά από την προσαρμογή του και τον σεβασμό σε νομικές νόρμες και οικονομικές καλές πρακτικές διακυβέρνησης. Όπως οι μάνατζερς των επιχειρήσεων έχουν υποταχθεί στον έλεγχο των κατόχων χρήματος στο πλαίσιο της πλήρους κυριαρχίας της χρηματιστικής εταιρικής διακυβέρνησης, έτσι και οι κυβερνώντες ενός κράτους έχουν τεθεί υπό τον έλεγχο της διεθνούς χρηματιστικής κοινότητας, σώματα ειδικών και εταιρειών αξιολογόγησης. Γι’ αυτό σήμερα έχει επικρατήσει η χρήση της έννοιας ‘διακυβέρνηση’ η οποία αναφέρεται σε αυτό το νέο γενικευμένο υβρίδιο δημόσιων ενεργειών στον τρόπο κατανόησης του κράτους αντί των κατηγοριών του δημοσίου δικαίου που εκκινούν από την έννοια της κυριαρχίας.

Το κράτος δεν κατευθύνεται τόσο πολύ στη διασφάλιση της ενσωμάτωσης των διαφορετικών επιπέδων συλλογικής ύπαρξης – προς όφελος της παραδοσιακής καπιταλιστικής κυριαρχίας – όσο στην ευθυγράμμιση των κοινωνιών με τους περιορισμούς και τα κριτήρια ανταγωνισμού στο πλαίσιο του παγκοσμιοποιημένης χρηματιστικοποίησης της οικονομίας. Το κράτος δεν εγκαταλείπει τον ρόλο του στη διαχείριση του πληθυσμού αλλά οι παρεμβάσεις του δεν ανταποκρίνονται στην παραδοσιακή λογική της μεγιστοποίησης της χρησιμότητας/εκμετάλλευσης του πληθυσμού. Η νέα λογική προσεγγίζει τους πληθυσμούς και τα άτομα από μια πιο στενή οπτική συνεισφοράς και κόστους στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Η νεοφιλελεύθερη λογική χτυπάει την επιθανάτια καμπάνα για το καθεστώς συμπερίληψης του ταξικού ανταγωνισμού από τη μεριά του κράτους (κοινωνικό κράτος) όπως αυτό εγκαθιδρύθηκε μετά το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου στις φιλελεύθερες καπιταλιστικές δημοκρατίεςii.

Έχουμε λοιπόν σοβαρές μεταλλάξεις στην οργανωσιακή διάρθρωση, τις μεθόδους και τα κριτήρια αλλά και στη νοοτροπία στο εσωτερικό του κράτους, πέρα από τις συνήθεις αλλαγές που διαπιστώνουμε. Βασικό αποτέλεσμα είναι η απονέκρωση και η βαθμιαία εξαφάνιση δημοκρατικών διαδικασιών, της έννοιας του δημόσιου συμφέροντος κοκ. Αυτές είναι τάσεις στο εσωτερικό του κράτους που συνάδουν με μια κοινωνία γενικευμένου αποκλεισμού της πλειοψηφίας του πληθυσμού από αποφάσεις, δικαιώματα και ελευθερίες. Όμως το κράτος δεν μεταλλάσεται απλώς, δεν μετασχηματίζεται προς την κατεύθυνση κοινωνιών γενικευμένου αποκλεισμού και πλήρους επικράτησης της απολυταρχίας των αγορών. Είναι και ένας από τους βασικούς βραχίονες ώστε η κοινωνία, ο πληθυσμός, ο καθένας από εμάς να εκπαιδευτεί στη νέα κανονικότητα, να εκπαιδευθεί στην υποταγή, να μετασχηματιστεί σύμφωνα με τα νέα πρότυπα ορθολογικότητας.

Αν βασικό στοιχείο στην στρατηγική μετασχηματισμού που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι ο αποκλεισμός, η αποστέρηση και η μετατροπή της αναξιοπρεπούς ζωής σε κανονικότητα για εκτεταμένα τμήματα του πληθυσμού, τότε ο ρόλος των κατασταλτικών μηχανισμών αναβαθμίζεται και μετασχηματίζεται. Έχει διαπιστωθεί ότι σε παγκόσμιο επίπεδο η στρατηγική των κατασταλτικών μηχανισμών, της αστυνομίας αλλά και άλλων υπηρεσιών του κράτους – σε στενή συνεργασία με εταιρείες τηλεπικοινωνιών, συστημάτος παρακολούθησης, εταιρειών διαδικτύου κοκ – προσανατολίζεται με σφοδρότητα στην επιβολή της νέας κατάστασης στους πληθυσμούς. Τα παρελκόμενα του κινήματος occupy αναφορικά με τη δράση και τη μεθοδολογία των κατασταλτικών μηχανισμών συνηγορούν ότι πρόκειται για παγκόσμια τάση. Διαθέτοντας νέες τεχνικές και μεθόδους, αλλά και τροποποιώντας τους παραδοσιακούς κατασταλτικούς μηχανισμούς το υπό μετασχηματισμό κράτος έχει εξαπολύσει μια άνευ προηγουμένου επίθεση με την κυριολεκτική χρήση του όρου στους πληθυσμούς.

Οι πληθυσμοί δεν πρόκειται χωρίς τριβές και αντιστάσεις να υποταχθούν στη νέα απολυταρχία των αγορών και η συμπεριφορά και λειτουργία των κατασταλτικών μηχανισμών ως στρατοί κατοχής δεν αποτελεί μια υπερβολική και παρεκκλίνουσα επίπτωση της κρίσης αλλά κεντρική μέριμνα για την επιτυχία της στρατηγικής μετασχηματισμού της φυσιογνωμίας των σύγχρονων κοινωνιών.

Είναι προφανές ότι κάθε πολιτικό-κοινωνικό εγχείρημα που επιθυμεί να υπερασπιστεί βασικές καταστατικές αρχές του δημοκρατικού πνεύματος της νεωτερικότητας οφείλει να αναχαιτίσει με κάθε μέσο αυτή την εξέλιξη. Οποιαδήποτε κυβέρνηση επιθυμεί να υπερασπιστεί τη δημοκρατία και τις βασικές αξίες μιας ελεύθερης κοινωνίας πρέπει να έρθει σε ρήξη με την ειδική λειτουργία επιβολής και έντασης του αποκλεισμού που έχει ανατεθεί στις δυνάμεις καταστολής. Η κατάργηση ειδικών σωμάτων, η στοχοθεσία, η αρχιτεκτονική και η νοοτροπία των οποίων βασίζεται στην άσκηση ωμής βίας και την κατάλυση κάθε δικαιώματος για την πλειοψηφία του πληθυσμού – η οποία προορίζεται να ζήσει σε αναξιοπρεπείς συνθήκες αποστερούμενη κάθε δικαιώματος – συνιστά όχι το τέλος αλλά την αρχή μιας διαδικασίας πολυεπίπεδης για την βαθμιαία μεταστροφή της πορείας που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι είναι κεφαλαιώδους σημασίας να κατανοήσουμε ότι η μάχη απέναντι στον μετασχηματισμό του κράτους και των δυνάμεων καταστολής στην κατεύθυνση εγκαθίδρυσης μιας νέας απολυταρχίας δεν θα είναι σημειακή, ως εαν να πρόκειται για μια παρεκκλίνουσα δυσλειτουργία που εύκολα αποκαθίσταται. Απαιτεί μια μονιμότερη στρατηγική, μια μάχη σε πολλά διαφορετικά σημεία στην κοινωνία και τους θεσμούς. Μια μάχη που θα δίνεται σε μικρά και μεγάλα ζητήματα, στο εσωτερικό γραφειοκρατικών μηχανισμών, στο επίπεδο της καθημερινότητας, σε πράγματα που συχνά δεν λαμβάνουν την απαιτούμενη προσοχή.

Για να μπορέσουμε να φέρουμε εις πέρας σε πρώτο χρόνο τουλάχιστον κάποια πρώτα βήματα προς μια διαφορετική πορεία απαιτείται αποφασιστικότητα και πίστη ώστε να διατηρείται η ενεργητικότητα που απαιτείται για να δοθούν όλες αυτές οι μάχες. Επίσης απαιτείται από την πρώτη στιγμή να δοθεί η αίσθηση της αποφασιστικότητας με ψυχραιμία αλλά με παρεμβάσεις μέγιστης αποτελεσματικότητας και συμβολικές κινήσεις με σοβαρό και συντεταγμένο τρόπο ώστε να δοθεί το απαιτούμενο σήμα προς όλες τις κατευθύνσεις.

Η πίστη και η αποφασιστικότητα μπορεί να αντληθεί από το γεγονός ότι συνιστά πράξη στοιχειώδους αυτοσεβασμού για μια κοινωνία να μην ανέχεται την άσκηση ωμής βίας από τις δυνάμεις καταστολής στους πολίτες, την καταπάτηση του κράτους δικαίου, την αποχαλίνωση της συμπεριφοράς των δυνάμεων καταστολής. Είναι στοιχειώδης πράξη αυτοσεβασμού και όχι ιδιοτροπία της ριζοσπαστικής αριστεράς ότι καμιά γυναίκα και άνδρας δεν πρέπει να υποστεί ξανά την παράνομη κρατική βία που υπέστησαν οι κάτοικοι στις Σκουριές, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες σε διάφορα σημεία της χώρας και φοιτητές και πολίτες όπως συνέβη τις τελευταίες βδομάδες.

Η κατάργηση των ειδικών σωμάτων καταστολής του πληθυσμού και η αναδρομική αποκατάσταση του αισθήματος δικαίου με την αποφασιστική απονομή δικαιοσύνης δεν αποτελούν ακραίες πολιτικές επιλογές. Αποτελούν μια νηφάλια αλλά πολύ ουσιαστική συμβολή στον κρίσιμο αγώνα να αποτρέψουμε την εγκαθίδρυση της νέας απολυταρχίας των αγορών. Αποτελούν μια αποφασιστική συμβολή στον αγώνα οι ανθρώπινες κοινωνίες να μην απωλέσουν ανεπιστρεπτί την ανθρώπινη διάστασή τους.

iDardot P. Laval C. 2013. The New Way of the World: On Neoliberal Society. Verso. Σελ. 216-54.

iiο.π.