Tag Archives: πρόγραμμα

Η αναπτυξιακή διάσταση του προγράμματος της ΔΕΘ

Συνήθως, όταν γίνεται λόγος για το πρόγραμμα της ΔΕΘ τονίζεται το στοιχείο της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ανάγκης αντιμετώπισης των εξευτελιστικών συνθηκών διαβίωσης συμπατριωτών μας, της ανάγκης να ελαφρυνθούν τα φτωχά και μεσαία στρώματα που έχουν περιέλθει σε ασφυξία κ.ο.κ.

Ωστόσο, το πρόγραμμα της ΔΕΘ διέπεται από μια συγκεκριμένη λογική για την οικονομική ανάκαμψη, έναν συνεκτικό τρόπο για να βγει η ελληνική οικονομία από τη μακρόχρονη πλέον ύφεση/στασιμότητα. Η ενίσχυση της καταναλωτικής δυνατότητας των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων (είτε μέσω φοροελαφρύνσεων είτε μέσω στήριξης των εισοδημάτων) τονώνει την εσωτερική ζήτηση, διαμορφώνοντας προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και όχι μόνο. Η γενναία απομείωση προστίμων και προσαυξήσεων για οφειλές σε κράτος, τράπεζες κ.ο.κ. και η λειτουργική ρύθμιση των οφειλών δίνει τη δυνατότητα να επανενταχθούν στην οικονομική λειτουργία μεγάλα τμήματα του παραγωγικού ιστού.

Η βασική ιδέα είναι ότι θα βγούμε από την οικονομική δυσπραγία στηριζόμενοι κατά κύριο λόγο στην εσωτερική ζήτηση και στις μικρής και μεσαίας κλίμακας παραγωγικές μονάδες. Η μνημονιακή στρατηγική για την ανάπτυξη αντιθέτως στηρίζεται στη σαρωτική μείωση αυτών των μονάδων και τη συγκέντρωση κεφαλαίου σε μεγάλες επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η μνημονιακή καταστροφή επομένως δεν ήταν ένα ατύχημα αλλά μια στρατηγική επιβολής ενός τριτοκοσμικού αναπτυξιακού μοντέλου που στηρίζεται στην πτώση του εργατικού κόστους και της εσωτερικής κατανάλωσης και τη συρρίκνωση της μικρομεσαίας παραγωγής.

Είναι προφανές ότι η αποφασιστική προώθηση του προγράμματος της ΔΕΘ σχετίζεται με το κορυφαίο ζήτημα της οικονομικής ανάκαμψης. Είναι επίσης δεδομένο ότι ακόμη και η ανεμπόδιστη εφαρμογή του δεν θα είχε άμεσα θεαματικά αποτελέσματα, καθώς η αλλαγή πλεύσης της πραγματικής οικονομίας έχει τους δικούς της χρόνους. Γίνεται αντιληπτό ότι η προσπάθεια των εταίρων να αποδυναμώσουν την εφαρμογή του πλήττει την ελληνική οικονομία με σοβαρές συνέπειες στην προσπάθεια ανόρθωσής της που έχει γίνει πλέον επιτακτική. Η εμμονή τους και σε μια αποτυχημένη συνταγή υποθηκεύει την ελληνική οικονομία και η ελληνική πλευρά είναι υποχρεωμένη να μην επιτρέψει μια τέτοια εξέλιξη.

Δημοσιεύθηκε στο «Έθνος» 9-3-2015

Ριζική αλλαγή νοοτροπίας για μια νέα λαϊκή ενότητα

Ζούμε σε μια εποχή όπου δεν υπάρχουν αυτονόητα. Η έννοια της δημοκρατίας, η δυνατότητα των πολιτών να έχουν λόγο για όλα εκείνα που αφορούν τη ζωή τους, η αξιοπρεπής διαβίωση και η πρόσβαση σε βασικά αγαθά ως αυτονόητο δικαίωμα κάθε ανθρώπου, ο αλληλοσεβασμός, η αλληλεγγύη έχουν πληγεί βαθιά στην κοινωνικη συνείδηση μετά από δεκαετίες σφοδρής επιβολής και εμπέδωσης νεοφιλελεύθερων ιδεολογημάτων. Αν θέλουμε, σήμερα, να αλλάξουμε την τροπή των πραγμάτων, πρέπει να «καταδεχθούμε» να (ξανα)μιλήσουμε και να αγωνιστούμε για τα βασικά. Το ζητούμενο είναι η διαμόρφωση μιας αντίληψης για τον κοινωνικό μετασχηματισμό η οποία, χωρίς να υποτιμά τη σπουδαιότητα των κρίσιμων πολιτικών επιλογών, επιτρέπει τη διαμόρφωση μιας μονιμότερης στρατηγικής και μεθοδολογίας. Σκοπός είναι η ενίσχυση του φρονήματος και της αυτοπεποίθησης όλων όσοι κατανοούν ότι η κινητοποίηση και ο αγώνας απέναντι στην επιχειρούμενη αναδόμηση των σύγχρονων κοινωνιών αποτελεί κατεπείγουσα αναγκαιότητα. Η εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας πρέπει να εκπορεύεται όχι μόνο από τη βούλησή μας να μη συμβιβαστούμε με τη βαρβαρότητα του νέου κόσμου που ευαγγελίζεται ο νεοφιλελευθερισμός, αλλά κυρίως από την εμπέδωση της αντίληψης ότι η Αριστερά είναι σε θέση να έχει και σχέδιο και στρατηγική για την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας.

Λαός και πρόγραμμα

Το πρόγραμμά μας οφείλει να είναι ένα σχέδιο δράσης για την ελληνική κοινωνία, το οποίο καταρτίζεται ανοιχτά, δημόσια και βρίσκεται διαρκώς σε διάλογο με τις λαϊκές τάξεις και τους ενεργούς πολίτες. Ένα πρόγραμμα στο οποίο ο ελληνικός λαός καλείται να είναι πρωταγωνιστής στην υλοποίησή του. Αυτού του είδους το πρόγραμμα και μόνο μπορεί να αντιμετωπίσει τα εκρηκτικά προβλήματα και την ανθρωπιστική κρίση που προκάλεσε η μνημονιακή πολιτική, ακριβώς γιατί δεν βασίζεται σε «τρίτους» (αγορές, πιστωτές, επενδυτές κλπ.) και στα ιδιοτελή τους κίνητρα, αλλά στις ίδιες τις δυνάμεις, τις δεξιότητες και την αποφασιστικότητα του λαού να ανακτήσει με δουλειά και μόχθο τον αυτοσεβασμό και την αξιοπρέπειά του. Στο καθόλου ουδέτερο ερώτημα «Πού θα βρείτε τα λεφτά» υπάρχει μόνο μία απάντηση: «Τα δικά μας λεφτά είναι τα τεράστια αποθέματα ικανοτήτων, δεξιοτήτων και δημιουργικότητας ενός λαού που είναι αποφασισμένος να δουλέψει για τον εαυτό του».

Με αυτό τον τρόπο ελπίζουμε ότι θα απαντηθούν συχνά ερωτήματα πολιτών, σχετικά με το τι είδους πολιτική πρεσβεύει η Αριστερά, τι διαφορετικό κομίζει, γιατί μια αριστερή κυβέρνηση είναι σε θέση να κάνει αυτό που οι άλλες δυνάμεις δεν μπορούν, ποια είναι η αντίληψη της Αριστεράς για το κράτος και τη δημόσια πολιτική. Ερωτήματα για το πώς μια αριστερή κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, την ασφυκτική διεθνή και εγχώρια πίεση των οικονομικών ελίτ, κατεστημένες νοοτροπίες και καθεστώτα αδιαφάνειας, διαφθοράς και πελατειακών σχέσεων, ζητήματα παραγωγικού σχεδιασμού και καταναλωτικών προτύπων.

Δύο λογικές για την κοινωνία

Στις σύγχρονες κοινωνίες συγκρούονται δύο ανταγωνιστικές λογικές για την οργάνωση της κοινωνικής ζωής και των θεσμών. Η μία είναι η λογική του ατομισμού, του γρήγορου κέρδους και του ανταγωνισμού, η λογική του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού που αδιαφορεί για τις συνέπειες της συσσώρευσης πλούτου στην κοινωνία, τους ανθρώπους και το περιβάλλον και δυσφορεί με τη δημοκρατία και τους περιορισμούς που αυτή θέτει. Η άλλη είναι η λογική της συνεργασίας και των κοινωνικών αναγκών που βασίζεται στη δημοκρατία ως το βασικό όπλο των λαϊκών τάξεων ώστε να έχουν λόγο στις αποφάσεις για το παρόν και το μέλλον της κοινωνίας. Η αναζωπύρωση της λογικής της συνεργασίας και της δημοκρατίας, η επινόηση νέων μορφών συλλογικής οργάνωσης και η ανάληψη πρωτοβουλιών για τον κοινωνικό έλεγχο τομέων της κοινωνικής και οικονομικής ζωής αποτελούν βασικές προϋποθέσεις ώστε ο ελληνικός λαός να βρει τη δύναμη και τα μέσα να αντιμετωπίσει τη ζοφερή σημερινή πραγματικότητα. Η αντιμετώπιση των εκρηκτικών προβλημάτων του λαού μας, η αλλαγή του συσχετισμού δύναμης, η απόσπαση αποφάσεων από τους οικονομικά ισχυρούς και η μεταφορά τους στους πολίτες είναι μια πολυεπίπεδη μάχη στους θεσμούς, στην κοινωνία, στα μυαλά και τις καρδιές των ανθρώπων.

Η πολιτική στρατηγική μιας αριστερής κυβέρνησης οφείλει να εδράζεται στη διεύρυνση της λογικής της συνεργασίας, της δημοκρατίας και των κοινωνικών αναγκών και στη συρρίκνωση της αντίπαλης λογικής. Η πολιτική της πρέπει να ευνοεί τη μετατόπιση του συσχετισμού υπέρ των λαϊκών τάξεων μέσα από την ενίσχυση του ρόλου τους στις αποφάσεις και την υλοποίηση της πολιτικής. Μια αριστερή κυβέρνηση, για να είναι βιώσιμη, πρέπει να στηριχθεί σε ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι λαοί αποκτούν χειραφετητικό προσανατολισμό επειδή δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Η Αριστερά πρέπει να ανακτήσει την ξεχασμένη τέχνη μετουσίωσης ενός ριζοσπαστικού οράματος σε αυτονόητη επιλογή των πολιτών. Πρέπει να ανακαταλάβει το φαντασιακό του λαού, καθιστώντας αυτονόητη τη λογική της συνεργασίας, της δημοκρατίας και των κοινωνικών αναγκών.

Τρεις άξονες πολιτικής

Θα μπορούσαμε να συζητήσουμε για τρεις άξονες πολιτικής μιας αριστερής κυβέρνησης: Ο πρώτος άξονας επαναφέρει εξουσίες στο δημόσιο χώρο οι οποίες είχαν εκχωρηθεί στις οικονομικές ελίτ, ο δεύτερος άξονας αφορά το μετασχηματισμό του κράτους και ο τρίτος άξονας ενισχύει τη δύναμη των πολιτών στο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο και εκχωρεί εξουσίες στις δικές τους μορφές οργάνωσης.

Η λογική του προγράμματος μιας αριστερής κυβέρνησης δεν μπορεί να καλεί στη σύγκλιση κοινωνικών δυνάμεων, λαϊκών ή και ευρύτερων, στη βάση της ικανοποίησης επιμέρους συμφερόντων όπως αυτή συνήθως κατανοείται σε ένα περιβάλλον ανταγωνισμού. Μια λαϊκή ενότητα που δεν έχει απαλλαγεί από τη νοσηρή αντίληψη του ανταγωνισμού και της συνδιαλλαγής, δεν είναι στιβαρή και δεν είναι αποτελεσματική. Η λαϊκή ενότητα που επιδιώκει μια αριστερή κυβέρνηση είναι πρώτα και κύρια μια μεγάλη αλλαγή των ίδιων των πολιτών, η ενίσχυση της λογικής της συνεργασίας και της αλληλεγγύης, της αίσθησης της κοινής μοίρας, του αλληλοσεβασμού, μια ριζική, δηλαδή, αλλαγή νοοτροπίας.

* Δημοσιεύθηκε στον Δρόμο της Αριστεράς στις 27/02/2014

Πρόγραμμα, κυβέρνηση της Αριστεράς και λαϊκές τάξεις

Με αφορμή τα άμεσα μέτρα για τη φτώχεια που δημοσιοποίησε προς διαβούλευση ο ΣΥΡΙΖΑ, διατυπώθηκαν από τμήματα της Αριστεράς εκτός ΣΥΡΙΖΑ κριτικές, ο πυρήνας των οποίων θα μπορούσε να κωδικοποιηθεί ως εξής: τα μέτρα αυτά χαμηλώνουν τα αιτήματα των λαϊκών τάξεων και ως εκ τούτου διαμορφώνουν το έδαφος για έναν συμβιβασμό με την πολιτική λιτότητας. Συνεπώς, ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμάζεται να διαχειριστεί την κοινωνική καταστροφή κατά τρόπο που δεν αμφισβητεί τις κυρίαρχες επιλογές της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής σε Ελλάδα και Ευρώπη.

Η άρρητη προκείμενη μιας τέτοιας αξιολόγησης είναι ότι οι προτάσεις της Αριστεράς πρέπει να αφορούν κατ’ αποκλειστικότητα τι θα κάνει, αφού μαζί με τον λαό επιβληθεί επί των ταξικών της αντιπάλων. Όμως, ενώ η ουσιαστική κάλυψη των αναγκών του λαού προϋποθέτει τη νικηφόρα έκβαση σε σφοδρές συγκρούσεις (συντριπτική αναδιανομή, κοινωνικοποίηση αγαθών κ.ο.κ.), δεν μπορούμε να παραπέμψουμε για τότε την παρέμβασή μας όσον αφορά την κρίση που μαστίζει τον λαό. Οι συγκρούσεις δεν θα είναι ακαριαίες και στο μεσοδιάστημα πρέπει να διαμορφώσουμε τους όρους για τη νικηφόρα έκβασή τους.

Υπό αυτή την έννοια, η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν είναι το αποτέλεσμα ενός αγώνα, δουλειά της οποίας και μόνο είναι να «κάνει ταμείο» και να αποδώσει στις μάζες τα δίκαιά τους. Η κυβέρνηση της Αριστεράς συνιστά μια αποφασιστική νίκη του λαού σε έναν πόλεμο που από την επόμενη μέρα αναβαθμίζεται. Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα είναι η δύσκολη αρχή μιας μακράς περιόδου διαπραγμάτευσης και σύγκρουσης με την εγχώρια και ευρωπαϊκή ελίτ. Το κρίσιμο επίδικο, λοιπόν, για την Αριστερά είναι αν θα έχει τις λαϊκές τάξεις με το μέρος της κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης. Ή καλύτερα, η κυβέρνηση της Αριστεράς θα κριθεί από την ικανότητά της να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τις λαϊκές τάξεις, ώστε στις κρίσιμες συγκρούσεις να βγουν κερδισμένες.

Συνεπώς, τα μέτρα άμεσης ανακούφισης από τη φτώχεια δεν είναι το θετικό για τον λαό αποτέλεσμα των κρίσιμων συγκρούσεων, αλλά μία από τις προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση τέτοιου λαϊκού ερείσματος και συσχετισμού ώστε να δοθούν με επιτυχία οι εν λόγω συγκρούσεις από τις ίδιες τις λαϊκές τάξεις.

Οι πολιτικές παρεμβάσεις (ιδίως οι άμεσες) δεν στοχεύουν στην επίλυση προβλημάτων με έναν ουδέτερο και άχρονο τρόπο ώστε να κρίνονται από την επάρκειά τους (φτάνει ή δεν φτάνει το τάδε για να λυθεί το δείνα). Οφείλουν να σχεδιάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να αλλάζουν τον συσχετισμό δύναμης υπέρ της Αριστεράς, λαμβάνοντας υπόψη πολλούς παράγοντες.

Για παράδειγμα, η εφαρμογή ενός πολύ «σωστού» μέτρου (με την έννοια της ουδέτερης επίλυσης ενός προβλήματος, λες και δεν βρισκόμαστε στη μέση μας σφοδρής σύγκρουσης), το οποίο δημιουργεί δευτερογενείς αρνητικές συνέπειες ή καθιστά ευάλωτη την κυβέρνηση και τον λαό στις επιθέσεις του αντιπάλουν μπορεί να οδηγήσει στον κλονισμό της εμπιστοσύνης των λαϊκών τάξεων στην κυβέρνηση της Αριστεράς και τελικά να στραφεί εναντίον των λαϊκών τάξεων.

Συνεπώς, χρειαζόμαστε πολλά άμεσα μέτρα και παρεμβάσεις που διαμορφώνουν τους όρους, συγκεντρώνουν δυνάμεις, αναβαθμίζουν τη λαϊκή αποφασιστικότητα, ισχυροποιούν το λαϊκό έρεισμα κ.ο.κ. ώστε να δοθούν με καλύτερες προϋποθέσεις οι κατά μέτωπο συγκρούσεις που αναπόφευκτα θα γίνουν. Η άμεση κινητοποίηση όλων των διαθέσιμων κρατικών, δημόσιων και κοινωνικών πόρων και εργαλείων για την αντιμετώπιση της φτώχειας μπορεί να διαμορφώσει σχέσεις αδιάρρηκτης εμπιστοσύνης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον λαό, γεγονός κεφαλαιώδους σημασίας για τη συνέχεια.

Οι λαϊκές τάξεις δεν κρίνουν με τη «μεζούρα», αλλά με την ανταπόκριση στο κατεπείγον της κρίσης που τις μαστίζει. Γι’ αυτό και η εμπιστοσύνη τους σε μια ειλικρινή πολιτική δύναμη φτάνει μέχρι και την αυτοθυσία, όπως έχουμε δει πολλές φορές, γεγονός που δεν εξηγείται από τη θεωρία της «μεζούρας».

Οι νεοφιλελεύθεροι σε διάφορους τομείς, όταν ήθελαν να προωθήσουν την εμπορευματοποίηση ξεκινούσαν με «χαμηλούς» στόχους (π.χ. «συμβολικά» δίδακτρα στα μεταπτυχιακά, «συμβολική» συμμετοχή του ασθενή στα δημόσια νοσοκομεία κ.ο.κ.). Ωστόσο, κανείς σοβαρός άνθρωπος δεν έβλεπε πίσω από αυτή την κίνηση μια διάθεση συμβιβασμού τους με την έννοια του δημόσιου αγαθού. Αντιθέτως, όλοι βλέπαμε μια έξυπνη τακτική προώθησης ενός σχετικά ανώδυνου μέτρου σε πρώτο χρόνο ώστε να διαμορφωθούν συναινέσεις, να διαπαιδαγωγηθούν οι πολίτες στην πληρωμή αντιτίμου και να αποσυσπειρωθούν αντιδράσεις. Να κερδηθεί έδαφος, δηλαδή, πριν από την αποφασιστική επίθεση.

Γιατί, λοιπόν, η Αριστερά δεν είναι αρκετά επιδέξια ώστε να εκπονήσει και να υλοποιήσει μια αντίστροφη διαδικασία σε διάφορους τομείς, να κερδίσει έδαφος μέσα στον λαό, έτσι ώστε να δώσει με αξιώσεις τις κρίσιμες μάχες (αντί να επιχειρήσει μετωπική σύγκρουση σε όλους τους τομείς ταυτόχρονα); Η Αριστερά οφείλει να κερδίσει και όχι απλά να πέσει ηρωικά μαχόμενη. Για να το κάνει αυτό, πρέπει να αναβαθμίσει πολύ γρήγορα την ικανότητά της να εκπονεί και να υλοποιεί πολιτικές που αυξάνουν το λαϊκό έρεισμα, αποσυσπειρώνουν τους αντιπάλους και προωθούν τη δική μας λογική μέσα στην κοινωνία άμεσα, πριν πετύχουμε ριζικές αλλαγές και ακριβώς για να μπορέσουμε να τις πετύχουμε.

Αυτή η αντίληψη προϋποθέτει ότι η ανατροπή είναι έργο των λαϊκών τάξεων και εργαλείο τους είναι η κυβέρνηση της Αριστεράς. Ένα εργαλείο που πρέπει να αναβαθμίσει το αξιόμαχο των λαϊκών τάξεων αντιμετωπίζοντας άμεσα την κρίση που τις μαστίζει, αλλά και να επιλέξει στον βαθμό του δυνατού τον τρόπο και τον χρόνο των σφοδρών συγκρούσεων. Η αντίστροφή λογική που διέπει άλλες αριστερές δυνάμεις κρίνει την κυβέρνηση ως προς το κατά πόσο αυτή δίνει λύσεις στα προβλήματα του λαού και έτσι μένει τυφλή στον ρόλο που αυτή πρέπει να παίξει ώστε οι λαϊκές τάξεις -και όχι οι «κόκκινοι» υπουργοί με τα «σωστά» μέτρα- να κάνουν την ανατροπή.

Δημοσιεύθηκε στην Αυγή στις 30/06/2013

Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ μπορεί να αντιμετωπίσει τη φτώχεια

Οι βασικοί προγραμματικοί πυλώνες του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ περιλαμβάνουν ανάμεσα σε άλλα επιμέρους δέσμες έκτακτων μέτρων τα οποία αντιμετωπίζουν πτυχές της γενικευμένης πλέον φτώχειας και γενικότερα της υποβάθμισης της ζωής των λαϊκών τάξεων. Η ομάδα εργασίας για τα «άμεσα μέτρα ανακούφισης από τη φτώχεια» έχει στόχο να συγκεντρώσει και να συστηματοποιήσει αυτές τις δέσμες μέτρων και να εμβαθύνει στην περαιτέρω επεξεργασία τους.

Για εμάς δεν πρόκειται για μια λίστα «ξεκομμένων» και πρόχειρων μέτρων, αλλά για έκτακτα μέτρα που εκπορεύονται από μια συνεκτική -ανταγωνιστική στη μνημονιακή λογική του κέρδους και του ανταγωνισμού- πολιτική όπως αυτή ξεδιπλώνεται σε διάφορους κρίσιμους τομείς. Μιας πολιτικής που επιδιώκει όχι την εξαπάτηση των πολιτών εμφανιζόμενη ως «πανάκεια» και δουλειά των «ειδικών», αλλά μιας πολιτικής που επιδιώκει τη συμμετοχή των πολιτών τόσο ως προς τη στοχοθεσία όσο και ως προς τα μέσα και τον τρόπο επίτευξής της. Μιας πολιτικής που διέπεται από τη λογική της συνεργατικότητας, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας και έχει στο επίκεντρο τις κοινωνικές ανάγκες.

Για τη μνημονιακή παράταξη, αν θα πεινάνε τα παιδιά στα σχολεία, αν θα μεταναστεύουν οι νέοι, αν θα έχουν φάρμακα οι συνταξιούχοι κ.ο.κ. πρέπει να εξαρτάται αποκλειστικά από τις επενδυτικές επιλογές των οικονομικά ισχυρών. Όμως, η αντίληψη που θέλει να τοποθετήσει την ελληνική κοινωνία στο έλεος της οικονομικής ολιγαρχίας, πέρα από το ότι είναι απολύτως οπισθοδρομική, ακραία εκμεταλλευτική και συνέχεια της πολιτικής που μας οδήγησε στην κρίση, πέρα από το ότι δεν πρόκειται ποτέ να οδηγήσει στην επούλωση των πληγών (το αίτημα για ανταγωνιστικότητα είναι διαρκές και όχι στιγμιαίο). είναι ταυτόχρονα επικίνδυνη για το μέλλον του ελληνικού λαού διότι:

α) Ποτέ σε καιρούς κρίσης οι ιδιωτικές επενδύσεις και τα κριτήριά τους δεν έβγαλαν καμιά κοινωνία από το τέλμα (στο οποίο οι ίδιες την έριξαν).

β) Πάντα σε καιρούς κρίσης τα επενδυτικά κριτήρια των οικονομικά ισχυρών εκφυλίζονται στη λογική του «πλιάτσικου», της αναξιοπρεπούς εργασίας και της περιβαλλοντικής καταστροφής (η αντίληψη για την ανάπτυξη της κυβέρνησης συνάδει με αυτή τη λογική).

γ) Η ανάθεση της τύχης μιας κοινωνίας στις αρπακτικές διαθέσεις ολιγαρχών με ταυτόχρονη αποδυνάμωση των δημόσιων και κρατικών φορέων και υποδομών εγκυμονεί κινδύνους καθώς σε καιρούς κρίσης οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις και διενέξεις αναζωπυρώνονται. Σε τέτοιες περιόδους οι λαοί που δεν έχουν έναν δικό τους στιβαρό, αποτελεσματικό και δημοκρατικό δημόσιο και κρατικό τομέα είναι και περισσότερο εκτεθειμένοι.

Συνεπώς η μνημονιακή παράταξη όχι μόνο ευθύνεται για την κοινωνική καταστροφή με τη μέχρι σήμερα πολιτική, όχι μόνο είναι υπόλογη για τους κινδύνους που εγκυμονεί η πολιτική της για το μέλλον, αλλά κυρίως, σε ό,τι μας ενδιαφέρει εδώ σχετικά με τη φτώχεια, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη φτώχεια καθώς η νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία της δεν της επιτρέπει να κινητοποιήσει το δημόσιο, κρατικό και κοινωνικό δυναμικό (ανθρώπους, πόρους και δομές) προς αυτή την κατεύθυνση.

Στον αντίποδα αυτής της λογικής, ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ αντιλαμβάνεται τη δημόσια πολιτική ως το κρίσιμο νευραλγικό κέντρο για την αντιμετώπιση της κοινωνικής καταστροφής. Η δημόσια πολιτική νοείται ως ένα ευρύ πλέγμα δυνάμεων που περιλαμβάνει και την κρατική πολιτική. Η δημόσια πολιτική συνίσταται από δημοκρατικές διαδικασίες απόφασης και κριτήρια που βασίζονται στις ανάγκες και τις δυνάμεις του ελληνικού λαού.

Απέναντι σε μια κοινωνία παραιτημένη, ανειδίκευτη και έρμαιο στις ορέξεις των ολιγαρχών εμείς αντιπαραθέτουμε μια κοινωνία στιβαρή, με αυτοπεποίθηση και γνώσεις, η οποία στηριζόμενη κατά κύριο λόγο στις δικές της δυνάμεις με δημοκρατικό τρόπο ικανοποιεί τις βασικές της ανάγκες και σχεδιάζει με ορθολογικό τρόπο το μέλλον της.

Στο πλαίσιο αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ σε αντίθεση με τη μνημονιακή παράταξη, είναι σε θέση να κινητοποιήσει όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις και πόρους, το σύνολο των δημόσιων, κρατικών και κοινωνικών δομών και εργαλείων για την αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.

Επίσης ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ είναι ο μόνος που, αντί να λοιδορεί και να απαξιώνει τις ικανότητες του ελληνικού λαού, πιστεύει σε αυτές και εκπονεί μια πολιτική που βασίζεται σε αυτές. Ήδη πάνω από 3.000 άτομα συμμετέχουν στις προγραμματικές επεξεργασίες του και ο αριθμός διαρκώς μεγαλώνει. Ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ πιστεύει ότι η δημοκρατία είναι παραγωγική δύναμη γιατί ακριβώς ξεκλειδώνει και απελευθερώνει τις δημιουργικές δυνάμεις και δεξιότητες της κοινωνίας, οι οποίες μπορούν να εγγυηθούν την αντιμετώπιση της κοινωνικής καταστροφής.

Αντί ο ελληνικός λαός να ελεημονεί εγχώριους και ξένους ολιγάρχες και να εναποθέτει το μέλλον του στις αστάθμητες και αδιαφανείς «αγορές», μπορεί να στηριχθεί με σιγουριά στις ενδογενείς δυνατότητες του ίδιου και του τόπου του. Να γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ μπορεί να αντιμετωπίσει την κοινωνική καταστροφή.

 

*Δημοσιεύθηκε στην Αυγή στις 09/06/2013

Πρώτα σχόλια από την αποστολή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε Βραζιλία και Αργεντινή

Η αποστολή της αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ στη Βραζιλία και την Αργεντινή είχε ως στόχο τη συνάντηση με κυβερνητικά στελέχη, με κόμματα της Αριστεράς που στηρίζουν τις κυβερνήσεις, με κόμματα της Αριστεράς που είναι στην αντιπολίτευση, με συνδικάτα, με στελέχη κινημάτων, με διανοούμενους των χωρών αυτών και την ελληνική ομογένεια. Οι συναντήσεις ήταν περισσότερες από όσες ανέμενε η αντιπροσωπεία ξεκινώντας, ενώ οι συναντήσεις και οι συνομιλίες με τους επικεφαλής των κυβερνήσεων των χωρών αυτών (πρόεδροι Βραζιλίας και Αργεντινής, πρώην πρόεδρος Βραζιλίας, αντιπρόεδρος Αργεντινής) ξεπέρασε τις αρχικές μας εκτιμήσεις για τη σπουδαιότητα της εν λόγω αποστολής.

Στο πλαίσιο της παρουσίας μας εκεί έγιναν ομιλίες σε εκδηλώσεις φορέων και συλλογικοτήτων με αφορμή την επίσκεψή μας και δόθηκαν πολλές συνεντεύξεις σε τηλεοπτικούς σταθμούς, εφημερίδες και περιοδικά κυρίως (αλλά όχι μόνο) από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ και επικεφαλής της αντιπροσωπείας.

Από τη μεριά μας, παρουσιάσαμε την κατάσταση στην Ελλάδα, τις δικές μας εκτιμήσεις για την κατάσταση στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στον Νότο που πλήττεται από τη λιτότητα, παρουσιάσαμε τους βασικούς άξονες της δικής μας πρότασης και εξηγήσαμε τη δική μας στρατηγική και μεθοδολογία στο πλαίσιο του αγώνα του ελληνικού λαού για την ανατροπή της μνημονιακής ακραία νεοφιλελεύθερης πολιτικής.

Επίσης μας δόθηκε η ευκαιρία να συσφίξουμε τις σχέσεις μας με αριστερά κόμματα και κινήματα των χωρών αυτών, να ανταλλάξουμε σκέψεις και να καταθέσουμε προτάσεις για τον συντονισμό της πάλης, η οποία παρά τις μεγάλες αποστάσεις είναι απαραίτητη από τη στιγμή που πλέον η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση απειλεί τους λαούς σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.

Το σημαντικότερο όμως αποτέλεσμα αυτής της αποστολής είναι το τι αποκομίσαμε ως πληροφορία, βίωμα και πολιτική ατμόσφαιρα από τις συναντήσεις μας με πολιτικά στελέχη διαφορετικών επιπέδων και με διαφορετικές οπτικές επί των τεκταινομένων τόσο στις χώρες αυτές όσο και στον Νότο της Ευρώπης που βρίσκεται στο επίκεντρο του προβληματισμού όλων. Τα πολιτικά συμπεράσματα δεν έχουν ακόμη αποκρυσταλλωθεί, αφού απαιτείται μια εκ των υστέρων και από απόσταση αξιολόγηση και σύγκριση των πληροφοριών που συλλέξαμε τόσο μεταξύ τους όσο και σε συνδυασμό με πρότερες αναλύσεις μας για την εν λόγω περιοχή, ώστε να είμαστε σε θέση να διαμορφώσουμε μια σφαιρική εκτίμηση για την κατάσταση στις χώρες αυτές, τον ρόλο τους στον διεθνή συσχετισμό δύναμης κ.ο.κ. Ωστόσο, θα ήθελα να καταθέσω κάποια πρώτα σχόλια με αφορμή τις εν λόγω συναντήσεις.

Είναι πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός ότι συναντήσαμε κυβερνήσεις με παρόμοια ανάλυση και αντίληψη για τη φύση και την εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Στις συναντήσεις αυτές -πέρα από την αλληλεγγύη προς τον ελληνικό λαό και τον αγώνα του- έγινε σαφές ότι υπάρχει κοινό έδαφος και σύγκλιση συμφερόντων όσον αφορά την αναχαίτιση της πολιτικής λιτότητας στην Ευρώπη αλλά και γενικότερα του κοινού μετώπου των λαών απέναντι στην επιχειρούμενη υποταγή των κοινωνιών στις «αγορές» και τους «νόμους» τους. Συγκεκριμένα, υπήρξε ταύτιση απόψεων όσον αφορά στους κινδύνους που δημιουργεί η συνέχεια της λιτότητας στον Νότο της Ευρώπης, καθώς ενδέχεται να προκαλέσει γενίκευση της ύφεσης σε παγκόσμιο επίπεδο, γεγονός που θα θέσει σε κίνδυνο τις κατακτήσεις λαών όπως αυτών των χωρών της Νότιας Αμερικής που προσπαθούν να ακολουθήσουν μια μετανεοφιλελεύθερη πορεία.

Επίσης, στις συναντήσεις με κυβερνητικούς παράγοντες και στελέχη κομμάτων και κινημάτων είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε διεξοδικά μεθόδους και προγράμματα για την αντιμετώπιση οξυμμένων κοινωνικών προβλημάτων που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι εν λόγω κοινωνίες μετά την αποτίναξη του ΔΝΤ και των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων. Έκτοτε, γίνεται μια προσπάθεια επούλωσης των πληγών στη βάση μετανεοφιλελεύθερων μοντέλων οικονομικής ανάκαμψης -με τα δικά τους προβλήματα και όρια- που στο επίκεντρο θέτουν την εργασία, το κοινωνικό κράτος και την παραγωγική ανασυγκρότηση. Η οικονομική ανάκαμψη, αντί να θεωρείται αντίθετη με την αξιοπρεπή διαβίωση και τα δημόσια αγαθά όπως επιβάλλει η νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία, δένεται αξεδιάλυτα με τη βελτίωση του επιπέδου ζωής των πολιτών σε όλα τα επίπεδα.

Παράλληλα, μας δόθηκε η δυνατότητα να αντιληφθούμε ότι τόσο οι κυβερνήσεις όσο και τα κόμματα και τα κινήματα -με τις διαφορές τους- βρίσκονται σε διαρκή, καθημερινή μάχη με τους τραπεζίτες, τις «αγορές», εγχώρια και ξένα συμφέροντα σε όλα τα επίπεδα, από τις ιδιωτικοποιήσεις και τη χρηματοδότηση της οικονομίας μέχρι την ποιότητα της δημοκρατίας και την απειλή της από πανίσχυρα ΜΜΕ ιδιωτικών κολοσσών. Αυτή η αίσθηση είναι σημαντική, καθώς μας βοηθάει να κατανοήσουμε καλύτερα αυτό που όλοι και όλες λέμε, δηλαδή ότι η ανάληψη της πολιτικής εξουσίας από μια κυβέρνηση της Αριστεράς δεν είναι το τέλος, αλλά η αρχή ενός διαρκούς αγώνα για την ανακατάληψη του δημόσιου χώρου, την επαναφορά της λαϊκής κυριαρχίας, την αποκατάσταση της αξιοπρεπούς ζωής και εργασίας κ.ο.κ. Όλοι όσοι συναντήσαμε, ανεξαρτήτως των πολιτικών τους διαφορών, ήταν αποφασισμένοι να μην επιτρέψουν να επανέλθει στις χώρες τους η ιδιότυπη δικτατορία των αγορών του νεοφιλελευθερισμού, που απειλεί εκ βάθρων την κοινωνία και τη δημοκρατία.

Ένα άλλο στοιχείο που διαπερνούσε όλες τις τοποθετήσεις των συνομιλητών μας ήταν η κρισιμότητα της διαδικασίας της περιφερειακής ολοκλήρωσης της Νότιας Αμερικής ως βασικό στοιχείο διασφάλισης της αυτονομίας των λαών της περιοχής από τις «αγορές» και τις ΗΠΑ, στη βάση τού ότι στις σύγχρονες συνθήκες κανείς λαός δεν πρόκειται να σωθεί αν οι διπλανοί του υποταχθούν. Το ενδιαφέρον και η αγωνία όλων για τον αγώνα του ελληνικού λαού και του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει ότι η κοινή μοίρα των λαών είναι πραγματικότητα και σε πλανητικό επίπεδο.

Τέλος, στις χώρες αυτές, που απαλλάχθηκαν σε ένα βαθμό από τη δικτατορία των αγορών και του ΔΝΤ, το βασικό στοιχείο που χαρακτήρισε την πορεία τους έκτοτε είναι η αποκατάσταση της λαϊκής κυριαρχίας και της δημοκρατίας. Η συνολική πορεία της κοινωνίας, η συγκρότηση του προϋπολογισμού, οι βασικές επιλογές στην οικονομία κ.ο.κ. αποτελούν αντικείμενο της πολιτικής, δηλαδή της συντεταγμένης δημοκρατικής λειτουργίας της ίδιας της κοινωνίας και του κοινωνικού συσχετισμού που διαμορφώνεται. Η πίστη στη δημόσια πολιτική δεν είναι μια «εμμονή» της Αριστεράς αλλά μια πεποίθηση που διαπερνά το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου. Από τη στιγμή που αποκατασταθεί η πρωτοκαθεδρία της πολιτικής και της δημοκρατίας έναντι των αγορών -στιγμή που είναι ένας από τους στόχους της Αριστεράς και του λαού σήμερα στην Ελλάδα-, ανοίγει και η συζήτηση για το είδος της εφαρμοζόμενης πολιτικής.

Εν κατακλείδι, ενώ είναι προφανές ότι δεν συμφωνούμε με όλα όσα έκαναν και κάνουν οι κυβερνήσεις στις χώρες αυτές -υπάρχουν αρκετές διαφορές με τη δική μας στρατηγική και μεθοδολογία- ωστόσο το κύριο, κατά τη γνώμη μου που αξίζει να υπογραμμίσουμε είναι η κατεπείγουσα ανάγκη να αποκαταστήσουμε και στην Ελλάδα ένα δημοκρατικό πλαίσιο λαϊκής κυριαρχίας όπου θα έχουν πάλι νόημα η προγραμματική συζήτηση και οι πολιτικές διαφωνίες για την πορεία της κοινωνίας. Η Αριστερά στην Ελλάδα λοιπόν δεν παλεύει μόνο για αλλαγή πολιτικής προς όφελος των εργαζόμενων τάξεων αλλά και για την επαναφορά συνολικά της δημοκρατίας και της αξίας της πολιτικής – που σήμερα είναι σε τραγική υποχώρηση από την επιβολή των «νόμων» της «αγοράς». Αυτό είναι το κρίσιμο στοίχημα που κερδήθηκε στις χώρες που επισκεφτήκαμε.

 

*Δημοσιεύθηκε στην Αυγή στις 06/01/2013

Ορισμένες σκέψεις για την προετοιμασία μιας κυβέρνησης της αριστεράς

Τα αδιέξοδα της κυβερνητικής πλειοψηφίας είναι πολλαπλά, καθώς η πορεία προς την καταστροφή που εγκαινίασαν τα Μνημόνια και η σθεναρή αντίσταση του λαού συνθλίβουν το πολιτικό κατεστημένο. Ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ ηγείται της προσπάθειας των λαϊκών τάξεων να αναχαιτίσουν την καταστροφή και να θέσουν τις βάσεις για μια διαφορετική πορεία, με γνώμονα τις ανάγκες των πολλών. Η κυβέρνηση της Αριστεράς αποτελεί ένα κρίσιμο όπλο σε μια τέτοια προσπάθεια, η οποία αρχίζει και δεν τελειώνει με την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας.

Η ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας από την Αριστερά, σε μια πρώτη φάση, θα χαρακτηρίζεται από πολιτική, κοινωνική και γεωπολιτική αστάθεια. Συγκεκριμένα, λόγω της κρισιμότητας της κατάστασης τόσο στο ελληνικό οικονομικο-κοινωνικό πλαίσιο όσο και στο ευρωπαϊκό, η κυβέρνηση της Αριστεράς θα βρεθεί μπροστά σε μια σκληρή σύγκρουση/διαπραγμάτευση για τη διαμόρφωση του ορίζοντα των πολιτικών δυνατοτήτων της. Με άλλα λόγια, θα κληθεί να «ανοίξει χώρο» μέσα σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο νεοφιλελεύθερης πολιτικής λιτότητας που θα επιτρέψει την εφαρμογή μιας αντίθετης πολιτικής.

Σε αυτή την κρίσιμη περίοδο για το μέλλον της κυβέρνησης αλλά και του ελληνικού λαού, οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης μπορούν να σχηματοποιηθούν σε δύο άξονες.

Ο πρώτος άξονας είναι η αντιμετώπιση του κρίσιμου συμπλέγματος εσωτερική οικονομική πολιτική – διαπραγμάτευση για το χρέος – εξασφάλιση ρευστότητας. Ο εν λόγω άξονας συνιστά το πεδίο της σύγκρουσης με την εφαρμοζόμενη πολιτική. Η αντιπαράθεση με την οικονομική και πολιτική ελίτ στην Ελλάδα και την Ευρώπη δεν θα είναι στιγμιαία και βασικός στόχος των αντιπάλων θα είναι να μη φτάσει η κυβέρνηση στο τέλος της διαπραγμάτευσης. Επίσης, η αντιπαράθεση θα είναι πολυεπίπεδη. Θα ασκηθούν οικονομικές και άλλες πιέσεις ώστε να μην μπορεί η κυβέρνηση να ανταποκριθεί σε μια σειρά τομείς, να επιδεινωθεί η κατάσταση της οικονομίας κ.ο.κ. Η τεχνητή διόγκωση πολλαπλών προβλημάτων και η προσπάθεια δημιουργίας ενός σκηνικού «χάους» θα έχουν στόχο την υπονόμευση της λαϊκής στήριξης της κυβέρνησης ώστε η πτώση ή η αποδοχή ενός άλλου πλαισίου πολιτικής λιτότητας να είναι οι μόνες δυνατές επιλογές.

Η κυβέρνηση πρέπει να κινηθεί σε τρία επίπεδα όσον αφορά τον συγκεκριμένο κρίσιμο άξονα: α) να διαμορφώσει την καλύτερη δυνατή στρατηγική διαπραγμάτευσης αξιοποιώντας την κινητικότητα στην Ε.Ε. και τις αντιφάσεις στο εσωτερικό των κυρίαρχων δυνάμεων, β) να βάλει μπροστά ριζoσπαστικές παρεμβάσεις που μετατοπίζουν τα βάρη της δημοσιονομικής εξισορρόπησης στους οικονομικά ισχυρούς και που βάζουν τέλος στην αιμορραγία των δημόσιων ταμείων προς μεγάλα συμφέροντα. Αυτές οι παρεμβάσεις είναι κρίσιμες τόσο ως προς το σκέλος του οικονομικού αποτελέσματος όσο και ως προς το προστιθέμενο λαϊκό έρεισμα που παράγουν για την κυβέρνηση. Επίσης, οι εν λόγω παρεμβάσεις συνιστούν μεγάλες τομές στον τρόπο διάρθρωσης της ελληνικής πολιτείας, καθώς ξεθεμελιώνουν στρατηγικές επιλογές του πολιτικού κατεστημένου των τελευταίων δεκαετιών. Όμως αυτές οι παρεμβάσεις δεν αποδίδουν άμεσα οπότε χρειάζεται γ) η επεξεργασία ενός «Μνημονίου» για τους οικονομικά ισχυρούς, μια κίνηση αποφασιστική για την αντιμετώπιση των έκτακτων συνθηκών στις οποίες θα βρεθεί η κυβέρνηση από την πίεση που θα της ασκηθεί και η οποία θα πρέπει σε σύντομο χρόνο να καλύψει ανάγκες και να εξασφαλίσει χρηματικές ροές. Ένα σχέδιο με έκτακτα μέτρα που θα αφορούν τον συσσωρευμένο πλούτο συνιστά το βασικό επιχειρησιακό όπλο μιας κυβέρνησης της Αριστεράς απέναντι στην πολυεπίπεδη επίθεση που θα δεχθεί κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης.

Ο δεύτερος άξονας σχετίζεται με άμεσες προτεραιότητες που σκοπό έχουν α) να ισχυροποιήσουν το λαϊκό έρεισμα της κυβέρνησης και β) να αντιμετωπίσουν ζητήματα που θεωρούνται «αχίλλειος πτέρνα» για μια κυβέρνηση της Αριστεράς, ιδιαίτερα στην πρώτη κρίσιμη φάση.

Ενδεικτικά, στην πρώτη κατηγορία ανήκουν ζητήματα όπως η υγεία, η κοινωνική πρόνοια, τα εργασιακά και η παιδεία, αλλά και το κρίσιμο θέμα της πολιτικής και δικαστικής διερεύνησης επιλογών που μας οδήγησαν ως εδώ. Επίσης, απαιτείται η συγκρότηση σχεδίου για την αντιμετώπιση της κατάρρευσης του ελληνικού λαού (διαθέσιμα κρατικά μέσα και διάταξή τους, δέσμη έκτακτων μέτρων, μορφές λαϊκής αυτο-οργάνωσης και αρμοδιότητες αυτών κ.ο.κ.).

Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν θέματα όπως το έγκλημα, η διαφθορά στον κρατικό μηχανισμό, η μετανάστευση, η ενίσχυση νεοναζιστικών πυρήνων στο κράτος και την κοινωνία και η αποδυνάμωση του δημοκρατικού αισθήματος. Σε αυτά τα θέματα χρειάζονται άμεσες παρεμβάσεις με στόχο γρήγορα και απτά αποτελέσματα στη ζωή των πολιτών, ώστε να δοθεί η αίσθηση ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς είναι ικανή στην αντιμετώπιση ζητημάτων που ενισχύουν τον φόβο και την ανασφάλεια στον λαό.

Πρέπει να εξετάσουμε όλες τις πλευρές τέτοιων κινήσεων ώστε με αυτοπεποίθηση να είμαστε σε θέση να προχωρήσουμε, καθώς σε μια περίοδο έντονων και συντονισμένων πιέσεων η αμηχανία και η μη απάντηση στις πιέσεις μπορεί να είναι καθοριστικές για τη βιωσιμότητα της κυβέρνησης, δηλαδή του να είναι σε θέση η κυβέρνηση να φτάσει μέχρι το τέλος της διαπραγμάτευσης.

 

*Δημοσιεύθηκε στην Αυγή στις 11/11/2012