Tag Archives: εκλογές 2015

Συνέντευξη στην ‘FM Voice’: Ο Τσίπρας έπρεπε να παραιτηθεί και όχι να εφαρμόσει μνημόνιο

Συνέντευξη στον Πέτρο Παπαβασιλείου (εδώ και εδώ σε pdf η δημοσίευση στην εφημερίδα)

Μόλις λίγες ημέρες μετά την επιστροφή του από τη Θεσσαλονίκη, όπου μίλησε στην παρουσίαση του βιβλίου «Το ΟΧΙ που έγινε ΝΑΙ» (του Χρήστου Λάσκου και του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου, εκδόσεις ΚΨΜ), ο πρώτος εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, επί προεδρίας Αλέξη Τσίπρα, δεν διστάζει να ταράξει τα νερά. Τον πετύχαμε κοντά στον χώρο εργασίας του, σε μία πάροδο της Πατριάρχου Ιωακείμ, στο κέντρο της Αθήνας. Ο Ανδρέας Καρίτζης δηλώνει ότι ο πρωθυπουργός θα έπρεπε να παραιτηθεί, μετά την πραξικοπηματική παραγνώριση του δημοψηφίσματος από τους δανειστές και να μην αποδεχθεί το μνημόνιο. Παράλληλα, τονίζει ότι ο κ. Τσίπρας άλλαξε πολιτικά προς το χειρότερο, ενώ η κυβέρνησή του αποκόπηκε από την κοινωνία και έχασε την αναφορά της στην Αριστερά.

Στιγμιότυπο από 2016-05-04 18:54:55

Τα μνημόνια είναι πραξικόπημα;

Στόχος της αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι η δημιουργία θεσμών που ελέγχουν τις βασικές λειτουργίες των κοινωνιών. Οι θεσμοί αυτοί είναι απρόσβλητοι και δεν μπορούν να επηρεαστούν από τη λαϊκή βούληση. Αυτό βρίσκεται, τώρα, σε εξέλιξη και το μνημόνιο είναι ένα μέσο περάσματος από μία αστική δημοκρατική συγκρότηση σε αυτήν την νέα κατάσταση. Αξιοποιήθηκε, δηλαδή, η κρίση χρέους για να μπουν οι κοινωνίες σε τέτοια προγράμματα. Τα μνημόνια είναι μέρος ενός σχεδίου, που στόχο έχει να περάσουμε σε ένα μοντέλο κοινωνίας, στην οποία οι άνθρωποι που δεν έχουν οικονομική ισχύ να μην έχουν λόγο για τα πράγματα για τις βασικές κρίσιμες αποφάσεις της.

Άρα, η κοινωνία, τώρα, έχει αποσβολωθεί από την ένταση των μέτρων…

Η κοινωνία βρίσκεται σε μία αμήχανη κατάσταση, διότι εξάντλησε όλα τα εργαλεία που της έδινε η προηγούμενη θεσμική μορφή (εκλογές, κίνημα, πλατείες, δημοψήφισμα). Αυτό που απαιτείται είναι να βρεθούν άλλοι τρόποι πολιτικής και κοινωνικής δράσης για να μπορέσουμε να βγούμε από αυτήν την κατάσταση. Γιατί δεν πρόκειται για μία προσωρινή αλλαγή, όπως μας έλεγαν στην αρχή για τα μνημόνια. Αυτή είναι μία μείζονα αλλαγή, ιστορικού χαρακτήρα, μία κεντρική στρατηγική, πολύ επικίνδυνη, όχι μόνο για τα λαϊκά στρώματα αλλά και για κάθε άνθρωπο που πιστεύει στη Δημοκρατία. Ακόμη και τους φιλελεύθερους ή τους συντηρητικούς αν ρωτήσεις είναι θορυβημένοι με αυτό που συμβαίνει.

Η κοινωνία δεν έχει ακόμη τα μέσα για να αντιμετωπίσει αυτήν την κατάσταση. Και εκεί είναι και η ευθύνη της Αριστεράς, να συμβάλει σε αυτήν την αναζήτηση, εκείνων των μέσων που θα μπορούσαν να αυξήσουν την αυτονομία της κοινωνίας, απέναντι σε αντιδημοκρατικούς θεσμούς που ελέγχουν απολύτως τις βασικές λειτουργίες της.

Στο κείμενο παραίτησης από την Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, τον Αύγουστο του 2015, γράφατε ότι «δεν ζούμε σε καιρούς αποστράτευσης». Εσείς, σήμερα, από ποιο κοινωνικό ή συλλογικό μπλοκ δίνετε τη μάχη σας;

Το βασικό «καθήκον» είναι η αναζήτηση τρόπων για να αποκτήσει η κοινωνία αυτονομία. Άρα χρειάζεται να εμβαθύνουμε, να σκεφτούμε σοβαρά και να δουλέψουμε πάνω σε αυτήν την κατεύθυνση. Σε αυτήν προσπαθώ και εγώ να συμβάλω. Το ίδιο προσπαθούν να κάνουν και άλλοι άνθρωποι που έχουν φύγει από τον ΣΥΡΙΖΑ και παραμένουν στην ευρύτερη Αριστερά. Σιγά-σιγά διαμορφώνεται μία κοινή συνείδηση ότι οι παραδοσιακοί τρόποι άσκησης πολιτικής δεν είναι αρκετοί. Άρα χρειάζεται να ανακαλύψουμε νέα εργαλεία για το πώς μπορούμε να απεμπλακούμε, με πρωτοβουλίες πολιτών και κοινοτήτων μέσα στην κοινωνία. Προσπαθώ και εγώ, όχι αυτή τη στιγμή ενταγμένος κάπου, μαζί με άλλους πολλούς, να σκεφτούμε μεθόδους παρέμβασης που αυξάνουν την ικανότητα της κοινωνίας να ελέγχει τα στοιχεία που αφορούν την καθημερινότητά της.

Υπάρχει πιθανότητα να επιστρέψετε στον ΣΥΡΙΖΑ;

Δεν αποτελεί ο ΣΥΡΙΖΑ, με τις επιλογές που έκανε το καλοκαίρι (του 2015), προνομιακό πεδίο για την αναζήτηση αυτών των νέων μεθόδων άσκησης της πολιτικής. Αυτό που καταλαβαίνουμε σήμερα, μετά από αρκετούς μήνες, είναι ότι δεν υπάρχει «μεσαίο» έδαφος ανάμεσα στην προσπάθεια αντίστασης στην επιβολή μιας απολυταρχικής φυσιογνωμίας στις κοινωνίες μας και την νεοφιλελεύθερη στρατηγική. Όποιος πάει να βρει αυτό το «μεσαίο» έδαφος γίνεται οργανικό εξάρτημα των νεοφιλελεύθερων στρατηγικών.

Οι αποκαλύψεις του WikiLeaks, αναφορικά με τον σχεδιασμό Τόμσεν για τη δημιουργία συνθηκών πιστωτικής ασφυξίας κατά της Ελλάδας, σας ξάφνιασαν;

Αυτό που καταλαβαίνω από μία σειρά παραδείγματα, όπως αυτό που αναφέρετε, είναι ότι οι Θεσμοί δείχνουν να νιώθουν πως διαθέτουν μία ελευθερία κινήσεων, χωρίς να σέβονται την παλιά θέσμιση και τους παλιούς κανόνες λειτουργίας της πολιτικής και της κοινωνίας. Εμφανίζονται με μία αυτοπεποίθηση, την οποία θα ήθελα να δω και από την πλευρά της Αριστεράς και των λαϊκών τάξεων. Η διαρροή των WikiLeaks επιβεβαιώνει τη διάθεση των Θεσμών αυτών να αλλάξουν άρδην την κατάσταση. Και μπροστά σε αυτό δεν υπάρχουν περιορισμοί από την πλευρά τους.

Γνωρίζετε τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, όσο λίγοι. Τον έχουν αλλάξει οι καταστάσεις;

Γενικά, οι άνθρωποι εξελίσσονται συν τω χρόνω, ανάλογα με αυτά που ζουν. Με αυτήν την έννοια, ο καθένας μας αλλάζει. Όλοι μας έχουμε αλλάξει, το ίδιο και ο πρωθυπουργός.

Ο κ. Τσίπρας έχει αλλάξει προς το χειρότερο ή προς το καλύτερο;

Δεν ξέρω ως άνθρωπος τι κάνει, πάντως σε σχέση με τις πολιτικές επιλογές του έχει αλλάξει προς το χειρότερο.

Πόση αλήθεια μπορεί να εμπεριέχει ότι το γενικό πρόσταγμα το έχει μόνο μία «κλειστή παρέα» στο Μαξίμου;

Η Αριστερά θα έπρεπε να έχει μία άλλη μεθοδολογία και μία άλλη φιλοσοφία διακυβέρνησης, πιο συμμετοχική, πιο ανοιχτή στην κοινωνία. Αυτό που παρατηρούμε, όμως, είναι ότι η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει ελάχιστα καινοτομήσει σε αυτόν τον τομέα, καθώς ακολουθεί κλασσικές και παραδοσιακές νόρμες άσκησης της εξουσίας. Και αυτό είναι ένα από τα βασικά προβλήματα, πέρα από τη συμφωνία, για μία κυβέρνηση που έχει αναφορά στην Αριστερά.

Πολλοί κατηγορούν τον πρωθυπουργό ότι το «Όχι» του δημοψηφίσματος το έκανε «Ναι». Βεβαίως, άλλοι υποστηρίζουν πως το ακέραιο ερώτημα αφορούσε το αν αποδεχόμαστε την πρόταση Γιουνκέρ, η οποία και τελικώς αποσύρθηκε, αφού στη θέση της ήρθε μία καλύτερη (θεωρητικά) συμφωνία, ύστερα από διαπραγμάτευση. Άρα δεν παραβιάστηκε η λαϊκή ετυμηγορία. Ποια είναι η θέση σας;

Ο κόσμος ψήφισε «Όχι» ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη διατύπωση του ερωτήματος. Η κοινωνία γνώριζε πολύ καλά ότι αναλάμβανε ένα ρίσκο, όταν επί της ουσίας απειλούνταν με χρεοκοπία. Παρόλα αυτά, απέναντι σε αυτόν τον εκβιασμό και την τρομοκρατία, επέλεξε να πει ότι δεν αποδέχεται οικειοθελώς την καταστροφή του. Και αυτό είναι το μεγάλο μήνυμα από το δημοψήφισμα. Μπορούμε να δημιουργούμε σοφιστικά επιχειρήματα, ή να μένουμε στο «γράμμα» της ακριβούς διατύπωσης του ερωτήματος, αλλά ήταν σαφές σε όλους, πως αυτό που ζητήθηκε από τον ελληνικό λαό, από την άλλη πλευρά, ήταν να συμφωνήσει στη μιζέρια και σε ένα μέλλον χωρίς αξιοπρέπεια. Ο ελληνικός λαός είπε «Όχι», ζητώντας αλλαγή και αναχαίτιση αυτής της πολιτικής.

Τώρα, το αν επετεύχθη καλύτερη συμφωνία ή όχι, ο ΣΥΡΙΖΑ αποδέχθηκε τη βασική στρατηγική των μνημονίων -γιατί περί αυτού πρόκειται- και ισχυρίζεται ότι, μέσα σε αυτό, πέτυχε λίγο καλύτερα αποτελέσματα. Αυτό το επιχείρημα χρησιμοποιεί και ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, παρότι αποτελούσε το αντικείμενο κριτικής μας στο ΠΑΣΟΚ και την πανευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία συνολικότερα, όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Είχε ο ΣΥΡΙΖΑ άλλες επιλογές;

Όταν εκφράζεις τη βούληση ενός λαού και δεν έχεις προετοιμαστεί κατάλληλα για να αντιμετωπίσεις την εχθρότητα και την επιθετικότητα της άλλης πλευράς, τότε η συνεπής στάση δεν είναι να υιοθετήσεις τις ψευδαισθήσεις και τη ρητορική των προηγούμενων κυβερνήσεων, αλλά να παραμείνεις πιστός στον ελληνικό λαό. Πράγμα που σήμαινε ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να αποδεχθεί, πως αυτό που συμβαίνει είναι ένα πραξικόπημα. Η μόνη σοβαρή επιλογή, κατά τη γνώμη μου, ήταν η παραίτηση και η συντεταγμένη προσπάθεια ενός μαζικού πανελλαδικού φορέα, μαζί με την πλειοψηφία των πολιτών που ασφυκτιούν, προκειμένου να διερευνηθούν οι τρόποι που απαιτούνται σήμερα για να ξανακερδίσουμε την ελευθερία μας.

Τον περασμένο Ιούλιο εκβιάστηκε ο πρωθυπουργός;

Τον περασμένο Ιούλιο εκβιάστηκε μία ολόκληρη κοινωνία. Ότι, αν επιμείνει σε αυτή τη διάθεσή της να αλλάξει αυτήν την πολιτική, θα υποστεί συνέπειες. Το ερώτημα που αφορά την κυβέρνηση είναι, κατά πόσο θα έμενε δίπλα σε έναν λαό που εκβιάζεται ή θα προσπαθούσε να βρει αυτό που ξέρουμε ότι δεν υπάρχει, ένα «μεσαίο» έδαφος ανάμεσα στον εκβιαστή και την κοινωνία.

Η κυβέρνηση προτίμησε το δεύτερο, εκ των πραγμάτων, συνεπώς απομακρύνθηκε από την κοινωνία;

Αυτό είναι σαφές και δεν είναι εκτίμηση, είναι πραγματολογικό γεγονός. Ο ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε να υιοθετεί την ψευδαίσθηση των προηγούμενων κυβερνήσεων ότι υπάρχει η δυνατότητα φιλολαϊκής διαχείρισης ενός προγράμματος που έχει σαν στόχο την εγκαθίδρυση μιας σκληρής και βάρβαρης κοινωνικής κατάστασης, όπου οι άνθρωποι δεν θα έχουν δικαιώματα. Γνωρίζαμε ότι αποτελούσε μία ψευδαίσθηση από τα προηγούμενα χρόνια.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Finance & Markets Voice, την Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Νέο πολιτικό περιβάλλον, νέες απαιτήσεις

Μετά τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολιτικά κυρίαρχος. Χωρίς ουσιαστικούς εξωτερικούς πολιτικούς περιορισμούς (π.χ. ανάγκη συγκυβέρνησης με τα κόμματα του ΝΑΙ, ισχυρή αντιμνημονιακή αντιπολίτευση), καλείται να κυβερνήσει σε ένα δύσβατο περιβάλλον που εξαρτάται από εξωγενείς παράγοντες (πιστωτές, προσφυγικό κ.ο.κ.), και σε ένα πλαίσιο όπου η κοινωνική δυσαρέσκεια θα εντείνεται λόγω των συνεπειών της συμφωνίας: ο διακηρυγμένος στόχος του παράλληλου προγράμματος είναι ο μετριασμός αυτής της τάσης. Αν εμφανιστούν προβλήματα, π.χ. κατά την εφαρμογή της συμφωνίας ή σχετικά με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις στο προσφυγικό ζήτημα, είναι πιθανό η κυβέρνηση να εισέλθει εκ νέου σε μια φάση αστάθειας. Ενδέχεται να δούμε διεύρυνση ή αλλαγή του κυβερνητικού συνασπισμού με συστημικά κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει πλέον την προσφυγή σε εκλογές ως μέσο διατήρησης της αυτονομίας του από τα παραδοσιακά συστημικά κόμματα.

Η ΝΔ βρίσκεται σε σοβαρή κρίση στρατηγικής. Οι μνημονιακοί περιορισμοί καθιστούν μια φιλολαϊκή στροφή αδύνατη. Μόνη διέξοδος κατά την ακροδεξιά πτέρυγα της ΝΔ είναι η σκληρή αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ στον άξονα αριστερά/δεξιά, με επίκεντρο όχι εκεί που οι μνημονιακές δεσμεύσεις διαμορφώνουν μια σύμπλευση, αλλά σε άλλα θέματα (ασφάλεια, προσφυγικό, δικαιώματα κ.ο.κ.). Πρόκειται για μια στρατηγική που βαθμιαία θέτει τα κρίσιμα κοινωνικά και οικονομικά θέματα εκτός πολιτικής ατζέντας και δημιουργεί τους όρους για την ηγεμονία της δεξιάς στη βάση της ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Η μετριοπαθής πτέρυγα έχει μια πιο συστημική και λιγότερο κομματική οπτική: η ΝΔ πρέπει να διαφυλάξει τα συμφέροντα των ελίτ απέναντι στον λαβωμένο από τη διαπραγματευση ΣΥΡΙΖΑ και να τον οδηγήσει σε περαιτέρω συστημική προσαρμογή, απορροφώντας κραδασμους και βάζοντας όρια.

Οι συνθήκες μοιάζουν ιδανικές για την ανάδειξη ενός εθνικιστικού ακροδεξιού κόμματος σε πρωταγωνιστή στην πολιτική σκηνή: αριστερή κυβέρνηση που θα εφαρμόσει λιτότητα, προσφυγικά ρεύματα, αδυναμία των άλλων κομμάτων να επικοινωνήσουν με τα τμήματα του πληθυσμού που συμπιέζονται. Ερώτημα παραμένει αν και με ποιους όρους θα αναδυθεί μια πολιτική έκφραση της εθνικιστικής ακροδεξιάς ικανής να αναλάβει την ηγεμονική εκπροσώπηση των θυμάτων της “αριστερής” λιτότητας, ανοίγοντας τον δρόμο για μια αυταρχική, ακροδεξιά διακυβέρνηση, τύπου Ουγγαρίας.

Η ΛΑΕ, πέρα από αντικειμενικές δυσκολίες (έλλειψη χρόνου, επιθετικότητα από τη μεριά των ελίτ, μεγάλη απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ στα λαϊκά στρώματα κ.ο.κ.), δεν μπόρεσε να επικοινωνήσει με το προνομιακότερο ακροατήριο της: ένα μεγάλο τμήμα του κόσμου που πίστεψε στον ΣΥΡΙΖΑ, χειραφετήθηκε με το δημοψήφισμα και απογοητεύθηκε από τη συμφωνία, αλλά είναι διατεθειμένο να συνεχίσει να αγωνίζεται. Αυτό το τμήμα (ενστικτωδώς ή συνειδητά) προσέλαβε την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ ως στρατηγική ήττα, η οποία χρίζει σύνθετης εξήγησης και καινοτόμας απάντησης. Η αφήγηση της ΛΑΕ δεν έπιασε επαφή με αυτή τη διάσταση και, ως εκ τούτου, δεν κατάφερε να συσπειρώσει μαζικά αυτό το ενεργητικό τμήμα του κόσμου του ΟΧΙ.

Το παράξενο κλίμα των εκλογών, αλλά και ο διττός χαρακτήρας της αποχής [1], συνηγορούν στη διαπίστωση ότι εκτός από την παραίτηση υπάρχει μια κοινωνική διαθεσιμότητα που δεν μπόρεσε να συσπειρωθεί στο σύνολό της από τις εκφράσεις της Αριστεράς σε αυτές τις εκλογές. Από τη μια, υπάρχει η τάση κανονικοποιήσης της μνημονιακής πολιτικής, παραίτησης της ελληνικής κοινωνίας και αποδοχής της περιορισμένης εμβέλειας της δημοκρατίας. Το γεγονός ότι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ τον ψήφισαν παρά το ότι έχει δεσμευθεί να εφαρμόσει το τρίτο μνημόνιο, τοποθετεί de facto την μνημονιακή πολιτική προς το παρόν σε δεύτερο πλάνο. Από την άλλη, διαπιστώνεται η τάση αναζήτησης νέων τρόπων ενεργητικής εμπλοκής και κινητοποίησης.

Η Αριστερά στην Ελλάδα έχει διαιρεθεί ανάμεσα σε δύο ασθενικές στρατηγικές: εφαρμογή λιτότητας με αντισταθμιστικά μέτρα και επιστροφή στην καθιερωμένη αντιμνημονιακή ρητορική με μεγαλύτερη έμφαση στο ζήτημα της εξόδου από την ευρωζώνη. Οι εν λόγω στρατηγικές επιλογές δεν αναμετρώνται με βαθύτερα ζητήματα που θέτει εκ των πραγμάτων η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στη διαπραγμάτευση [2] Σε συνθήκες όπου οι ελίτ δεν δεσμεύονται από τη δημοκρατική έκφραση της λαϊκής βούλησης και οι βασικές λειτουργίες των κοινωνιών ελέγχονται από θεσμούς στους οποίους δεν έχουν πρόσβαση οι πολίτες, ο πολιτικός στόχος της απελευθέρωσης των κοινωνιών και της αποκατάστασης της δημοκρατίας δεν μπορεί πλέον να βασίζεται μόνο στην παραδοσιακή πολιτική πρακτική: διαμόρφωση κοινωνικών συμμαχιών, εκλογικός αγώνας, ανάληψη της διακυβέρνησης.

Για να διαμορφωθούν προϋποθέσεις απελευθέρωσης, η Αριστερά οφείλει να επανεξετάσει τη μεθοδολογία, τις προτεραιότητες και τα οργανωσιακά της σχήματα για την κινητοποίηση των πολιτών σε μια κατεύθυνση απελευθέρωσης των δυνατοτήτων τους, την αυτονόμηση μέρους των βασικών λειτουργιών της κοινωνίας από τον έλεγχο των ελίτ (παραγωγή, υποδομές, δίκτυα διανομής κοκ) και τη διασύνδεση αυτών των λειτουργιών με τις εναπομείνασες κρατικές δομές σε ένα όσο το δυνατόν ανθεκτικότερο δίκτυο. Μόνο υπό αυτές τις προϋποθέσεις μπορούμε πραγματικά να υλοποιήσουμε τους όποιους πολιτικούς στόχους, καθώς θα είμαστε σε θέση να αναμετρηθούμε με αξιώσεις με την επιθετικότητα των ελίτ, οι οποίες είναι διατεθειμένες να πλήξουν καίρια μια κοινωνία που επιχειρεί να αυτονομηθεί από τον πλήρη έλεγχό τους (απειλή χρεοκοπίας, παύση βασικών λειτουργιών κ.ο.κ).

Μια τέτοια μεταστροφή στη μεθοδολογία και στην πολιτική στρατηγική απαιτεί σοβαρή και συστηματική επανεξέταση πολύ βαθιά ριζωμένων πολιτικών φαντασιακών και νοοτροπιών των αριστερών οργανώσεων και κομμάτων. Η προσαρμογή στις νέες συνθήκες, μαθαίνοντας από την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να αναδείξει μια πιο αποτελεσματική και ανθεκτική Αριστερά, ικανή να συμβάλει σε μια ηγεμονική, καινοτόμα και δημιουργική κοινωνική κινητικότητα. Η αδυναμία της παραδοσιακής πολιτικής πρακτικής να αλλάξει τις βασικές συντεταγμένες της μνημονιακής πολιτικής μπορεί να δημιουργεί απογοήτευση, όμως παράλληλα απελευθερώνει σε εκτεταμένα τμήματα του πληθυσμού μια διαθεσιμότητα για νέες, πιο αποτελεσματικές μορφές κοινωνικής και πολιτικής κινητοποίησης.

Αν η Ελλάδα είναι ένα εργαστήριο εφαρμογής ακραίων, πιλοτικών νεοφιλελεύθερων τεχνικών εξουσίας, που λειτουργεί ως υπόδειγμα για τη ριζική αναδόμηση της φυσιογνωμίας των δυτικών κοινωνιών εν γένει, τότε γίνεται σαφές ότι η εμπειρία ΣΥΡΙΖΑ αφορά την Αριστερά σε όλες τις χώρες. Μια αριστερή κυβέρνηση, σε όποια χώρα, θα οδηγηθεί αργά ή γρήγορα σε ένα σημείο στο οποίο θα τεθεί επί τάπητος η απειλή κατάρρευσης των βασικών λειτουργιών της κοινωνίας σε περίπτωση μη υποταγής. Την επόμενη φορά, σε οποιαδήποτε χώρα, πρέπει να είμαστε σε θέση να σηκώσουμε το βάρος της κλιμάκωσης της εν λόγω επίθεσης από τη μεριά των ελίτ, η οποία σηματοδοτεί άλλωστε και το τέλος του μεταπολεμικού σεβασμού τους στη δημοκρατία, δηλαδή στους λαούς μας.

Το άρθρο είναι βασισμένο σε κείμενο για τις εκλογές του Σεπτεμβρίου που συνέταξε ο ίδιος για λογαριασμό του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ.

____________________

Σημειώσεις

[1] 1,5 εκατομμύρια λιγότεροι ψηφοφόροι από το 2009, 764.000 λιγότεροι από τον Ιανουάριο του 2015 (περισσότεροι από τους μισούς που απείχαν οδηγήθηκαν σε αυτή την επιλογή μέσα στο 2015). Στην ήδη γνωστή αποστροφή του κόσμου απέναντι στο παραδοσιακό πολιτικό προσωπικό πρέπει να προστεθεί τώρα και η απογοήτευση από την αδυναμία επιρροής των κρίσιμων οικονομικών και κοινωνικών ζητημάτων μέσα από την εκλογική διαδικασία, όπως φάνηκε από την έκβαση της πρόσφατης διαπραγμάτευσης. Το πλήγμα στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία αρχίζει να γίνεται πλέον ανησυχητικό.

[2] Αλλά και εξελίξεις όπως η προώθηση συμφωνιών τύπου ΤΤΙΡ και η όξυνση των πολεμικών συρράξεων παγκοσμίως, οι οποίες επίσης τροποποιούν το πεδίο της πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης.

*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στις 12/10/2015 στο RedNotebook

Ανάλυση εκλογικού αποτελέσματος Σεπτεμβρίου 2015

1. Σύνοψη προηγούμενου σημειώματος και γενική αποτίμηση των εκλογών:

Στο προηγούμενο σημείωμα1 παρουσιάσαμε στοιχεία για τις μετακινήσεις των ψηφοφόρων και την αύξηση της αποχής. Συνοπτικά, ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγοντας την άμεση προσφυγή στις εκλογές πέτυχε να προσέλθει σε αυτές με τον αέρα του “σκληρού” διαπραγματευτή χωρίς το κόστος των συνεπειών της τελικής συμφωνίας (διατηρώντας έτσι τα λαϊκά του ερείσματα), διεύρυνε την επιρροή του σε πιο μετριοπαθή ακροατήρια, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των υποστηρικτών του που απογοητεύτηκαν από τη συμφωνία είτε τον ξαναψήφισαν αποφασίζοντας τελευταία στιγμή, είτε απείχαν. Από την άλλη, η αποχή φαίνεται να λαμβάνει δομικά χαρακτηριστικά που αποτυπώνει τη δυσλειτουργία των δημοκρατικών θεσμών σε συνθήκες περιορισμού αν όχι εξάλειψης της λαϊκής κυριαρχίας.

2. Το κλίμα των εκλογών:

Οι εκλογές του Σεπτεμβρίου αποτέλεσαν τις πιο παράξενες εκλογές των τελευταίων ετών από την άποψη του προεκλογικού κλίματος. Το βάθος των επιπλοκών στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας από την έκβαση της διαπραγμάτευσης είναι μεγάλο και σχετίζεται με θεμελιακούς παράγοντες όπως η σχέση της με την Ευρώπη. Για την ελληνική κοινωνία η ευρωζώνη δεν είναι μια οικονομική επιλογή, αλλά συνδέεται με την υπαρξιακή πεποίθηση των Ελλήνων ότι ανήκουν στην ιστορική, πολιτισμική και γεωγραφική ενότητα της Ευρώπης. Η εκρηκτική σύγκρουση μεταξύ αυτής της υπαρξιακής πεποίθησης και του αισθήματος αξιοπρέπειας, η οποία κορυφώθηκε με το χάσμα μεταξύ του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος και της έκβασης της διαπραγμάτευσης παρήγαγε έναν ισχυρότατο κλονισμό, με βαθειές και πολύπλευρες επιπλοκές την έκταση των οποίων δεν μπορούμε ακόμη να προσδιορίσουμε. Αυτός ο ισχυρός κλονισμός αποτυπώθηκε στο κλίμα των εκλογών, το οποίο κυμάνθηκε ανάμεσα στην αδιαφορία, τον υπόκωφο θυμό2, το έλλειμμα προοπτικής και ουσιαστικού περιεχομένου της διαδικασίας και τη πεισματική στήριξη της προσπάθειας συμφιλίωσης της αξιοπρέπειας και της Ευρωπαϊκής προοπτικής που ξεκίνησε με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παρά την αρνητική έκβαση της διαπραγμάτευσης.

Το κλίμα αυτό ενισχύθηκε από το γεγονός ότι δεν υπήρξε ουσιαστικό διακύβευμα σε αυτές τις εκλογές. Η πρώτη θέση ήταν δεδομένη3 και τα βασικά σημεία της πολιτικής που θα εφαρμοστεί επίσης. Η ρητορική των δύο μεγαλύτερων κομμάτων είχε κατά βάση αρνητικό περιεχόμενο4:

– ο ΣΥΡΙΖΑ επικεντρώθηκε στην απόρριψη του παλιού πολιτικού προσωπικού και την αποτροπή επανόδου του στην εξουσία, με στόχο να ξεπεράσει την αποσυσπείρωση που προκάλεσε η συμφωνία και η διάσπαση.

– η ΝΔ επικεντρώθηκε στο κόστος για τη χώρα της αντιμνημονιακής στάσης του ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, ανέδειξε το προσφυγικό ζήτημα με αρνητικό για τον ΣΥΡΙΖΑ τρόπο.

Η παράξενη ατμόσφαιρα των εκλογών, η χωρίς μεγάλες προσδοκίες επιλογή κάποιου κόμματος και η μεγάλη αποχή προιωνίζονται το νέο πολιτικό περιβάλλον που αρχίζει να διαμορφώνεται. Από τη μια, υπάρχει η τάση κανονικοποιήσης της μνημονιακής πολιτικής, παραίτησης της ελληνικής κοινωνίας και αποδοχής της περιορισμένης εμβέλειας της δημοκρατίας. Το γεγονός ότι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ τον ψήφισαν παρά το ότι έχει δεσμευθεί να εφαρμόσει το τρίτο μνημόνιο τοποθετεί de facto την μνημονιακή πολιτική προς το παρόν σε δεύτερο πλάνο. Από την άλλη διαπιστώνεται η τάση αναζήτησης νέων τρόπων ενεργητικής εμπλοκής και κινητοποίησης. Αυτές οι αποκλίνουσες τάσεις (κινητοποίηση πέρα από τα καθιερωμένα και παραίτηση/μοιρολατρία) ήταν διάχυτες στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.

3. Ανάλυση εκλογικού αποτελέσματος ανά κόμμα και οι δυναμικές που διαμορφώνει

3.1. ΣΥΡΙΖΑ:

Το προφίλ των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ του Σεπτεμβρίου διαφέρει αρκετά από το αντίστοιχο του Ιανουαρίου5. Παρατηρείται μεγάλη ενίσχυση στις γυναίκες (ποσοστό 43,2%, αύξηση κατά 4,1%)6, στις νοικοκυρές (43,9%, αύξηση κατά 8,6%) και λίγο στους συνταξιούχους (33,5%, αύξηση 1 κατά,9%). Αυτές οι κατηγορίες πληθυσμού αποτελούν τον σκληρό πυρήνα των παραδοσιακών ψηφοφόρων της ΝΔ. Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει το υψηλότερο ποσοστό του στις νοικοκυρές (43,9%), ακολουθούν οι άνεργοι (39,8%), οι μισθωτοί δημοσίου τομέα (39,7%) και οι φοιτητές (37,9%).

Τις μεγαλύτερες απώλειες καταγράφει στους αγρότες (ποσοστό 22,8%, μείωση κατά 14%), τους επαγγελματοβιοτέχνες (23,3%, μείωση κατά 13,4%), τους επιχειρηματίες (17,2%, μείωση κατά 9,6%) και τους αυτοαπασχολούμενους (28,1%, μείωση κατά 6,8%)7, ενώ απώλειες παρουσιάζει και στην κατηγορία των μισθωτών και των ανέργων (γύρω στο 4% και 4,5% αντίστοιχα). Επίσης, εμφανίζει υποχώρηση στις περισσότερες ηλικιακές κατηγορίες, ενώ ενισχύεται λίγο στους άνω των 65 (κατά 1,5%) και πιο αισθητά στους 25-34 (κατά 4%). Νέες γυναίκες, που δεν εργάζονται, αυτή φαίνεται πως είναι η βασική κοινωνική κατηγορία που ενίσχυσε αυτή τη φορά τον ΣΥΡΙΖΑ8.

Στην κατηγορία όσων δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει 7,2 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ αντίθετα ενισχύεται πολύ στην κατηγορία που προσδιορίζει ότι ζει άνετα ή τα καταφέρνει (αύξηση κατά 11,8%) με αποτέλεσμα να ανατρέπεται η υπεροχή της πρώτης κατηγορίας στις εκλογές του Ιανουαρίου (ζει δύσκολα: 42,4%, ζει άνετα: 24,2%) και να αλλάζει οριακά υπέρ της δεύτερης τον Σεπτέμβριο (ζει δύσκολα: 35,2%, ζει άνετα: 36%). Επίσης, αναφορικά με την ταξική τοποθέτηση, το πώς ο καθένας αυτοπροσδιορίζει την ταξική του θέση, ο ΣΥΡΙΖΑ ενισχύεται πολύ σε μεσαία και ανώτερα στρώματα (ποσοστό 34,4%, αύξηση κατά 16,1%) και στην αστική τάξη (38,6%, αύξηση κατά 9,5%), ενώ διατηρεί την πρωτοκαθεδρία στην κατώτερη, με ποσοστό 46% και αύξηση 2%. Σχετικά με την ιδεολογική αυτοτοποθέτηση, εγκαταλείπουν τον ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο όσοι δηλώνουν αριστεροί (μείωση κατά 8,6%) και ενισχύουν τον ΣΥΡΙΖΑ πολίτες που δηλώνουν Κεντροαριστεροί (αύξηση κατά 5,3%).

Μετά τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολιτικά κυρίαρχος. Δεν έχει ουσιαστικό αντίπαλο από τα αριστερά (ήττα της ΛΑΕ, άρνηση του ΚΚΕ να λειτουργήσει ως πόλος αντιμνημονιακής συσπείρωσης), ενώ τα παραδοσιακά συστημικά κόμματα είναι απαξιωμένα στη συνείδηση του κόσμου και δεν είναι σε θέση να αμφισβητήσουν την εφαρμογή της συμφωνίας την οποία ψήφισαν. Χωρίς ουσιαστικούς εξωτερικούς πολιτικούς περιορισμούς (πχ ανάγκη συγκυβέρνησης με ΠΑΣΟΚ, ισχυρή αντιμνημονιακή αντιπολίτευση κοκ) καλείται να κυβερνήσει σε ένα δύσβατο περιβάλλον που εξαρτάται από εξωγενείς παράγοντες (πιστωτές, ευρωπαϊκή πολιτική στο προσφυγικό κοκ) και σε ένα πλαίσιο όπου η κοινωνική δυσαρέσκεια θα εντείνεται λόγω των συνεπειών της συμφωνίας (άλλωστε ο διακηρυγμένος στόχος του παράλληλου προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο μετριασμός αυτής της τάσης). Παράλληλα, πρέπει να χειριστεί την αναδιαπραγμάτευση του χρέους και τις διογκούμενες προσφυγικές ροές. Επίσης, το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ θα λάβει χώρα τους πρώτους μήνες του 2016.

Αν προκύψουν νέα οικονομικά δεδομένα (επενδύσεις, άμβλυνση των όρων της συμφωνίας κοκ) τότε ο ΣΥΡΙΖΑ ενδέχεται να δει την κατάσταση να ομαλοποιείται πολιτικά. Αν όμως, εμφανιστούν προβλήματα πχ κατά την εφαρμογή της συμφωνίας (με δεδομένη την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να αποτρέψει την επιβολή συμπληρωματικών επώδυνων μέτρων) ή σχετικά με τις Ευρωπαϊκές κατευθύνσεις στο προσφυγικό ζήτημα είναι πιθανό ο ΣΥΡΙΖΑ να εισέλθει εκ νέου σε μια φάση εσωτερικών τριγμών. Ενδέχεται να δούμε διεύρυνση ή αλλαγή του κυβερνητικού συνασπισμού με συστημικά κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει πλέον τη δυνατότητα προσφυγής σε εκλογές ως μέσο διατήρησης της αυτονομίας του από τα παραδοσιακά συστημικά κόμματα.

3.2. ΝΔ:

Το προφίλ των ψηφοφόρων της ΝΔ ακολουθεί με αντίστροφο τρόπο αυτό του ΣΥΡΙΖΑ9. Η ΝΔ αποδυναμώνεται στις γυναίκες (κατά 4,1%) και στις νοικοκυρές (κατά 6,7%) και ενισχύεται στους αγρότες (κατά 12,3%), τους αυτοαπασχολούμενους (κατά 7,7) και τους επιχειρηματίες (κατά 47,2%). Η ΝΔ εμφανίζει τα μεγαλύτερα ποσοστά της στους επιχειρηματίες (68,7%), τους συνταξιουχους του δημόσιου τομέα (42,1%) και τους αγρότες (39%). Η ΝΔ κυριαρχεί στους επιχειρηματίες (68,7% έναντι 17,2% του ΣΥΡΙΖΑ) οι οποίοι φοβούνται σήμερα περισσότερο τον ηττημένο στη διαπραγμάτευση ΣΥΡΙΖΑ από ότι τον Ιανουάριο (ΝΔ 21,5% έναντι 26,8% του ΣΥΡΙΖΑ), καθώς τότε υπήρχε η προσδοκία για ένα καλό αποτέλεσμα στη διαπραγμάτευση το οποίο θα βελτίωνε τη γενική οικονομική κατάσταση στη χώρα. Επίσης διατηρεί την υπεροχή της στους συνταξιούχους (με απώλειες 1,5%) και φαίνεται ότι κερδίζει τους αγρότες.

Η ΝΔ συνεχίζει να “αιμοραγεί” στους μισθωτούς (περίπου 3,6% μείωση), τους φοιτητές (2,5% μείωση) και γενικότερα στους νέους. Στην ηλικιακή κατηγορία 18-24 εμφανίζει αξιοσημείωτη μείωση 8,5%. Στην κατηγορία όσων δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες η ΝΔ κερδίζει έδαφος κατά 5,9% και αποδυναμώνεται στην κατηγορία που προσδιορίζει ότι ζει άνετα ή τα καταφέρνει (μείωση 10,2%), κλείνοντας την ψαλίδα (ζει δύσκολα: 26,6% από 20,7%, ζει άνετα: 32,1% από 42,3%), ακολουθώντας την εξομάλυνση που παρατηρείται στον ΣΥΡΙΖΑ. Παρόμοια, μειώνεται αισθητά στην αστική και ανώτερη τάξη (μείωση κατά 5,9% και 6,2% αντίστοιχα) και ενισχύεται ελαφρώς στην κατώτερη (αύξηση κατά 3,7%). Όσον αφορά την ιδεολογική αυτοτοποθέτηση των ψηφοφόρων εμφανίζει αξιοσημείωτη αύξηση σε όσους δηλώνουν κεντροδεξιοί (κατά 9,2%) γεγονός που ενδεχόμενα συναρτάται με το μετριοπαθέστερο προφίλ του νέου Προέδρου σε σχέση με τον προκάτοχό του και την προεκλογική τακτική έκκλησης προς τον ΣΥΡΙΖΑ για τη δημιουργία κυβέρνησης μεγαλου συνασπισμού με ευρωπαϊκό προσανατολισμό10.

Η ΝΔ βρίσκεται σε σοβαρή κρίση στρατηγικής. Η στροφή προς τη μετριοπάθεια, την οποία έκανε ο μεταβατικός πρόεδρος (Μεϊμαράκης), μπορεί μεν να διατήρησε τις δυνάμεις της ΝΔ, αλλά το αποτέλεσμα έδειξε ότι δεν φαίνεται να δημιουργεί προϋποθέσεις δυναμικής ανάκαμψης. Η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ στον “ρεαλισμό” και η εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος σε αυτό το κόμμα δομικά αφαιρεί πολιτικό χώρο από τη ΝΔ.

Οι μνημονιακοί περιορισμοί καθιστούν μια φιλολαϊκή στροφή αδύνατη. Μόνη διέξοδος κατά τη γνώμη της ακροδεξιάς πτέρυγας της ΝΔ είναι η σκληρή αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ στον άξονα αριστερά/δεξιά, με επίκεντρο όχι τα σημεία στα οποία οι μνημονιακές δεσμεύσεις διαμορφώνουν ένα πλαίσιο σύμπλευσης, αλλά σε άλλα θέματα (ασφάλεια, προσφυγικό, δικαιώματα, εκκλησία κοκ). Πρόκειται για μια στρατηγική που βαθμιαία θέτει τα κρίσιμα κοινωνικά και οικονομικά θέματα εκτός πολιτικής ατζέντας11 και δημιουργεί τους όρους για ηγεμονία της δεξιάς στη βάση της ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Η μετριοπαθής πτέρυγα έχει μια πιο συστημική και λιγότερο κομματική οπτική: η ΝΔ πρέπει να διαφυλάξει τα συμφέροντα των ελίτ απέναντι στον λαβωμένο από τη διαπραγματευση ΣΥΡΙΖΑ και να τον οδηγήσει σε περαιτέρω συστημική προσαρμογή απορροφώντας κραδασμους και βάζοντας όρια.

Γενικότερα, η ΝΔ δεν έχει πολλά περιθώρια αντιπολιτευτικών ελιγμών στο βραχυπρόθεσμο επίπεδο, γι’αυτό η αλλαγή ηγεσίας που έχει δρομολογηθεί δεν δημιουργεί προϋποθέσεις συνολικής μεταμόρφωσης. Η ΝΔ περισσότερο θα περιμένει την υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ και την εκμετάλλευση των δυσκολιών που αυτός θα συναντήσει, και λιγότερο θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι υπάρχει σοβαρή ανάγκη ανανέωσης του πολιτικού της προσωπικού.

3.3. ΧΑ:

Νέοι άνδρες φαίνεται πως είναι η βασική κοινωνική κατηγορία που ενίσχυσε και αυτή τη φορά τη ΧΑ (στους άνδρες λαμβάνει 9% έναντι 4,8% στις γυναίκες)12. Η ΝΔ φαίνεται να χάνει την υπεροχή της σε σχέση με τη ΧΑ στους νεότερους ψηφοφόρους στον χώρο της δεξιάς, αφού από 21,9% τον Ιανουάριο πέφτει στο 13,4% τώρα, το οποίο ισοσκελίζει η επιρροή της ΧΑ, που ανεβαίνει στο 13,3% από 8% τον Ιανουάριο. Από την άλλη, η ΧΑ εκμηδενίζεται στους επιχειρηματίες (μείωση κατά 13,6%), όπου κυριαρχεί η ΝΔ, και πέφτει στη μισή της δύναμη στους αγρότες όπου παίρνει 5,3% (μείωση κατά 5,5%) πάλι λόγω ενίσχυσης της ΝΔ. Επίσης εμφανίζει πτώση στους μισθωτούς του δημόσιου τομέα κατά 4,9%. Η ΧΑ καταγράφει τα μεγαλύτερα ποσοστά της στους επαγγελματοβιοτέχνες (14%), τους φοιτητές (14%, αύξηση κατά 8,6%) και τους ανέργους (ποσοστό 10,6%).

Τα ποσοστά της ΧΑ εμφανίζουν έντονη διαφοροποίηση μεταξύ αυτών που τη στηρίζουν και δηλώνουν ότι έχουν οικονομικές δυσκολίες και αυτών που δηλώνουν ότι ζουν άνετα ή τα καταφέρνουν (δύσκολα 8,6%, άνετα 2,6%). Στην ταξική αυτοποθέτηση, εξαφανίζεται στην αστική και ανώτερη τάξη (μείωση κατά 8,4% και 3,6% αντίστοιχα) και ενισχύεται σε όσους κάνουν αταξικές αναφορές (33,4%, με αύξηση κατά 18,1%). Στην ιδεολογική αυτοτοποθέτηση ενισχύεται στη δεξιά (25,6%, αύξηση κατά 5,2%) και στην άρνηση αυτοτοποθέτησης (17,1%, αύξηση κατά 5,1%).

Οι συνθήκες μοιάζουν ιδανικές για την ανάδειξη ενός εθνικιστικού ακροδεξιού κόμματος σε πρωταγωνιστή στην πολιτική σκηνή: αριστερή κυβέρνηση που θα εφαρμόσει λιτότητα, προσφυγικά ρεύματα, αδυναμία των άλλων κομμάτων να επικοινωνήσουν με τα τμήματα του πληθυσμού που συμπιέζονται. Το αποτέλεσμα των εκλογών έδειξε ότι η ΧΑ έχει αποκτήσει μια στιβαρή και δυναμική εκλογική βάση. Η ένταξη του διπόλου αριστερά/δεξιά στο μνημονιακό πλαίσιο και η κυριαρχία της ΧΑ στο κοινοβούλιο ως εκπρόσωπος της αντιμνημονιακής πτέρυγας (τρίτο κόμμα, αυτοαπομόνωση του ΚΚΕ) σε συνδυασμό με τις κοινωνικές συνέπειες του τρίτου μνημονίου δίνουν αντικειμενικά πολύ μεγάλο έδαφος για την ισχυροποίησή της.

Ασαφές παραμένει το πώς επιδρά η φυσιογνωμία του κόμματος στη δυναμική που αυτό θα μπορούσε να αναπτύξει. Ο ανοικτός εγκληματικός χαρακτήρας της13, το νεο-ναζιστικό προφίλ και ο αποκλεισμός της από τη συμβατική πολιτική14 περιορίζουν ίσως την εμβέλεια που θα μπορούσε να έχει ένα ακροδεξιό εθνικιστικό κόμμα το οποίο δεν θα είχε αυτά τα χαρακτηριστικά15. Από την άλλη, η απογοήτευση από τη δημοκρατική πολιτική πρακτική αναφορικά με τις δυνατότητές της να ανατρέψει τις μνημονιακές δεσμεύσεις, σε συνδυασμό με την βαθμιαία παρακμή της ελληνικής κοινωνίας μπορεί να αμβλύνει προοδευτικά τις αρνητικές συνέπειες της φυσιογνωμίας της ΧΑ στη δυναμική που αυτή θα μπορούσε να έχει.

3.4. ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ, ΑΝΕΛ, Ενωση Κεντρώων:

Η εναπομείνασα συστημική κεντροαριστερά, το κόμμα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης (ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ) δεν φαίνεται να είναι σε θέση να επανέλθει σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Θα λειτουργήσει de facto ως συμπληρωματική δύναμη. Βασικός στόχος είναι η διατήρηση της πολιτικής αυτονομίας και η μη απορρόφηση από τους δύο κεντρικούς κομματικούς πυλώνες όσο αυτοί παραμένουν στη σημερινή τους μορφή.

Το αποτέλεσμα των εκλογών έδειξε ότι το ΠΟΤΑΜΙ δεν είναι σε θέση να αναχαιτίσει την πολιτική κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ στη βάση ενός τεχνοκρατικού, νεανικού προφίλ και έχει ήδη ανακύψει το ζήτημα ενσωμάτωσής του στην κεντροαριστερά.

Οι ΑΝΕΛ επίσης δεν φαίνεται να διαθέτουν τα εχέγγυα να αποτελέσουν έναν δυναμικό κομματικό σχηματισμό. Διαθέτουν μεν ένα σημαντικό μερίδιο εξουσίας, αλλά ο ρόλος τους δεν αναμένεται να είναι καταλυτικός στην εξέλιξη των πραγμάτων.

Η Ένωση Κεντρώων δεν αναμένεται να αποτελέσει κάποια νέα δυναμική παρουσία. Η εγγενής μετριοπάθεια και η επιφανειακή ανάλυση των δομικών προβλημάτων της Ελλάδας σήμερα την καθιστούν εφεδρεία σε μια δύσκολη στιγμή για τη στήριξη κάποιας κυβέρνησης16.

3.5. ΚΚΕ, ΛΑΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ:

Το ΚΚΕ δεν αναμένεται να αλλάξει στρατηγική (μη ουσιαστική εμπλοκή με τη σημερινή πολιτική αντιπαράθεση) και μεθοδολογία (παραδοσιακές μορφές οργάνωσης και κινητοποίησης). Ως εκ τούτου δεν αναμένεται να παίξει σημαντικό ρόλο ούτε στο πολιτικό ούτε στο κοινωνικό επίπεδο στο προσεχές διάστημα. Ωστόσο, θα βελτιώσει την εκλογική του απήχηση ως ο σταθερότερος φορέας έκφρασης της δυσαρέσκειας στην εφαρμοζόμενη πολιτική.

Η ΛΑΕ ήταν ο μεγάλος ηττημένος των εκλογών. Πέρα από αντικειμενικές δυσκολίες17 που καθιστούσαν πολύ δύσκολη την απεύθυνσή της σε εκτεταμένα τμήματα του εκλογικού σώματος, η ΛΑΕ δεν μπόρεσε να επικοινωνήσει με το προνομιακότερο ακροατήριο της: ένα πολύ μεγάλο τμήμα του κόσμου που πίστεψε στον ΣΥΡΙΖΑ, χειραφετήθηκε με το δημοψήφισμα και απογοητεύθηκε από τη συμφωνία, αλλά είναι διατεθειμένο να συνεχίσει να αγωνίζεται. Αυτό το τμήμα προσέλαβε (ενστικτωδώς ή συνειδητά) την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ ως στρατηγική ήττα η οποία χρήζει σύνθετης εξήγησης και καινοτόμας απάντησης. Η αφήγηση της ΛΑΕ δεν άγγιξε αυτή τη διάσταση, καθώς προέταξε μια γρήγορη και εύκολη εξήγηση για το τι συνέβη (έλλειμμα πολιτικής βούλησης για σύγκρουση κοκ) και ως εκ τούτου δεν κατάφερε να συσπειρώσει μαζικά αυτό το ενεργητικό τμήμα του κόσμου του ‘ΌΧΙ.

ΑΝΤΑΡΣΥΑ (0,85%): η διαχρονική αδυναμία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς να επικοινωνήσει με πλατιά ακροατήρια σε συνδυασμό με την αδυναμία να προταχθεί μια καινοτόμα στρατηγική ενεργούς εμπλοκής και κινητοποίησης στις συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στη διαπραγμάτευση (όπως και στην περίπτωση της ΛΑΕ) δεν της επέτρεψαν να ενισχυθεί αποφασιστικά σε αυτές τις εκλογές.

4. Συμπεράσματα για την αριστερά:

Η αριστερά στην Ελλάδα έχει διαιρεθεί ανάμεσα σε δύο ασθενικές στρατηγικές: εφαρμογή λιτότητας με αντισταθμιστικά μέτρα και επιστροφή στην καθιερωμένη αντιμνημονιακή ρητορική με μεγαλύτερη έμφαση στο ζήτημα της εξόδου από την ευρωζώνη. Η δεύτερη ήδη δέχθηκε ένα ισχυρό χτύπημα στις εκλογές. Η πρώτη ενώ αριθμητικά βγήκε ισχυροποιημένη, ωστόσο τόσο το κλίμα των εκλογών όσο και τα στοιχεία του εκλογικού αποτελέσματος αναδεικνύουν αρνητικές τάσεις και δυσοίωνες δυναμικές. Επίσης, ενδέχεται σε μικρό χρονικό διάστημα να οδηγηθεί σε τραγικά αδιέξοδα.

Οι εν λόγω δύο στρατηγικές επιλογές δεν αναμετρώνται με βαθύτερα ζητήματα που θέτει εκ των πραγμάτων η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στη διαπραγμάτευση. Σε συνθήκες όπου οι ελίτ δεν δεσμεύονται από τη δημοκρατική έκφραση της λαϊκής βούλησης και οι βασικές λειτουργίες των κοινωνιών ελέγχονται από θεσμούς στους οποίους δεν έχουν πρόσβαση οι πολίτες, ο πολιτικός στόχος της απελευθέρωσης των κοινωνιών και της αποκατάστασης της δημοκρατίας δεν μπορεί πλέον να βασίζεται μόνο στην παραδοσιακή πολιτική πρακτική (στήριξη κινημάτων, διαμόρφωση κοινωνικών συμμαχιών, εκλογικός αγώνας, ανάληψη της διακυβέρνησης).

Για να διαμορφωθούν προϋποθέσεις απελευθέρωσης, η αριστερά οφείλει να επανεξετάσει τη μεθοδολογία της, τις προτεραιότητές της και τα οργανωσιακά σχήματα για την κινητοποίηση των πολιτών σε μια κατεύθυνση απελευθέρωσης των δυνατοτήτων τους για την αυτονόμηση μέρους των βασικών λειτουργιών της κοινωνίας από τον έλεγχο των ελίτ (παραγωγή, υποδομές, δίκτυα διανομής κοκ) και τη διαδύνδεση αυτών των λειτουργιών με τις εναπομείνασες κρατικές δομές (μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης) σε ένα όσο το δυνατόν ανθεκτικότερο δίκτυο. Μόνο υπό αυτές τις προϋποθέσεις θα μπορούμε πραγματικά να υλοποιήσουμε τους όποιους πολιτικούς στόχους (πχ παραμονή στην ευρωζώνη με αυτονομία ή έξοδος από αυτή). Και τούτο διότι θα είμαστε σε θέση να αναμετρηθούμε με αξιώσεις με την επιθετικότητα των ελίτ, οι οποίες είναι διατεθημένες να πλήξουν καίρια μια κοινωνία που επιχειρεί να αυτονομηθεί από τον πλήρη έλεγχό τους.

Μια τέτοια μεταστροφή στη μεθοδολογία και στην πολιτική στρατηγική απαιτεί σοβαρή και συστηματική επανεξέταση πολύ βαθιά ριζωμένων πολιτικών φαντασιακών και νοοτροπιών των αριστερών οργανώσεων και κομμάτων. Όμως, η προσαρμογή στις νέες συνθήκες, μαθαίνοντας από την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να αναδείξει μια πιο αποτελεσματική και ανθεκτική αριστερά, ικανή να συμβάλει σε μια ηγεμονική, καινοτόμα και δημιουργική κοινωνική κινητικότητα απαραίτητη για την εξισορρόπηση της κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης στην οποία προχωρούν οι ελίτ (απειλή χρεοκοπίας, παύση βασικών λειτουργιών κοκ με στόχο την υποταγή). Και τούτο διότι η αδυναμία της παραδοσιακής πολιτικής πρακτικής να αλλάξει τις βασικές συντεταγμένες της μνημονιακής πολιτικής μπορεί να δημιουργεί απογοήτευση, όμως παράλληλα απελευθερώνει σε εκτεταμένα τμήματα του πληθυσμού μια διαθεσιμότητα για νέες, πιο αποτελεσματικές μορφές κοινωνικής και πολιτικής κινητοποίησης. Το παράξενο κλίμα των εκλογών αλλά και ο διττός χαρακτήρας της αποχής συνηγορούν στη διαπίστωση ότι εκτός από την παραίτηση υπάρχει μια κοινωνική διαθεσιμότητα που δεν μπόρεσε να συσπειρωθεί στο σύνολό της από τις εκφράσεις της αριστεράς σε αυτές τις εκλογές.

Αν η Ελλάδα είναι ένα εργαστήριο εφαρμογής ακραίων, πιλοτικών νεοφιλελεύθερων τεχνικών εξουσίας, που θα λειτουργήσει ως υπόδειγμα για τη ριζική αναδόμηση της φυσιογνωμίας των δυτικών κοινωνιών εν γένει τότε γίνεται σαφές ότι η εμπειρία ΣΥΡΙΖΑ αφορά την αριστερά σε όλες τις χώρες. Μια αριστερή κυβέρνηση σε κάποια άλλη χώρα θα οδηγηθεί αργά ή γρήγορα σε ένα σημείο στο οποίο θα απειλούνται να καταρρεύσουν πλήρως οι βασικές λειτουργίες της κοινωνίας σε περίπτωση μη υποταγής. Την επόμενη φορά, σε οποιαδήποτε χώρα, πρέπει να είμαστε σε θέση να σηκώσουμε το βάρος της κλιμάκωσης της εν λόγω επίθεσης από τη μεριά των ελίτ, η οποία σηματοδοτεί άλλωστε και το τέλος του μεταπολεμικού σεβασμού τους στη δημοκρατία, δηλαδή στους λαούς μας.

2Ο σιωπηλός θυμός ήταν διάχυτος προς όλες τις κατευθύνσεις και το αποτέλεσμα των εκλογών έδειξε ότι δεν διοχετεύθηκε προς την προηγούμενη κυβέρνηση όπως παραδοσιακά συμβαίνει.

3Παρά την προσπάθεια των ΜΜΕ να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι η ΝΔ απειλεί τον ΣΥΡΙΖΑ σε κάποια φάση της προεκλογικής περιόδου, η οποία απλά συμπίεσε τα μικρότερα κόμματα.

4Η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ψήφος καταδίκης στη ΝΔ και το αντίστροφο.

5http://www.publicissue.gr/en/2885/syriza-voter-demos-9-2015/ . Ακολουθούμε την ανάλυση των κοινωνικών χαρακτηριστικών των ψηφοφόρων των κομμάτων της εν λόγω εταιρείας. Σε ορισμένα σημεία υπάρχουν διαφοροποιήσεις (πχ αγρότες) με άλλες εταιρείες αλλά χωρίς να αλλάζει η γενική εικόνα.

6 Στους άνδρες έλαβε 28,2% και σημείωσε πτώση 5,6%.

7Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι τρεις από τις τέσσερεις κατηγορίες που ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει τη μεγαλύτερη μείωση πρόκειται να πληγούν με άμεσο τρόπο από το τρίτο μνημόνιο (αγρότες, αυτοαπασχολούμενοι, επαγγελματοβιοτέχνες ), ενώ η τέταρτη (επιχειρηματίες) είναι εκείνη που αγωνιά για τυχόν επιβάρυνσή της από την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να εξισορροπήσει τις επιπτώσεις του μνημονίου στα ασθενέστερα στρώματα μέσω αναδιανομής.

10Η επιλογή αυτή έγινε αντικείμενο σκληρής κριτικής από στελέχη της ΝΔ της ακροδεξιάς πτέρυγας.

11Αυτή η στρατηγική θα βοηθούσε την εδραίωση ενός διπολισμού στο βαθμό που οι πολίτες αποδεχθούν την μνημονιακή κανονικότητα.

13Τα ηγετικά της στελέχη δικάζονται για τη δολοφονία Φύσσα και ο Πρόεδρός της δήλωσε προεκλογικά ότι αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη της δολοφονίας.

14Πχ δεν καλείται σε συζητήσεις σε ΜΜΕ.

15Η περίπτωση του κυβερνώντος κόμματος της Ουγγαρίας θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πρότυπο για το τι είδους πολιτική δύναμη θα μπορούσε να αξιοποιήσει τις υπαρκτές σήμερα δυνατότητες. Ήδη υπάρχουν διεργασίες στον χώρο της ακροδεξιάς πέραν της ΧΑ που διερευνούν την πιθανότητα δημιουργίας νέου πολιτικού σχηματισμού.

16Μια βασική προεκλογική εξαγγελία τους ήταν ότι η χώρα χρειάζεται Οικουμενική κυβέρνηση τεχνοκρατών με στήριξη από όλα τα κόμματα…

17Βλ. προηγούμενο σημείωμα http://www.rosalux.de/news/41758/wahlauswertung-griechenland.html

*Ανάλυση για το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμποργκ

Σύντομη ανάλυση εκλογικού αποτελέσματος Σεπτεμβρίου 2015

Σεπτέμβριος 2015        Ιανουάριος 2015

ΣΥΡΙΖΑ      35,46                         36,34

ΝΔ               28,10                         27,81

ΧΑ                6,99                            6,28

ΠΑΣΟΚ        6,28                            4,68

ΚΚΕ              5,55                            5,45

ΠΟΤΑΜΙ      4,09                             6,05

ΑΝΕΛ           3,69                            4,75

ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΩΩΝ 3,43             1,79

——–

ΛΑΕ               2,86                              —

Τα σημαντικά στοιχεία που προκύπτουν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 είναι δύο:

– Η απόλυτη επιτυχία του εκλογικού αιφνιδιασμού του ΣΥΡΙΖΑ

– Η αύξηση της αποχής.

Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά από α) την υπογραφή της συμφωνίας και β) τη διάσπαση και την αποχώρηση της εσωκομματικής αντιπολίτευσης και πολλών άλλων στελεχών και μελών, κατάφερε να προσεγγίσει το εκλογικό ποσοστό του Ιανουαρίου του 2015 και να ανανεώσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης χωρίς ουσιαστικές εκλογικές απώλειες και με τον ίδιο κυβερνητικό εταίρο1.

Η επίσπευση των εκλογών αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα καθώς:

α) επέτρεψε στον ΣΥΡΙΖΑ να προσέλθει στις εκλογές με τον “αέρα” της σκληρής διαπραγμάτευσης διατηρώντας τα πολύ μεγάλα ποσοστά του στις φτωχότερες περιοχές της χώρας αφού οι συνέπειες της συμφωνίας δεν έχουν υπάρξει ακόμη2,

β) δεν επέτρεψε τη συγκρότηση αξιόπιστης αμφισβήτησης από τα “αριστερά” του με αποτέλεσμα την μη είσοδο στη Βουλή της Λαϊκής Ενότητας,

γ) πρόλαβε την αποδυνάμωση των ΑΝΕΛ και το ενδεχόμενο να μείνουν εκτός Βουλής3, αποτρέποντας σενάρια κυβερνητικού συνασπισμού με ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ ακόμη και ΝΔ,

δ) δεν επέτρεψε την ανασυγκρότηση των παραδοσιακών μνημονιακών κομμάτων και ιδίως της ΝΔ η οποία έδωσε την εκλογική μάχη υπό την ηγεσία ενός μεταβατικού Προέδρου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβασε τις τελευταίες ημέρες την εκλογική συσπείρωσή του εντυπωσιακά στο 70%. Έχασε 9% της εκλογικής του δύναμης τον Ιανουάριο προς ΝΔ, 6% προς ΛΑΕ, 3% προς ΚΚΕ και 3% προς ΧΑ και πήρε 13% από ΚΚΕ, 12% από ΠΑΣΟΚ, 5% από ΝΔ, 3% από ΧΑ. Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ σε μεγάλο βαθμό τον ξαναψήφισαν α) υπό τον φόβο επιστροφής των παραδοσιακών κομμάτων στην εξουσία4, β) ελλείψει αξιόπιστων εναλλακτικών επιλογών προς αντιμνημονιακή κατεύθυνση και γ) εκτιμώντας τη μαχητική στάση κατά τη διαπραγμάτευση5. Ένα μεγάλο κομμάτι ψηφοφόρων του Ιανουαρίου που απογοητεύθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε τελικά την αποχή (320.000 ψηφοφόροι δηλαδή περίπου το 14% της εκλογικής του δύναμης) όπως θα δούμε παρακάτω. Επιπρόσθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε πιο “ελκυστικός” για τους ψηφοφόρους των κεντροδεξιών και κεντροαριστερών κομμάτων λόγω της υπεύθυνης στάσης προς το τέλος της διαπραγμάτευσης, γεγονός που εξηγεί τα θετικά ισοζύγια με το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ (βλ. παραπάνω) και το ΠΟΤΑΜΙ (βλ. παρακάτω).

Η ΝΔ κατάφερε να διατηρήσει τις δυνάμεις της6, με το 10% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και το 6% των ψηφοφόρων της ΧΑ του Ιανουαρίου να μετακινούνται προς αυτήν. Η παρουσία του μεταβατικού Προέδρου της θεωρήθηκε θετική κατά την προεκλογικη περίοδο και έπαιξε ρόλο στην επαναφορά της ΝΔ στα επίπεδα του Ιανουαρίου, καθώς μετά το δημοψήφισμα εμφάνισε, δημοσκοπικά τουλάχιστον, στοιχεία αποδιάρθωσης με ποσοστά κάτω του 20%. Η ποσοστιαία συγκράτησή της οφείλεται – όπως και στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ – και στο γεγονός ότι 180.000 ψηφοφόροι της που δεν την επέλεξαν εκ νέου οδηγήθηκαν στην αποχή και όχι σε κάποιο άλλο κόμμα. Η ΝΔ ήταν ανέτοιμη για τις εκλογές, με προσωρινή ηγεσία και ανοικτά ζητήματα ως προς την αντιπολιτευτική της στρατηγική, τα οποία ανακύπτουν εντονότερα πλέον μετά την ήττα με μεγάλη διαφορά από έναν ΣΥΡΙΖΑ που υπέστη διάσπαση και υποτίθεται ότι απέτυχε στη διαπραγμάτευση σε σύγκριση με τις εξαγγελίες του Ιανουαρίου7. Ήδη έχουν δρομολογηθεί οι διαδικασίες για την ανάδειξη νέας ηγεσίας.

Η ΧΑ ενισχύθηκε αλλά όχι σημαντικά, γεγονός που σχετίζεται με τη συγκράτηση του ΣΥΡΙΖΑ σε υψηλά ποσοστά στις φτωχότερες περιοχές. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι σε περιοχές που δέχονται τη μεγαλύτερη πίεση από τις προσφυγικές ροές η άνοδος της ΧΑ είναι πιο αισθητή (όπως και η αποχή). Ενδεικτικά στη Λέσβο η ΧΑ πήρε 7,88% από 4,6%, στην Κω 10,15% από 5,87% και συνολικά στα Δωδεκάνησα 8,07% από 5,53%.

Το ΠΑΣΟΚ ενώ είχε απώλειες λόγω της πόλωσης ανάμεσα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ (βλ. μετακινήσεις προς ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ παραπάνω) εντούτοις ανέβασε το ποσοστό του απορροφώντας το μεγαλυτερο μέρος των ψηφοφόρων του κόμματος του Γ. Παπανδρέου που δεν κατέβηκε στις εκλογές, αλλά τον Ιανουάριο είχε αποσπάσει το 2,47% του εκλογικού σώματος. Το ΚΚΕ δεν εμφάνισε αξιοσημείωτη άνοδο κυρίως λόγω της συγκράτησης των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ στις λαϊκές περιοχές. Το ΠΟΤΑΜΙ είδε τη δύναμή του να μειώνεται κατά 1/3 ως αποτέλεσμα της πόλωσης που επικράτησε. Η συσπείρωσή του δεν ξεπέρασε το 45% και ουσιαστικά μοιράστηκε σε ΝΔ (26%) και ΣΥΡΙΖΑ (18%). Το κόμμα προχωράει σε έκτακτο συνέδριο τους επόμενους μήνες. Οι ΑΝΕΛ κατάφεραν να μπουν στη Βουλή καθώς οι σύνεπειες της συμφωνίας δεν είναι ακόμη ορατές. Η Ένωση Κεντρώων είναι ένα προσωποκεντρικό, μετριοπαθές, κεντρογενές κόμμα με ασαφή περαιτέρω πολιτικά χαρακτηριστικά. Η είσοδος ενός μέχρι πρότινος γραφικού πολιτικού σχηματισμού στη Βουλή μπορεί να θεωρηθεί ως πράξη χλευασμού της εκλογικής διαδικασίας από μέρος του εκλογικού σώματος και σύμπτωμα της γενικότερης αποδυνάμωσης του πολιτικού συστήματος όπως και η αποχή. Η ΛΑΕ δεν κατάφερε τελικά να διαμορφώσει ένα αξιόπιστο και αποτελεσματικό προεκλογικό προφίλ ικανό να επικοινωνήσει με τη μεγάλη δεξαμενή του ΌΧΙ στο δημοψήφισμα. Η έλλειψη χρόνου, η επιθετικότητα από τη μεριά των ελίτ, η μεγάλη απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ στα λαϊκά στρώματα, αλλά και η αίσθηση μιας επανάληψης της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ πριν την ανάληψη της διακυβέρνησης δεν έδωσαν δυναμική σε ένα καινούριο μεν, αλλά παραδοσιακό, αριστερό κόμμα.

Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο αυτών των εκλογών είναι η αύξηση της αποχής. Από το 2009 (τελευταίο έτος πριν τη μνημονιακή περίοδο) έχουμε μείωση 1,5 εκατομμύρια ψηφοφόρων. Από 7.000.000 ψηφοφόρους περίπου το 2009 στις τελευταίες εκλογές ψήφισαν 5.500.000 (σε σύνολο εγγεγραμμένων που κυμαίνεται γύρω στις 9.900.0008). Από τις εκλογές του Ιανουαρίου η αποχή αυξήθηκε κατά 764.000 στις εκλογές του Σεπτεμβρίου και άγγιξε το 43,3%9. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 320.000 ψηφοφόρους ή το 14% των ψηφοφόρων του Ιανουαρίου και η ΝΔ 192.000 ψηφοφόρους, δηλαδή γύρω στο 11% της εκλογικής της δυνάμης. Η αύξηση της αποχής είναι εντονότερη σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας με δύσκολη και οικονομικά δαπανηρή πρόσβαση, αλλά έγινε αισθητή και στα αστικά κέντρα. Τα μεγαλύτερα ποσοστά αποχής εμφανίστηκαν σε Φλώρινα με 64,46%, Κεφαλονιά με 61,92% και Λακωνία με 59,54% (περιφέρεια της χώρας). Όμως, ποσοστά άνω του μέσου όρου της αποχής εμφάνισαν και τα αστικά κέντρα όπως η Α’ Πειραιά με 47,59% αλλά και η Α’ Αθήνας με 46,72%, ενώ και στη Β’ Πειραιά το ποσοστό αποχής ανήλθε σε 43,43%.

Δεν έχουμε ακόμη δημοσιοποίηση περισσότερων στοιχείων για την ηλικιακή, ταξική και μορφωτική κατανομή της αποχής, αλλά αναμένεται να είναι μεγάλη στους νέους. Ωστόσο, είναι πιθανόν η αποχή να λαμβάνει πλέον δομικά χαρακτηριστικά καθώς φαίνεται ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια διαδικασία κατάρρευσης των αντιπροσωπευτικών δημοκρατικών διαδικασιών και θεσμίσεων. Στην ήδη γνωστή αποστροφή του κόσμου απέναντι στο παραδοσιακό πολιτικό προσωπικό πρέπει να προστεθεί τώρα και η απογοήτευση από την αδυναμία επιρροής των κρίσιμων οικονομικών και κοινωνικών ζητημάτων μέσα από την εκλογική διαδικασία, όπως φάνηκε από την έκβαση της πρόσφατης διαπραγμάτευσης. Το πλήγμα στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία αρχίζει να γίνεται πλέον ανησυχητικό.

1 Αξίζει να σημειωθεί ότι σε απόλυτο αριθμό ψήφων η μείωσή του είναι μεγαλύτερη από τη μείωση του ποσοστού του, αλλά καθώς η απώλεια ψήφων εκφράστηκε κυρίως με αποχή η ποσοστιαία μείωση δεν είναι σημαντική.

2 Τα υψηλότερα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ απαντώνται στις υποβαθμισμένες, λαϊκές περιοχές όπως η Φυλή με 45,57% (ίδιο ποσοστό με Ιανουάριο, λιγότερες ψήφοι), Αγία Βαρβάρα 43,84% και Ασπρόπυργος 43,88%.

3Έχει διαπιστωθεί στη μνημονιακή περίοδο ότι τα μικρότερα κόμματα που συμμετέχουν σε κυβερνήσεις συνεργασίας καταρρέουν και εξαφανίζονται μένοντας εκτός Βουλής.

4Η προεκλογική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ επικεντρώθηκε ακριβώς σε αυτό τον φόβο, στην υπόσχεση για μάχη κατά της διαφθοράς και της διαπλοκής και ως εκ τουτου κεφαλαιοποίησε επιτυχημένα την αποστροφή του εκλογικού σώματος στο παραδοσιακό πολιτικό προσωπικό.

5Σε αυτό το γεγονός μπορεί να αποδοθεί και το θετικό ισοζύγιο με το ΚΚΕ.

6 Τα υψηλότερα ποσοστά της ΝΔ προέκυψαν στις παραδοσιακά αστικές περιοχές όπως η Φιλοθέη – Ψυχικό με 54,06% και Κηφισιά με 47,59%.

7Περισσότερα στοιχεία αναφορικά με την επιρροή του εκλογικού αποτελέσματος στην πολιτική στρατηγική της ΝΔ (αλλά και των άλλων κομμάτων) στο επόμενο εναλυτικότερο σημείωμα.

8Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι υπάρχει ένα αδιευκρίνιστικο, διαχρονικό ποσοστό αποχής λόγω μη συστηματικής εκκαθάρισης των εκλογικών καταλόγων.

9Να σημειωθεί ότι στο δημοψήφισμα του Ιουλίου οι ψηφοφόροι ήταν περίπου όσοι και τον Ιανουάριο.

*Ανάλυση για το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμποργκ

Περίεργες εκλογές

Στην προεκλογική ατμόσφαιρα αποτυπώνεται το πλήγμα στη δημοκρατία και τη λαϊκή κυριαρχία που υπέστη η χώρα στη διαπραγμάτευση. Η διαπραγμάτευση ολοκληρώθηκε με την ανοικτή απόρριψη της δημοκρατίας σε αυρωπαϊκό έδαφος. Πρόκειται για ένα κορυφαίο ιστορικό γεγονός που δεν πρέπει να υποτιμάμε την εμβέλειά του επειδή ενδεχομένως μπορούσαμε να εκτιμήσουμε εκ των προτέρων ότι θα συμβεί, λαμβάνοντας υπόψη την αντιδημοκρατική, νεοφιλελεύθερη αρχιτεκτονική της ευρωζώνης και της ΕΕ.

Η διαπραγματευση ολοκληρώθηκε με την επιβολή μιας τιμωρητικής συμφωνίας μέσα από έναν ωμό εκβιασμό: συνθηκολόγηση ή άτακτη χρεοκοπία. Οι βασικές λειτουργίες της ελληνικής κοινωνίας ελέγχονται από θεσμούς που έχουν πλήρως αυτονομηθεί από τη λαϊκή βούληση, καταργώντας ουσιαστικά τη δημοκρατία και τη λαϊκή κυριαρχία. Η ροή του χρήματος η οποία ελέγχεται από την ΕΚΤ και οι ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις θέτουν σε κίνηση τις βασικές λειτουργίες της κοινωνίας μας. Υπό την απειλή αναστολής των βασικών λειτουργιών η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να ακολουθεί τις εντολές των θεσμών που πραγματικά έχουν την εξουσία μέσω του ελέγχου του χρήματος και των πόρων. Στη διαπραγμάτευση δεν ηττήθηκε απλά ένα κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μια ολόκληρη κοινωνία. Η ελληνική κοινωνία με ανοικτό και δημόσιο τρόπο έχει μπει στον γύψο από θεσμούς για τους οποίους η γνώμη των πολιτών είναι απολύτως αδιάφορη.

Το γεγονός ότι διενεργούνται εκλογές σε ένα τέτοιο καθεστώς ανελευθερίας και αντιδημοκρατικής επιβολής εξηγεί το περίεργο κλίμα που επικρατεί. Η άρρητη αποδοχή αυτής της κατάστασης και η προσπάθεια να συνεχιστεί το πολιτικό “παιχνίδι” ως εαν να μην έχει ακυρωθεί ευτελίζει την πολιτική λειτουργία και τους αντίστοιχους θεσμούς, αναδύοντας μια έντονη αίσθηση παρακμής. Επίσης, κανονικοποίει την ωμή επιβολή του ισχυρού, αναγορεύοντας το “δίκιο του ισχυρού” σε κυρίαρχη κοινωνική νόρμα στα μυαλά και τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Βαθμιαία αλλά γρήγορα, η ορθολογικότητα, η πολιτοφροσύνη και ο αλληλοσεβασμός θα υποχωρούν.

Μέχρι να ανακτήσουμε κάποιου είδους αυτονομία ως κοινωνία μέσα από την μερική έστω απόσπαση των βασικών λειτουργιών από τον έλεγχο των αντιδημοκρατικών θεσμών, η απειλή του ξαφνικού θανάτου θα επικρέμεται ακυρώνοντας τη δημοκρατία και εμβαθύνοντας την κοινωνική και πολιτική παρακμή. Είναι ύψιστη υποχρέωση για κάθε πολίτη αυτής της χώρας να κινητοποιηθεί ώστε να καταφέρουμε να αποσπάσουμε τον έλεγχο των βασικών λειτουργιών της κοινωνίας μας. Είναι ζητούμενο σήμερα να αναδυθούν κοινωνικοί και πολιτικοί σχηματισμοί με εντελώς διαφορετική νοοτροπία και μεθοδολογία και κύριο στόχο ένα τέτοιο σχέδιο αυτονόμησης. Ένα σχέδιο πολυπρόσωπο που θα αναζωογονήσει την πολιτική και τη δημοκρατία, επινοώντας νέες μορφές συμμετοχής και συλλογικής επιβίωσης. Όμως, η παραδοσιακή πολιτική που ενταφιάστηκε στη διαπραγμάτευση κυριαρχεί ακόμη αδρανειακά σε αυτές τις εκλογές. Γι’αυτό αυτές φαίνονται τόσο περίεργες.

*Δημοσιεύθηκε στην FmVoice στις 06/09/2015

Οι θεσμοί αποφάσισαν

Οι θεσμοί αποφάσισαν: Η οικονομική καταστροφή της Ελλάδας είναι μονόδρομος. Η Ελλάδα, το θέλουν, δεν το θέλουν οι κάτοικοί της, πρέπει να διαλυθεί. Η βαρβαρότητα και η αναξιοπρέπεια είναι η νέα κανονικότητα.

Οι θεσμοί αποφάσισαν: Καμιά ανοχή στη δημοκρατία. Αγνόησαν προκλητικά τη διαπραγμάτευση τόσων μηνών και επανέφεραν στο παρά πέντε ένα πρόγραμμα χειρότερο από αυτό που δεν μπορούσε να εφαρμόσει η κυβέρνηση Σαμαρά και απέρριψε ο ελληνικός λαός στις εκλογές. Για τους θεσμούς η δημοκρατική ετυμηγορία ενός λαού δεν είναι αρκετός λόγος για να εμπλακούν σε μια ουσιαστική διαπραγμάτευση. Δεν έκαναν καν τον κόπο να φέρουν μια πρόταση που δεν περιφρονεί και δεν απαξιώνει τόσο επιδεικτικά το Brussels Group.

Αφού οι θεσμοί ακύρωσαν το ΒG και τη διαπραγμάτευση μηνών και επανέφεραν την απαίτησή τους για εφαρμογή του Μνημονίου, η ελληνική πλευρά πρέπει να επαναφέρει το πρόγραμμα της ΔΕΘ. Ας είμαστε σαφείς. Δεν έχουμε να κάνουμε με δύο προτάσεις όπου πρέπει να βρεθούμε κάπου στη μέση, από τη μια η ελληνική πρόταση και από την άλλη η πρόταση των θεσμών. Η ελληνική πλευρά ανέλαβε να σχηματοποιήσει σε ένα κείμενο τα αποτελέσματα του BG. Δεν είναι προτάσεις της ελληνικής πλευράς οι απαιτήσεις των δανειστών που περιλαμβάνονται σε αυτό. Τα αποτελέσματα του BG δεν έχουν υιοθετηθεί από την ελληνική πλευρά παρά μόνο ως διερευνητική βάση για την επίτευξη συμφωνίας, η οποία περιλαμβάνει ρύθμιση για το χρέος, αναπτυξιακό σχέδιο κ.ο.κ.

Στην τελευταία Κεντρική Επιτροπή ειπώθηκε ότι δεν έχει νόημα η συζήτηση για επιμέρους τμήματα της διαπραγμάτευσης που βρίσκεται σε εξέλιξη, διότι τίποτα δεν έχει γίνει αποδεκτό και όλα πρέπει να σταθμιστούν ως τμήματα της τελικής συμφωνίας. Μόνο τότε μπορούμε να εξετάσουμε αν οι επώδυνες πτυχές που τελικά θα επιβάλουν οι δανειστές μπορούν να γίνουν αποδεκτές ως τελευταίες παραχωρήσεις για να ξεφύγουμε από τη μέγγενη των Μνημονίων και της λιτότητας. Συνεπώς, δεν αποτελούν θέσεις της ελληνικής πλευράς.

Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί σε αυτό το σημείο διότι οι θεσμοί επιχειρούν να μεταφέρουν τη συζήτηση μεταξύ των αποτελεσμάτων στο BG όπου έχουν ήδη ενσωματώσει θέσεις τους που δεν είναι δικές μας, με ακόμη περισσότερες απαιτήσεις που επανέφεραν την Τετάρτη. Και μάλιστα αρνούμενοι να εντάξουν τη ρύθμιση του χρέους στη συμφωνία, η οποία κατά τη γνώμη τους αφορά μόνο την εκταμίευση χρημάτων για να πληρώσουμε τις δόσεις το επόμενο διάστημα. Χωρίς διευθέτηση του ζητήματος του χρέους δεν υπάρχει καν συζήτηση για επώδυνη συμφωνία.

Οι θεσμοί αποφάσισαν: Ο πολιτικός τους στόχος είναι ο δήμοσιος εξευτελισμός του Τσίπρα, του ΣΥΡΙΖΑ και του ελληνικού λαού. Το βράδυ της Τετάρτης δήλωσαν δημόσια την περιφρόνησή τους στο αποτέλεσμα των εκλογών και την απαξίωσή τους στις εργώδεις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης και στην πρόθεσή της να υποστεί ακόμη και κάποια τελευταία επώδυνα πλήγματα προκειμένου να υπάρξει συμφωνία που βάζει τέλος στη μνημονιακή περίοδο. Η εξευτελιστική αντιμετώπιση της ελληνικής κυβέρνησης που πασχίζει για συμφωνία και ενός ολόκληρου λαού που θέλει να ανακτήσει το δικαίωμά τους στην ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον δεν μπορεί να γίνει ανεκτή.

Η υπεράσπιση της αξιοπρέπειάς μας δεν είναι «πολυτέλεια». Κανένας σε αυτήν τη χώρα δεν θα σέβεται τίποτα αν παγιωθεί η αντίληψη ότι ανεχόμαστε τέτοιου είδους συμπεριφορά. Η ανάκαμψη της χώρας, παρά τις όποιες οικονομικές δυσκολίες, προϋποθέτει μια κοινωνία που διατηρεί ένα ελάχιστο επίπεδο αυτοεκτίμησης. Αυτή την αυτοεκτίμηση πρέπει να προστατεύσουμε ως κόρη οφθαλμού. Σε αντίθετη περίπτωση, οι συνέπειες στο συλλογικό ασυνείδητο του λαού μας θα είναι τραυματικές, με τον φασισμό να καραδοκεί να τις εκμεταλλευτεί.

Οι θεσμοί αποφάσισαν. Το ερώτημα πλέον είναι τι θα κάνει η ελληνική πλευρά. Η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πάρουν κάποιες αποφάσεις και να απευθυνθούν με ειλικρίνεια στην ελληνική κοινωνία. Είναι μέσα στα πιθανά ενδεχόμενα η μη επίτευξη συμφωνίας αν οι θεσμοί συνεχίσουν, όπως όλα δείχνουν, σε αυτή την κυνική και εξευτελιστική τακτική; Αν για κάποιους λόγους έχει αποκλειστεί, οφείλουμε να ξέρουμε γιατί και να τοποθετηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Αν όχι, τότε δεν πρέπει να πορευόμαστε ως εάν να πρόκειται για «δική μας αποτυχία» και να αιωρείται ότι η μη επίτευξη συμφωνίας ισοδυναμεί με παράδοση της εξουσίας από τη μεριά μας αμαχητί.

Πιστεύουμε ότι μια κακή συμφωνία μπορεί να εφαρμοστεί; Είναι σε θέση ο ΣΥΡΙΖΑ -χωρίς να διαλυθεί το μπλοκ των κοινωνικών δυνάμεων που τον στηρίζει- να εφαρμόσει απαιτήσεις των δανειστών αν δεν έχει εξασφαλίσει την απεμπλοκή της Ελλάδας από τη μέγγενη του χρέους; Υπάρχει μέλλον για τη χώρα αν στην προσπάθεια να εφαρμοστούν απαιτήσεις των δανειστών ο ΣΥΡΙΖΑ βαθμιαία αποδιαρθρωθεί ως πολιτική δύναμη; Ας μην κάνουμε το λάθος που θέλουν οι δανειστές: η διά της επιβολής εφαρμογή των απαιτήσεών τους θα τσακίσει την ήδη ρημαγμένη ελληνική κοινωνία και θα πλήξει θανάσιμα τη μοναδική της ελπίδα: τον ΣΥΡΙΖΑ.

δημοσιεύθηκε στην Αυγή της Κυριακής στις 07-06-2015

Διαπραγμάτευση, δημοκρατικό καθήκον και κοινωνική καινοτομία

Η πολύμηνη διαπραγμάτευση απέδειξε με ξεκάθαρο τρόπο ότι στόχος των δανειστών μέσα από την εφεύρεση των Μνημονίων και στρατηγική μέριμνα της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς στην Ευρώπη είναι η ριζική αναδόμηση των ευρωπαϊκών κοινωνιών σε εντελώς διαφορετικές «ασιατικού» τύπου βάσεις. Στην ελληνική περίπτωση το μόνο σταθερό σημείο αναφοράς για τη νεοφιλελεύθερη δεξιά είναι η καταστροφή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Ως καταστροφή μπορεί να οριστεί η υποτίμηση της εργασίας, η διάλυση του παραγωγικού ιστού και η επέκταση της αγοράς σε κάθε κοινωνικό ή φυσικό πόρο. Η λιτότητα ήταν ο μνημονιακός τρόπος αυτής της καταστροφής.

Όμως, όσο η νέα κυβέρνηση δεν υποτάσσεται στη λιτότητα και δεν πέφτει, η λιτότητα δεν μπορεί να συνεχιστεί. Σε αυτή την περίπτωση, η καταστροφή της ελληνικής οικονομίας -θυμίζω στρατηγικός στόχος της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς- συνεχίζεται με τον απευθείας στραγγαλισμό της χρηματοδότησης. Η πολιτική της λιτότητας λοιπόν αντικαταστάθηκε από την άμεση χρηματοδοτική ασφυξία. Όσο δεν αποδεχόμαστε τη λιτότητα, τα καταστροφικά, υφεσιακά αποτελέσματα δεν θα παράγονται από αυτήν αλλά απευθείας από τη χρηματοδοτική ασφυξία.

Κατά τη γνώμη τους, η μόνη «ελευθερία» που έχουμε είναι να επιλέξουμε τον τρόπο καταστροφής: Αν θέλουμε «αριστερή» ή «αντιμνημονιακή» κυβέρνηση αυτός θα είναι η χρηματοδοτική ασφυξία. Αν επιλέξουμε νεοφιλελεύθερη, δεξιά κυβέρνηση, αυτός θα είναι η λιτότητα. Αν κάποια στιγμή δεχθούμε λίγη λιτότητα, θα απελευθερώσουν λίγη χρηματοδότηση. Όσο περισσότερη λιτότητα δεχόμαστε τόσο περισσότερη χρηματοδότηση θα έχουμε και αντίστροφα. Αρκεί να μένει αμετάβλητη η βάρβαρη ανισότητα μεταξύ ελίτ και πλειοψηφίας της κοινωνίας, που εκείνοι ονομάζουν πρόοδο και εμείς καταστροφή.

Αν λοιπόν η σύγκρουση αφορά το αν η καταστροφή θα βαθύνει ή θα σταματήσει, τότε πολιτικός στόχος μας δεν είναι μόνο η αναχαίτιση της λιτότητας, αλλά η απελευθέρωση της ελληνικής οικονομίας από τον χρηματοδοτικό έλεγχο των δανειστών που προκαλεί τη λιτότητα ή την αντικαθιστά με χρηματοδοτική ασφυξία όταν επιχειρηθεί το σταμάτημά της.

Με αυτή την έννοια, επιτυχημένη διαπραγμάτευση και «έντιμη» συμφωνία μπορεί να υπάρξει όταν αμφισβητηθεί αποτελεσματικά ο έλεγχος της χρηματοδότησης της χώρας από τα πολιτικά κέντρα που έχουν ως στρατηγικό στόχο, υπενθυμίζω, την καταστροφή της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Χωρίς επαναπροσδιορισμό αυτής της κρίσιμης παραμέτρου δεν μπορούμε να κλονίσουμε τον μηχανισμό επιβολής των επιλογών των ελίτ πάνω στην ελληνική κοινωνία.

Μια στιγμή λοιπόν στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης όπου αντί να υποχωρήσουμε σε περαιτέρω αξιώσεις λιτότητας (ώστε να μας εκχωρήσουν χρηματοδότηση) θα επιλέξουμε να απομειώσουμε τον έλεγχο της χρηματοδότησης από τους δανειστές, δεν πρέπει να θεωρείται «αποτυχία», «άλμα στο κενό» ή «απεγνωσμένη» επιλογή «ρήξης». Αυτούς τους μήνες και μπροστά στην παγκόσμια κοινή γνώμη οι δανειστές έκαναν μια επικίνδυνη και αντιδημοκρατική επιλογή: αποφάσισαν να αρνηθούν το δικαίωμα μιας κοινωνίας συντεταγμένα και δημοκρατικά να αλλάξει πορεία. Εν προκειμένω να σταματήσει την καταστροφή της. Απέναντι σε αυτή την επιλογή των δανειστών, η εκ μέρους μας απομείωση της ισχύος τους να το επιβάλλουν μέσα από τον έλεγχο της χρηματοδότησης μετατρέπεται σε δημοκρατικό καθήκον. Δεν μιλάμε για κάποια «σκληρή» κίνηση αλλά για τη νηφάλια και στοιχειώδη άμυνα, την ελάχιστη υπεράσπιση της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας.

Η ελληνική κοινωνία, χωρίς δική της επιλογή ή της σημερινής κυβέρνησης, πρόκειται να χτυπηθεί το επόμενο διάστημα. Όταν ο στόχος του αντιπάλου είναι να σε πλήξει, τότε είτε υποχωρήσεις πολύ ή λίγο, είτε επιλέξεις να αμφισβητήσεις την πηγή της ισχύος του ή όχι, το αποτέλεσμα θα είναι η επιδείνωση της κατάστασης. Με την κρίσιμη διαφορά ότι, στην περίπτωση της υπεράσπισης της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας, τα πλήγματα μπορούν να γίνουν έναυσμα επανεκκίνησης. Αρκεί στην ελληνική κοινωνία να διαχυθεί αποφασιστικά ένα φρόνημα κοινωνικής διαθεσιμότητας αντί της ηττοπάθειας και της παραίτησης και μια διαφορετική νοοτροπία σοβαρότητας, αφοσίωσης και συνευθύνης για το κοινό καλό.

Η νέα ελληνική κυβέρνηση επιτάχυνε αυτή τη διάχυση, παρά τις αστοχίες στο εσωτερικό μέτωπο από κινήσεις που υποτιμούν τη διάθεση της κοινωνίας για πραγματική αλλαγή παγιωμένων πρακτικών και νοοτροπιών, αλλά και τη δίψα της για καινοτομία, νέες ιδέες, κοινωνικό πειραματισμό και έμπνευση. Η δημιουργική και παραγωγική εμπλοκή της ελληνικής κοινωνίας στις εξελίξεις είναι μια καθοριστική παράμετρος, την οποία τείνουμε να υποτιμούμε. Σήμερα πρέπει να στρέψουμε πόρους και πολιτική μέριμνα σε αυτή την παράμετρο, να αλλάξουμε ιεραρχήσεις καθιστώντας την τον καινοτόμο πυρήνα της στρατηγικής μας και το επίκεντρο της δημόσιας πολιτικής μας ατζέντας. Η κοινωνική δημιουργικότητα και καινοτομία και το ξεκλείδωμα των τεράστιων δυνατοτήτων των πολιτών είναι η μόνη πηγή άντλησης πραγματικής δύναμης για εμάς, ώστε σε κάθε ενδεχόμενο να ακυρώσουμε τον στόχο του αντιπάλου, που είναι η καταστροφή μας. Ως κυβέρνηση, ως Αριστερά και ως ελληνική κοινωνία.

δημοσιεύθηκε στην Αυγή της Κυριακής στις 24-5-2015

Δυόμιση βδομάδες προεκλογικής περιόδου: συναισθήματα και εντυπώσεις

Η προεκλογική περίοδος ολοκληρώθηκε. Ομολογώ ότι παρά την κούραση και τα συχνά νεύρα πέρασα ωραία. Το χάρηκα δηλαδή, παρά τα όσα λέγονται καμιά φορά για τη σχέση μου με την χαρά…

Και ένιωσα χρήσιμος, ότι συνέβαλα να πειστούν κάποιοι πολίτες για τον ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή την τόσο κρίσιμη αναμέτρηση. Αλλά και ότι βοήθησα στην εμψύχωση και την αυτοπεποίθηση κάποιων άλλων.

Από τα καφενεία, τους χώρους εργασίας, τα μαγαζιά, τα σπίτια, τις συγκεντρώσεις αυτό που μου έμεινε περισσότερο ήταν μια γεύση ζεστής αποδοχής στην επιλογή να μην περιοριστώ σε τυπικές προεκλογικές ομιλίες, αλλά να καταπιαστώ με διάφορες πτυχές που δεν συνηθίζονται στις (αναγκαστικά) πανηγυρικές προεκλογικές διαδικασίες.

Επίσης, η επαφή με άγνωστο κόσμο και η διάθεσή του να συμμεριστεί πολλά από αυτά που προσπαθούμε να κάνουμε αλλά και να είμαστε, με έκανε πιο αισιόδοξο για την επόμενη ημέρα. Ο κόσμος είμαι διατεθειμένος να πάμε πολύ μακριά μαζί, αν εμείς ως ΣΥΡΙΖΑ το πιστέψουμε.

Από τις τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα μου έμεινε η εντύπωση ότι η υπεροχή μας σε επιχειρήματα και αξίες είναι ακαταμάχητη, αλλά και η πικρή γεύση της πολιτικής παρακμής της περιόδου.

Η επικοινωνία μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με πολλούς και πολλές με έκανε να νιώθω πολύ ανθρώπινα και ζεστά. Yπήρχε καθημερινά αλληλοϋστήριξη, εμψύχωση, ακόμη και ξεσπάσματα απαραίτητα για να βγάλουμε την ένταση.

Ήταν μια ωραία και σημαντική εμπειρία, το ουσιαστικό αποτέλεσμα της οποίας το έχω ήδη καρπωθεί σε προσωπικό επίπεδο. Είναι όλα τα προηγούμενα που δεν θα τα είχα ίσως αν δεν ήμουν υποψήφιος. Ας ελπίσουμε και σε ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα που θα δώσει στη συλλογική μας έκφραση, τον ΣΥΡΙΖΑ, μια ιστορική νίκη! 

Αποσπάσματα ομιλιών προεκλογικής περιόδου

9805_936580113033077_1468745137949318467_n

*Εκδήλωση στη Νέα Σμύρνη

Βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας μεγάλης, μιας ιστορικής πολιτικής αλλαγής. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει το απολύτως εύλογο και νηφάλιο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας να σταματήσει ένα πρόγραμμα που εφαρμόστηκε πέντε χρόνια με καταστροφικά αποτελέσματα και κανένα αποτέλεσμα στη διαχείριση του χρέους. Δεν είμαστε στο 2010, δεν πρόκειται για εκτιμήσεις και προβλέψεις, πρόκειται για μια σκληρή πραγματικότητα που τη ζήσαμε στο πετσί μας.

Είναι στοιχείο αυτοσεβασμού για μια κοινωνία να διεκδικήσει μια εναλλακτική στρατηγική. Είναι στοιχείο αυτοσεβασμού να σταματήσει ένα κυνικό πρόγραμμα παρακμής και εξαθλίωσης που συνιστά προσωπική προσβολή για κάθε πολίτη αυτής της χώρας.

Είναι όμως και ζήτημα επιβίωσης. Η λιτότητα και η περιστολή δαπανών για τις λαϊκές ανάγκες είναι μόνιμη στρατηγική. Η ταύτιση της ανταγωνιστικότητας με τη μείωση του εργατικού κόστους διαμορφώνει ένα μόνιμο καθοδικό σπιράλ για όλους τους λαούς.

Έχουμε την εμπειρία της Ανατολικής Ευρώπης και άλλων περιοχών του πλανήτη όπου δεν αναχαιτίστηκε αυτή η πολιτική. Σε αυτές τις κοινωνίες οδήγησε σε μείωση του προσδόκιμου ζωής, του μορφωτικού επιπέδου, στην κυνική πιβολή του δίκαιου του ισχυρού, σε πολυδιάστατη παρακμή και εξαθλίωση ως κανονικότητα. Δεν μας επιτρέπεται να επιτρέψουμε ένα τέτοιο μέλλον για τα παιδιά μας και τις μελλοντικές γενιές.

1658343_936579419699813_3447926544638908460_o

Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτοντας σε προτεραιότητα την αξιοπρέπεια των Ελλήνων πολιτών κατέθεσε το γνωστό πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Στο πρόγραμμα ασκήθηκε κριτική με τη γνωστή ρητορική ότι “αυτά δεν γίνονται”. Όμως, κανένα άλλο κόμμα δεν ένιωσε την ανάγκη για ένα πρόγραμμα άμεσης αντιμετώπισης των εξευτελιστικών συνθηκών διαβίωσης των συμπατριωτών μας. Η έγνοια για την αξιοπρέπεια των συμπατριωτών μας έχει καταντήσει να θεωρείται “ιδιοτροπία” του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ θα έπρεπε να είναι κοινός τόπος όλων των κομμάτων. Πρόκειται για δείγμα πολιτικής κατάντιας της μνημονιακής παράταξης.

Τα ίδια ακούμε και για τον ΕΝΦΙΑ, το γνωστό τροπάρι, “αυτά δεν γίνονται”. Ότιδήποτε αφορά τις ανάγκες των φτωχών και των μεσαίων στρωμάτων μας λένε ότι “δεν γίνεται”. Αυτός ο κυνισμός ότι η κοινωνία δεν μπορεί να κάνει τίποτα για τη διάχυτη αγριότητα, η επιβολή της αδιαφορίας για τους γύρω μας είναι ο σύγχρονος ολοκληρωτισμός που αποτελεί τη σοβαρότερη απειλή για την κοινωνία μας.

Γιατί το βιοτικό επίπεδο μπορεί να πέσει και από μια φυσική καταστρογή. Όμως αν η κοινωνία δεν έχει χάσει τους δεσμούς αλληλεγγύης, την αίσθηση της κοινής μοίρας και τη βούληση για ένα συλλογικό σχέδιο είναι σε θέση να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες. Όμως αν επιβληθεί ο κυνισμός στο σώμα της κοινωνίας τότε αυτή δεν έχει καμιά τύχη, η παρακμή είναι το μέλλον της.

10919052_937725819585173_3881874352958617867_n

*Εκδήλωση στο Περιστέρι

Στο ζήτημα της διαπραγμάτευσης ο ΣΥΡΙΖΑ πρεσβεύει μια τομή με την μνημονιακή περίοδο γιατί για πρώτη φορά η αξιοπρέπεια των Ελλήνων και η προοπτική της κοινωνίας μας θα αποτελέσουν κριτήριο που πρέπει να ικανοποιεί οποιαδήποτε λύση τεθεί στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Λιτότητα ή άλλες πολιτικές που μας προσβάλλουν και μας καταδικάζουν δεν θα ξαναμπούν στο τραπέζι.

Λέγονται πολλά για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ένα είναι το “λάθος” του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν συναινεί στον κυνισμό του δίκιου του ισχυρού, στην σύγχρονη απολυταρχία και επιμένει με παιδική αθωότητα να θέτει ως προτεραιότητα τις ανάγκες των πολιτών και τις προσδοκίες τους για μια ζωή με νόημα, με περιεχόμενο, με αξιοπρέπεια.

10429856_830709006994370_4423155713510665270_n

*Εκδήλωση στη Μεταμόρφωση

Ακούμε πολλά περί πατριωτισμού. Πατριωτισμός όμως δεν είναι να τρομοκρατείς εκείνους που έχουν ακόμη κάτι να χάσουν και να τους καλεί να γυρίσουν την πλάτη τους στους συμπατριώτες τους που εξαθλιώνονται. Δεν είναι η αδιαφορία και ο κυνισμός, ούτε η αποδυνάμωση της χώρας όταν έχουμε έντονες γεωπολιτικές αναταράξεις, ούτε να μην έχει λόγο η κοινωνία για τίποτα, υποδομές, έδαφος, υπέδαφος κτλ

Πατριωτισμός είναι το αίσθημα της κοινής μοίρας, η ευθύνη για τις επόμενες γενιές. Στις εθνικές γιορτές δεν τιμάμε εκείνους που κρύφτηκαν ιδιοτελώς σε μια δύσκολη στιγμή αλλά εκείνους που έκαναν προσωπική τους υπόθεση την υπεράσπιση της κοινωνίας τους.

Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει την ευκαιρία για μια αλλαγή νοοτροπίας στην διοίκηση αλλά και γενικότερα στην κοινωνία. Δεν είναι μοίρα αυτού του λαού η αυθαιρεσία της εγχώριας ολιγαρχίας, η θρασύτατη περιφρόνηση νόμων και κανόνων, η αδιαφορία αυτών που έχουν τον πλούτο για το μέλλον της χώρας. Δεν είναι η μοίρα μας η “Ελλάδα” της αρπαχτής και των αεριτζήδων, η νοοτροπία των κολλητών και των πελατειακών σχέσεων.

Καιρός είναι να έρθει στο προσκήνιο η άλλη “Ελλάδα”, μια “Ελλάδα” ικανή, δημιουργική, σεμνή, με διάθεση προσφοράς, που εμπνέεται από τη μεθοδικότητα, τον σχεδιασμό, τη μέριμνα για το κοινό καλό, τον σεβασμό στο δημόσιο συμφέρον, την δημοκρατία, την δυνατότητα να έχουμε λόγο για αυτά που μας αφορούν.

10929224_938187232872365_851706491751139044_n

*Εκδήλωση στο Καματερό

Με τα ψέματα δεν θα βγούμε από μια κρίση που δεν είναι στενά οικονομική, αλλά είναι και κρίση φυσιογνωμίας, προσανατολισμού και αξιών. Αυτή ίσως να είναι η σπουδαιότερη και δυσκολότερη μάχη που έχουμε να δώσουμε αλλά και η μεγαλύτερη υπηρεσία στην κοινωνία μας.

Με αισιοδοξία να απευθυνθούμε σε όλους, να είμαστε απαιτητικοί από τους εαυτούς μας και τους γύρω μας. Με ευθύνη, σοβαρότητα και αποφασιστικότητα να σκεφτούμε με κριτήριο τις ζωές μας και το μέλλον της κοινωνίας μας. Με αποφασιστικότητα και αυτοπεποίθηση να στηρίξουμε τον ΣΥΡΙΖΑ να πάει όσο ψηλότερα γίνεται.

Για να ανακτήσουμε τον αυτοσεβασμό μας, γιατί μόνο μια κοινωνία που σέβεται η ίδια πρώτα και κύρια τον εαυτό της είναι σε θέση να αξιώσει σεβασμό από τους πιστωτές και τους ντόπιους ολιγάρχες.

Για να μην περάσει ο κυνισμός.

Για να νικήσει η ελπίδα. Για να ξαναγυρίσουν τα χαμόγελα.

Για να ζεστάνουμε τις καρδιές των Ελλήνων, ώστε να απελευθερώσουμε τα μυαλά τους. Γιατί χρειαζόμαστε όλοι και όλες την επόμενη μέρα για να χτίσουμε την ζωή και την κοινωνία που μας αξίζει.

10917846_936579899699765_3262830792077032765_n

*Ευχαριστώ τη Θάλεια Τζανετάκη, τον Βασίλη Θεοδώρου και τη Χριστίνα Σκανδαλάρη για τις φωτογραφίες

Συνέντευξη στην «Press Time»: Δε θα προδώσουμε την αξιοπρέπεια των πολιτών

– Τι πιστεύετε ότι πρέπει να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ για να «κλειδώσει» η αυτοδυναμία;

Να συνεχίσουμε να απευθυνόμαστε, νηφάλια και πειστικά, σε αυτούς που το σύστημα εξουσίας συνειδητά εξωθεί στην αποχή και την ιδιώτευση, μέσω του τρόμου και της απαξίωσης της πολιτικής . Η συμμετοχή στην πολιτική και άρα και στις εκλογές, ιδιαίτερα των νέων, θα κρίνει το εύρος της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ και τη δύναμη που θα έχει αύριο να εφαρμόσει το πρόγραμμα που προτείνει.

– Σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας, με ποιες πολιτικές δυνάμεις μπορεί να υπάρξει συνεργασία; Το «Ποτάμι», που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις θα μπορούσε να καταλάβει την τρίτη θέση, θα μπορούσε να αποτελέσει κυβερνητικό εταίρο;

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προσδιορίσει τα βασικά σημεία μιας εναλλακτικής στα μνημόνια βιώσιμης στρατηγικής για τη χώρα και ζητά αποφασιστική στήριξη και άνετη πλειοψηφία. Η εντολή που θα πάρει από τον ελληνικό λαό είναι να διασφαλίσει την αλλαγή σελίδας, δηλαδή το σταμάτημα της καταστροφικής πολιτικής της λιτότητας. Δεν έχει το δικαίωμα να την παραβιάσει αποδεχόμενος κάποια παραλλαγή της μνημονιακής πολιτικής και επομένως δεν μπορεί να συνεργαστεί με δυνάμεις του μνημονίου, γνήσιες ή μασκαρεμένες. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταθέσει αυτή την εναλλακτική στρατηγική στην εθνική αντιπροσωπεία. Θεωρούμε βάσιμα ότι η βούληση του ελληνικού λαού θα γίνει σεβαστή.

– Ο Αλέξης Τσίπρας έχει δηλώσει ότι η διαπραγμάτευση με τους δανειστές θα έχει αίσιο τέλος για τη χώρα. Συγκεκριμένα, πώς θα διαχειριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα του χρέους και ποιο είναι το plan b σε περίπτωση που αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις;

Η διαπραγμάτευση ξεκίνησε ήδη με την προκήρυξη των εκλογών και αυτό αποτελεί επιτυχία την οποία πιστώνεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι θέσεις με τις οποίες θα πάμε στη διαπραγμάτευση είναι γνωστές. Η λύση στο πρόβλημα του χρέους οφείλει να λαμβάνει υπόψη την αξιοπρέπεια των Ελλήνων. Αυτή είναι η μεγάλη τομή με τη μνημονιακή περίοδο. Το σενάριο ότι σε αυτό το εύλογο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας οι πιστωτές θα απαντήσουν με κυνισμό και αδιαλλαξία θέτοντας σε κίνδυνο τη δημοκρατία και τη σταθερότητα στην Ευρώπη δεν είναι πιθανό. Σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται να βγάλουμε από το τραπέζι της διαπραγμάτευσης την αξιοπρέπεια της ελληνικής κοινωνίας και δεν πρόκειται να την προδώσουμε πίσω από κλειστές πόρτες.

– Για να μας δώσουν τα χρήματα οι δανειστές, θα πρέπει η κυβέρνηση να προχωρήσει σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων. Ποιες είστε διατεθειμένοι να αποδεχτείτε και σε ποιες θα βάλετε «κόκκινες γραμμές»;

Εδώ και πέντε χρόνια η Ελλάδα βρίσκεται εγκλωβισμένη σε παγίδα χρέους. Αναχρηματοδότηση του χρέους με την υποχρέωση Μνημονίου. Νέα δάνεια για να αποπληρώνουμε τα παλιά. Δεν πρόκειται για χρήματα που κατευθύνονται σε μισθούς και συντάξεις, στην παιδεία, την υγεία, την ανάπτυξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ζητάει άλλα χρήματα από τους πιστωτές. Ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικεί ριζική, συνολική και μόνιμη λύση στο πρόβλημα του χρέους με παράλληλη απαλλαγή από το Μνημόνιο.

– Το οικονομικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, έτσι όπως παρουσιάστηκε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, μπορεί να εφαρμοστεί στις παρούσες οικονομικές συνθήκες; Πού θα βρείτε τα λεφτά;

Να σημειώσω καταρχάς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το μόνο κόμμα που έχει καταθέσει οικονομικό πρόγραμμα. Εκτός κι αν το περίφημο email Χαρδούβελη συνιστά πρόγραμμα. Είναι απαράδεκτο ότι κανένα άλλο κόμμα δεν ένιωσε την ανάγκη να προτείνει λύσεις για την αντιμετώπιση των εκρηκτικών προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας. Αυτό αποτελεί ακραίο κυνισμό και προσβολή για τους πολίτες. Το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης θα χρηματοδοτηθεί με ευρωπαϊκούς πόρους, από την επανεκκίνηση της οικονομίας μέσω της ρύθμισης χρεών και από την πάταξη της φοροδιαφυγής που σημαίνει σύγκρουση με την αυθαιρεσία των οικονομικά ισχυρών. Η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, η φοροαποφυγή και τα «δώρα» στους οικονομικά ισχυρούς αποτέλεσαν επιλογές των μνημονιακών δυνάμεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στον αντίποδα αυτών των επιλογών.

– Τι έχετε σκοπό να κάνετε για την φορολογική ανισότητα και τις φορολογικές αδικίες που έχουν γίνει όλα αυτά τα χρόνια; Ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να καταρτίσει, ή έστω να βάλει τις βάσεις για ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο;

Χρόνια τώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ τονίζει την ανάγκη δημιουργίας περιουσιολογίου που αποτελεί ακριβώς αυτό. Την αναγκαία βάση για δίκαιο και αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα. Από εκεί και πέρα, οι προγραμματικές δεσμεύσεις για την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και την αντικατάστασή του από φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας, για το αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ και την καθιέρωση προοδευτικής φορολογίας με περισσότερα κλιμάκια επιτελούν ακριβώς τον σκοπό που περιγράφετε.

– Ο Αλέξης Τσίπρας στις ομιλίες του έχει αναφερθεί επανειλημμένως στην απόδοση ευθυνών για την υπαγωγή στα Μνημόνια και στη διερεύνηση διαχρονικών σκανδάλων (Siemens). Αναλόγου τύπου υποσχέσεις έχουν ακουστεί και παλιότερα. Γιατί να πιστέψει ο ελληνικός λαός τη δική σας υπόσχεση;

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος να κινήσει με αποφασιστικότητα όλες τις νόμιμες διαδικασίες απόδοσης ευθυνών για το έγκλημα που έχει συντελεστεί εναντίον του ελληνικού λαού. Αν θέλουμε η ελληνική κοινωνία να κλείσει οριστικά τους λογαριασμούς της με το αμαρτωλό παρελθόν της και να ξεκινήσει με αισιοδοξία και καθαρό αέρα μια νέα πορεία πρέπει να αποκατασταθεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα που έχει πληγεί βάναυσα και οδηγεί σε δικαιολογημένη δυσπιστία.

– Σε ό,τι αφορά τις μεγάλες «μαύρες τρύπες» της οικονομίας μας; Δηλαδή την παραοικονομία και τη διαπλοκή, τι θα κάνετε;

Το ζήτημα της αντιμετώπισης της παραοικονομίας και της διαπλοκής δεν είναι τεχνικό ζήτημα, είναι θέμα πολιτικής βούλησης. Εμείς την έχουμε.

– Ποια θα είναι η πρώτη κίνηση του ΣΥΡΙΖΑ την 26η Ιανουαρίου σε περίπτωση που εκλεγεί πρώτο κόμμα και ποια είναι τα πρώτα νομοσχέδια που θα φέρετε στην Βουλή;

Η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης δεν μπορεί να είναι παρά η αυτονόητη προτεραιότητα. Ως προς τα σχέδια νόμου, η αποκατάσταση των εργασιακών δικαιωμάτων, η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, η επαναχορήγηση της 13ης σύνταξης για όσους λαμβάνουν σύνταξη μικρότερη από 700 ευρώ, τα κόκκινα δάνεια, το πλαίσιο λειτουργίας των ΜΜΕ και η επαναλειτουργία της ΕΡΤ είναι μερικές από τις επείγουσες προτεραιότητες.

– Απαντήστε στον πολίτη σας παρακαλώ: Γιατί να σας ψηφίσω;

Με την υποψηφιότητά μου επιθυμώ να δώσω έμφαση σε αξίες και ποιότητες που καθιστούν την οπτική της αριστεράς εύλογη και πειστική σε κάθε αξιοπρεπή άνθρωπο. Ως μέλος της Επιτροπής Προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ έχω συμβάλει στις επεξεργασίες για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα, την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και την εκπόνηση μιας αριστερής ψηφιακής πολιτικής τόσο σε σχέση με τη δημόσια διοίκηση, την εκπαίδευση και την οικονομία, όσο και σε σχέση με τα δικαιώματα και τις ελευθερίες στο Διαδίκτυο.